ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΔΕΝ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΣΤΗ ΒΡΑΖΙΛΙΑ

Είπε μετά την επίτευξη του έβδομου γκολ από εκείνον τον ελάχιστα συμπαθή -δηλαδή μαντράχαλο- αναπληρωματικό κυνηγό της Τσέλσι φον Σούρλε: «Αυτό το αποτέλεσμα είναι από μόνο του ένα βιβλίο στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου».

Ό,τι ακολούθησε αυτόν τον ημιτελικό, πράγματι, θα μείνει βαθύτατα χαραγμένο στη μνήμη των ιστορικών του ποδοσφαίρου, των φιλάθλων βεβαίως, κυρίως όμως των σημειολόγων της εικόνας. Το κλάμα του αρχηγού Δαβίδ Λούις και η συγγνώμη του (εξ όλων των μαχητών) προς τους Βραζιλιάνους για την ήττα, όπως και ο λυγμός του μικρόσωμου αλλά ταλαντούχου Όσκαρ αποδεικνύουν ότι δίκαια η μπάλα λατρεύεται σε αυτή τη μακρινή χώρα.

Όλοι σχεδόν έδειχναν να αιφνιδιάζονται από την τροπή που είχε πάρει ο αγώνας, όταν ελάχιστα λεπτά μετά την έναρξη του ματς, οι Γερμανοί εξαπέλυαν κατά ριπάς τα βέλη τους σε βάρος μιας άμυνας που έδειχνε να παραπαίει. Ο μόνος ο οποίος έμεινε ήρεμος ως τη λήξη και μετά από αυτήν, έτοιμος να παρηγορήσει τους παίκτες του αλλά και να αγκαλιάσει έναν έναν τους αντιπάλους του, ήταν ο προπονητής Σκολάρι. Ξέρετε γιατί; Διότι ήταν ο μόνος που ΓΝΩΡΙΖΕ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ότι η ομάδα του δεν είχε τον κατάλληλο οπλισμό ώστε να ανατρέψει ένα στοιχειωμένο όνειρο. Δηλαδή να κατακτήσει επιτέλους -διάβολε- ένα τρόπαιο εντός έδρας!

Η Βραζιλία, που παρατάχτηκε απέναντι στην σαφέστατα ανώτερη -αλλά πλήρως αντιπαθητική για την ψυχρότητα, την υπεροψία και το θράσος της- Γερμανία ήταν η χειρότερη που εμφανίστηκε ποτέ σε Παγκόσμιο Κύπελλο, στοιχείο που τονίστηκε έντονα από την απουσία του τραυματία Νεϊμάρ και του τιμωρημένου κεντρικού αμυντικού Τιάγκο Σίλβα. Σε αντίθεση, βέβαια, με την Γερμανία που ήταν πλήρης σε όλες τις «γραμμές» της και με φρέσκα «πόδια» ένεκα του χαμηλού δείκτη ηλικίας του συνόλου των παικτών.

Αυτή η ομάδα που δημιούργησε ο αγέλαστος νεαρός προπονητής Ιωακείμ Λεβ, σου έδινε την εντύπωση ότι «διψούσε για εξουσία» και είχε τον τρόπο να την κατακτήσει. Που και πότε; Στο Μπέλο Οριζόντε της Βραζιλίας απέναντι στο φαβορί της διοργάνωσης που τελικά διέλυσε.

Ήταν ο έπαινος για ποδοσφαιριστές που μεγάλωσαν τρώγοντας φρέσκο βούτυρο, μπέικον και λουκάνικα και -παράλληλα- η ταπείνωση των ηττημένων, που ξεκίνησαν πιτσιρικάδες σε κάποιο «ξέφωτο» της φαβέλας να υφαίνουν τα όνειρά τους τρέχοντας πίσω από μια μπάλα.

Προσωπικά τους προτιμώ. Και θα τους θαυμάζω έστω και αν δύσκολα θα ξαναβγάλουν έναν Γκαρίντσα, έναν Τοστάο, έναν Πελέ.


Σχολιάστε εδώ