Διά χειρός…
…του βετεράνου αστροναύτη της NASA και γιατρού, 54 χρόνων, Δρ Σκοτ Παραζίνσκι, ο οποίος ήρθε στην Αθήνα για μια ομιλία στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελλήνων Κόσμος», μετά από πρόσκληση του Linkage Network. Από τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» στον Ηλία Μαγκλίνη, το παρακάτω απόσπασμα:
Περπατώντας στο διάστημα…
«Είναι γεμάτο αστέρια το διάστημα. Ο Καρλ Σαγκάν είχε γράψει για δισεκατομμύρια άστρα. Εγώ λέω, τρισεκατομμύρια. Όταν βρίσκεσαι εκεί πάνω, εκεί έξω, δεν υπάρχει ατμόσφαιρα που να αλλοιώνει αυτό που βλέπεις. Τα άστρα δεν τρεμουλιάζουν, όπως όταν τα κοιτάζεις από τη γήινη επιφάνεια. Κι όταν το μάτι σου συνηθίσει στο σκοτάδι, αρχίζεις και βλέπεις τα πάντα, κυρίως τους άπειρους γαλαξίες. Όλα αυτά τα γιγαντιαία γαλακτοειδή, νηματοειδή συμπλέγματα. Είναι μια τρομακτική, αδιανόητη ομορφιά.
Θυμίζει λίγο την αίσθηση που έχεις όταν βρίσκεσαι κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αιωρείσαι ακόμα και μέσα στη στολή σου, τα πέλματά σου δεν έρχονται σε άμεση επαφή με τις σόλες των διαστημικών παπουτσιών. Την πρώτη φορά που βγαίνεις στο κενό, θες να φέρεις σε πέρας την αποστολή που έχεις αναλάβει. Στη δεύτερη και την τρίτη φορά είσαι πιο χαλαρωμένος και μπορείς όντως να εκτιμήσεις καλύτερα την ασύλληπτη αυτή εμπειρία. Είσαι πάντοτε απορροφημένος από όσα πρέπει να κάνεις βάσει της εκπαίδευσης που έλαβες και της αποστολής που έχεις αναλάβει. Έπειτα όμως κοιτάς τη Γη και βλέπεις τα Ιμαλάια ή ξεχωρίζεις την Κύπρο και την Κρήτη – υπέροχες, θαυμαστές εικόνες. Είναι μια εμπειρία που σε σφραγίζει τόσο βαθιά ώστε, αναπόφευκτα, βρίσκεις χρόνο για να κοιτάξεις γύρω σου και να σκεφτείς πού βρίσκεσαι και τι σου συμβαίνει. Βεβαίως, το να σε στείλουν στο διάστημα είναι μια πανάκριβη επιχείρηση. Κάθε λεπτό είναι πολύτιμο. Υπάρχουν όμως και κάποια κενά από τη μια δουλειά στην επόμενη. Επίσης, στο ξεκίνημα και στο τελείωμα της κάθε μέρας, όπως κάνει κι ένας άνθρωπος στη Γη, είσαι μόνος με τον εαυτό σου. Προσωπικά περνούσα ένα μισάωρο μπροστά στο παράθυρο, παρατηρώντας τα άστρα και τη Γη».
***
…του συγγραφέα Αλέξη Πανσέληνου από τη συνέντευξή του στα «Νέα», στον Δημήτρη Δουλγερίδη, σε ερώτηση για την εικόνα της ελληνικής κρίσης.
Δύο ντόπιες δυναστείες διαδέχθηκαν την ξένη…
«Θα ζωγράφιζα μια εικόνα πολυπρόσωπη, όπως στις συμβολικές και φανταστικές απεικονίσεις του Ιερώνυμου Μπος, όπου θα παρουσιάζονταν οι πολιτικοί τεσσάρων δεκαετιών ίσαμε τώρα να διαπράττουν όλα τα είδη κλοπής και απάτης που έχει εφεύρει ο άνθρωπος. Είχαμε μια ξένη δυναστεία στην Ελλάδα έως το 1974, η οποία διαφέντευε τον τόπο σαν κληρονομικό της φέουδο, τσιφλίκι και προίκα της. Μια δυναστεία που ποτέ δεν αισθάνθηκε αληθινό σύνδεσμο αίματος με τον τόπο και η οποία έφυγε από εδώ κακήν κακώς – και όχι μόνο μία φορά, περισσότερες. Τη διαδέχθηκαν δύο ντόπιες δυναστείες επαγγελματιών πολιτικών, οι οποίες μας οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή καταληστεύοντας, είτε οι ίδιοι είτε οι πάτρωνές τους, τον εθνικό πλούτο. Δυστυχώς η μνήμη μας είναι κοντή και η μεγαλοψυχία μας πολύ πρόθυμη.
Συνέβη στην Ελλάδα κάτι που θα ήταν απίθανο να συμβεί σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου. Δηλαδή, αυτοί οι οποίοι μας κατέστρεψαν κλήθηκαν να μας σώσουν. Εκείνο το οποίο πασχίζουν να σώσουν είναι ο εαυτός τους και η συντεχνία τους».
***
…του Αναστάση Ι. Καραμήτσου από το άρθρο του στο «Πρώτο Θέμα» με τίτλο «Το χάσαμε».
Εθνικό έγκλημα να ζητήσεις δάνειο…
«Θέλουμε να έρθουν κεφάλαια από το εξωτερικό, αλλά έχουμε κάνει τις τράπεζες… υποκαταστήματα του ΣΔΟΕ. Πας να πάρεις ένα δάνειο και σου λένε στην τράπεζα ότι ακόμα και αν μπορούν να σʼ το δώσουν, θα πρέπει να το καρφώσουν στο ΣΔΟΕ, για να δει και αυτό με τη σειρά του… πόσο ύποπτος είσαι που ζητάς δάνειο! Απίθανα πράγματα, ακατανόητα, κωμικοτραγικά, που τελικώς καταλήγουν να αποτρέπουν τον πολίτη να κάνει οτιδήποτε. Ναι, είναι σχεδόν οικονομικό έγκλημα να πας να ζητήσεις ένα δάνειο ακόμα και αν έχεις βάλει υποθήκη το σπίτι σου ή το αντίστοιχο ποσό σε μετρητά ως ενέχυρο. Και έχεις και το ΣΔΟΕ να σου λέει: Γιατί θέλεις δάνειο; Κάτσε τώρα να πάω πίσω 10 χρόνια στους λογαριασμούς και τις δηλώσεις σου να σε… ξεσκίσω στον έλεγχο για να μάθεις να ζητάς κεφάλαια για να δουλέψεις. Ό,τι κινείται είναι ύποπτο στην Ελλάδα του 2014. Και μετά περιμένει ο Σαμαράς επενδύσεις, οι τράπεζες κεφάλαια κι εμείς να σωθούμε.
Μάλλον το χάσαμε για τα καλά».
***
…της Χριστίνας Κοψίνη από το σχόλιό της με τίτλο «Συναίσθημα – Λογική 0-1» στην «Καθημερινή».
Ναι, ήμασταν με την Αργεντινή, αλλά…
«H Εθνική Γερμανίας απεδείχθη η καλύτερη ομάδα αυτού του Μουντιάλ. Κι όμως, κανείς δεν ήθελε να το πιστέψει, διότι απλώς ήμασταν με την Αργεντινή. Γιατί; Για προφανείς λόγους, που δεν χρειάζονται αναλύσεις: Γιατί μοιάζουμε περισσότερο ως χώρες (λες κι εμείς έχουμε τη βιομηχανία και την κτηνοτροφία της Αργεντινής). Γιατί είμαστε συναισθηματίες και πορευόμαστε με την ιστορική αισιοδοξία του αδύναμου, του ηττημένου αριστερού και του μονίμως κατατρεγμένου. Γιατί θέλαμε να επιβεβαιωθεί, έστω και για ένα βράδυ, η μεγάλη μας αυταπάτη ότι ο καλός, ο φτωχός και ο καταπιεσμένος στο τέλος θα κερδίσει και… για λογαριασμό μας. Κι αφού μας φόρτωσαν τα τελευταία χρόνια οι Γερμανοί με μια σειρά στερεότυπες κατηγορίες, αμυνόμαστε σε αυτά με άλλα, αντιστρόφως στερεοτυπικά αλλά πιο αφελή. Ναι, ήμασταν με την Αργεντινή γιατί στο βάθος θέλαμε και πάλι να επιβεβαιωθεί η αρχή που μας συμφέρει: ότι στο τέλος νικά ο αδύναμος κι όχι ο δυνατός που θέλει να επιβάλει και στο ποδόσφαιρο την ισχύ του.
Πόσο βολικά θα ήταν για μας τα πράγματα εάν ήταν έτσι. Διότι ο δυνατός δεν έχει μόνο την αλαζονεία να θέλει να επιβεβαιώνεται σε όλα τα πεδία. Θυμηθείτε τι είχε πει πριν από έναν χρόνο η Μέρκελ: ότι, ναι, η Γερμανία είναι η καλύτερη οικονομία του κόσμου, κάνει τις περισσότερες εξαγωγές και έχει τους καλύτερους εργαζομένους. Όμως ο δυνατός δεν επιβάλλεται και με τη μεθοδικότητα, την παιδεία του, την εκπαίδευσή του; Γιʼ αυτό και η τελευταία πράξη του Μουντιάλ προσφέρεται για γεωπολιτικές αναφορές και συμβολισμούς. Με τη Γερμανία που θέλει να αποδείξει ότι όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην επένδυση αυτού του τόσο παγκοσμιοποιημένου αλλά και λαϊκού σπορ τα καταφέρνει καλά. Ένας σχεδόν “ολιστικός” ιμπεριαλισμός επιδόσεων».