Διεθνές Οικονομικό Βαρόμετρο
1. Η οικονομική κρίση της Αργεντινής (κρίση υπερχρέωσης του κράτους), το «κούρεμα» (PSI) του δημοσίου χρέους της Ελλάδας το 2012, καθώς και η υπερχρέωση πολλών δυτικών χωρών με αναπτυγμένες οικονομίες, που κάποια στιγμή μπορεί να βρεθούν σε αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους τους, έχει αναθερμάνει και πάλι τη συζήτηση για την ίδρυση ενός επίσημου μηχανισμού αναδιάρθρωσης κρατικού χρέους. Και τούτο για να αποφευχθούν πολύχρονες διαπραγματεύσεις κράτους και δανειστών και νομικές αντιπαραθέσεις, που δεν επιτρέπουν στις υπερχρεωμένες χώρες να κάνουν ένα νέο σταθερό ξεκίνημα. Η ιδέα για τη δημιουργία ενός τέτοιου οργανισμού ρίχτηκε στις αρχές του 2001 (όταν η Αργεντινή αντιμετώπιζε αξεπέραστο κίνδυνο χρεοκοπίας) από την τότε αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΔΝΤ κ. Αν. Κρούγκερ. Τότε η ιδέα αυτή πολεμήθηκε με λύσσα από το πανίσχυρο τραπεζικό κατεστημένο των αναπτυγμένων χωρών της Δύσης και κυρίως από αυτό των ΗΠΑ. Η ιδέα εγκαταλείφτηκε πρόωρα και κάθε συζήτηση νεκρώθηκε. Τώρα μέσα στα πλαίσια της κινητικότητας των ιδεών, μετά τις ευρωεκλογές και τα αποτελέσματά τους, η ιδέα δημιουργίας ενός τέτοιου οργανισμού επανήλθε στην επικαιρότητα με πρωτοβουλία του γερμανικού «Κέντρου Ευρωπαϊκών Οικονομικών Ερευνών» και με προτάσεις τριών γερμανών οικονομολόγων, των κ. Κλέμενς Φουστ, Φρίντριχ Χαϊνέμαν και Κρίστοφ Σρέντερ. Οι τρεις αυτοί οικονομολόγοι χαρακτηρίζουν την έλλειψη τέτοιου οργανισμού «σοβαρή ατέλεια της Ευρωζώνης». Η διαφορά είναι ότι Μέρκελ και Σόιμπλε τη βλέπουν ως πηγή κερδών για τη Γερμανία! Δοξάστε τους!
2. Στο Λονδίνο, την Τρίτη 1/7/2014, πραγματοποιήθηκε από το αρμόδιο υπουργείο της χώρας μας η παρουσίαση των 20 οικοπέδων με πιθανά κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στην ελληνική ΑΟΖ του Ιονίου και νότια της Κρήτης. Το ενδιαφέρον των εταιρειών πετρελαίου, ελληνικών και ξένων, υπήρξε ζωηρό. Στην παρουσίαση αυτή παραβρέθηκαν εκπρόσωποι 40 περίπου εταιρειών, όπως π.χ. της Shell, της Tokot, της EXXON Mobil, της Chevron, για να αναφέρουμε μόνον τις εταιρείες παγκόσμιας εμβέλειας. Από ελληνικής πλευράς παραβρέθηκαν εκπρόσωποι των ΕΛΠΕ και της Energean Oil-Gas.
Τον προσεχή Σεπτέμβριο θα γίνει
ο διαγωνισμός για την παραχώρηση των 20 οικοπέδων και τότε θα μετρηθεί και
το ενδιαφέρον των εταιρειών αυτών, δεδομένου ότι τα έξοδα αξιοποίησης
των υφισταμένων στοιχείων είναι αρκετά υψηλά. Σε πρώτη φάση για την ανάλυση των δεδομένων στα 20 οικόπεδα απαιτούνται δαπάνες 150 εκατ. ευρώ, ενώ για την επόμενη φάση της πραγματοποίησης γεωτρήσεων απαιτούνται δαπάνες τουλάχιστον 2,5 δισ. ευρώ, που μπορεί να φθάσουν και στα
6 δισ. ευρώ, ανάλογα με τα βάθη της θάλασσας. Και τα έξοδα αυτά είναι βέβαια, ενώ ο ενεργειακός θησαυρός προς το παρόν απλά πιθανός. Αυτό είναι που προβληματίζει τις εταιρείες.
Και επιπλέον με τον προβληματισμό τους, ενδεχομένως να επιδιώκουν να ψαλιδίσουν τις όποιες απαντήσεις
του Ελληνικού Δημοσίου.
3. Και τώρα ένα θέμα της ελληνικής οικονομίας με διεθνές ενδιαφέρον. Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με τα test προσομοίωσης σε φαινόμενα ακραίων καταστάσεων του τραπεζικού μας συστήματος, τα αποτελέσματα των οποίων ανακοινώθηκαν στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, οι κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών τραπεζών για την περίοδο 2013-2016 εκτιμήθηκαν στο ποσό των 6,4 δισ. ευρώ (βασικό σενάριο) και στα 9,4 δισ. κατά το δυσμενές σενάριο, όπως αναφέρει και ο κ. Γ. Προβόπουλος, μέχρι προ ημερών διοικητής της ΤτΕ, στην έκθεσή του για τη νομισματική πολιτική 2013-2014 (σελίδα 6 της έκθεσης – έκδοση Ιούνιος 2014). Αυτό σημαίνει ότι το τραπεζικό μας σύστημα δεν ξεπέρασε ακόμη το πρόβλημα της κεφαλαιακής επάρκειας. Τώρα βλέπουμε ότι οι μετοχές των τραπεζών συνεχώς ανεβαίνουν στο Χρηματιστήριο Αθηνών και κυρίως των συστημικών τραπεζών. Και τούτο γιατί όλοι οι οίκοι αξιολόγησης, οι επενδυτικές τράπεζες και άλλοι κορυφαίοι παράγοντες του συστήματος συνιστούν επένδυση σε μετοχές των μεγάλων τραπεζών μας. Και καθορίζουν και αυξημένη τιμή-στόχο. Βέβαια όλοι αυτοί έχουν αγοράσει μετοχές των τραπεζών μας. Οι τιμές των μετοχών των τραπεζών ασφαλώς θα ανεβαίνουν όσο θα υπάρχει η έξωθεν στήριξη και όσο θα διαθέτει κεφάλαιο (αποθεματικό) το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης (ΤΧΣ). Το αποθεματικό του Ταμείου αυτού είναι 10 δισ. ευρώ και συνεπώς επαρκεί να καλύψει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, ακόμη και με το δυσμενές σενάριο. Μετά όμως τι θα γίνει;