Τα ίδια και χειρότερα μετά τον ανασχηματισμό
Η αποστροφή υψηλά ιστάμενου κυβερνητικού παράγοντα ότι: «Βρισκόμαστε σε χειρότερη θέση από ότι ήμασταν πριν τις αλλαγές», αποτυπώνει σε αδρές γραμμές το κλίμα που επικρατεί. Παράλληλα περισσεύει ο προβληματισμός από την τακτική που ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ μετά την 9η Ιουνίου και την εμφανή πρόθεσή του να παρεκκλίνει των συμφωνηθέντων: Γεγονός που αποδίδεται στην αγωνία του Β. Βενιζέλου να περιορίσει το πολιτικό κόστος για το κόμμα του και να ενισχύσει τη θέση του στην αρχηγία. Προς δικαίωση όλων όσοι στη Νέα Δημοκρατία -πριν ακόμη από τις εκλογές- προειδοποιούσαν ότι καθ’ οδόν προς το συνέδριο το ΠΑΣΟΚ θα επιχειρήσει να διαχωρίσει τη θέση του από τη Νέα Δημοκρατία, προβάλλοντας ένα πιο κοινωνικό πρόσωπο. Με τον τρόπο αυτό ο κ. Βενιζέλος θα αποκρούσει και την κριτική πρωτοκλασάτων στελεχών που τον κατηγορούν για πλήρη ταύτιση με τη Δεξιά.
Στο Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθούν με προσοχή τις κινήσεις του κυβερνητικού εταίρου τους και παρότι δυσανασχετούν σε αρκετές περιπτώσεις, δεν δείχνουν να ανησυχούν. Θεωρούν ότι για κανέναν λόγο ο κ. Βενιζέλος δεν θα θελήσει να διακινδυνεύσει τη σταθερότητα της κυβέρνησης, η πορεία της οποίας είναι άμεσα συνδεδεμένη με το μέλλον της χώρας. Αντίθετα, υπουργοί αλλά και βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας εκφράζουν ανοιχτά τους φόβους τους για τη στροφή που επιχειρεί το ΠΑΣΟΚ και τους «μικρούς ανένδοτους» -από στελέχη του- που μετέχουν στην κυβέρνηση. Θεωρούν ότι αν αυτό παγιωθεί, οι διαμάχες εντός του Υπουργικού Συμβουλίου θα είναι καθημερινό φαινόμενο, οι αποφάσεις θα καθυστερούν και όταν λαμβάνονται, θα αργούν να υλοποιηθούν. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση θα περιέλθει σε τέλμα, θα «σέρνεται» και ο πρωθυπουργός θα υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Ορισμένοι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κάνουν ακόμη μεγαλύτερο άλμα και υποστηρίζουν ότι σε δεδομένη στιγμή ο κ. Βενιζέλος θα επιδιώξει (αυτοβούλως ή από πίεση εκ των έσω) τη σύγκρουση και την πτώση της κυβέρνησης. Ούτως ώστε μετά τις εκλογές να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Με τα σημερινά δεδομένα και τη διαμάχη που υπάρχει μεταξύ Β. Βενιζέλου και Κουμουνδούρου κάτι τέτοιο θεωρείται σχεδόν απίθανο, πλην όμως με τη ρευστότητα που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτα.
Η πρόβλεψη που είχε κάνει το «ΠΑΡΟΝ» (15 Ιουνίου) ότι η κόντρα Κυρ. Μητσοτάκη – Ανδρέα Λοβέρδου για τη διαθεσιμότητα των διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ ήταν απλώς τα προεόρτια και η αρχή σε μια μακρά σειρά αντιπαραθέσεων, επιβεβαιώθηκε και μάλιστα πολύ γρήγορα. Έπειτα από παρέμβαση των κ. Σαμαρά και Βενιζέλου το «μέτωπο» έκλεισε, αλλά εντελώς προσωρινά, καθώς ο κ. Λοβέρδος, σε συνεννόηση προφανώς με τον κ. Βενιζέλο, δείχνει αποφασισμένος να εμμείνει στην αρχική του θέση και να μην επιτρέψει αντιλαϊκά μέτρα (απολύσεις, περικοπές κ.ά.) στον τομέα των αρμοδιοτήτων του. Παράλληλα σχεδιάζει να ανατρέψει αρκετές από τις αποφάσεις του προκατόχου του στο υπουργείο Κ. Αρβανιτόπουλου, καθώς ήδη επανέφερε την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς στην… περσινή ημερομηνία. Αν και αναρμόδιος, ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Π. Κουκουλόπουλος εξέφρασε δημόσια τη διαφωνία του για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ.
Μέτωπα
Μετά τον ανασχηματισμό, στο εσωτερικό της κυβέρνησης διαμορφώνονται σταδιακά δύο μέτωπα: Από τη μια πλευρά βρίσκονται οι λεγόμενοι μεταρρυθμιστές, οι οποίοι διαδραμάτισαν βασικό ρόλο τα προηγούμενα δύο χρόνια και υποστηρίζουν ότι η πολιτική πρέπει να συνεχισθεί χωρίς παρεκκλίσεις, για να μη χαθούν όσα με μεγάλες θυσίες πέτυχε η χώρα. Κι από την άλλη παίρνουν θέση όσοι τάσσονται υπέρ των δραστικών αλλαγών στο ακολουθούμενο πρόγραμμα. Είτε πρόκειται για στελέχη της Νέας Δημοκρατίας που εκπροσωπούν τη λεγόμενη λαϊκή Δεξιά είτε για στελέχη του ΠΑΣΟΚ που φοβούνται το πολιτικό κόστος και επιθυμούν να διασφαλίσουν την επανεκλογή τους.
«Ό,τι έχει συμφωνηθεί και ψηφισθεί δεν αλλάζει», υπογράμμισε ο υπουργός Υγείας Μ. Βορίδης, ως απάντηση στις δηλώσεις υπουργών του ΠΑΣΟΚ για επανεξέταση των μνημονιακών δεσμεύσεων. Υπέρ της συνέχισης των αλλαγών τάσσεται και ο υπουργός Υποδομών Μιχ. Χρυσοχοΐδης, ο οποίος τονίζει ότι οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν από τους πολιτικούς, διαφορετικά «θα οδηγούμαστε σε «τροϊκανές» μεθόδους». Οι διαφωνίες του Ανδρέα Λοβέρδου στο ζήτημα της διαθεσιμότητας των υπαλλήλων των ΑΕΙ δεν προκάλεσαν μόνο την αντίδραση του Κυρ. Μητσοτάκη αλλά και της (προερχόμενης από το ΠΑΣΟΚ) υφυπουργού Εύης Χριστοφιλοπούλου. «Δεν υπάρχουν υπουργοί περιορισμένης ευθύνης», υπογράμμισε, «ούτε οι καλοί και οι ευαίσθητοι από τη μια πλευρά και οι κακοί και οι σκληροί από την άλλη». Είναι γεγονός ότι η προσπάθεια του υπουργού Παιδείας να προβάλλει ένα πιο φιλολαϊκό προφίλ έχει ενοχλήσει αρκετά κυβερνητικά στελέχη και από τα δύο κόμματα. «Δεν είναι δυνατόν δύο χρόνια εμείς να είμαστε ο σάκος του μποξ και να ‘ρχεται τώρα ο Λοβέρδος να… παριστάνει τον φιλεύσπλαχνο», λένε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η επόμενη ενδοκυβερνητική κόντρα, αν δεν προκύψει κάποιο απρόοπτο, θα είναι για το θέμα των απολύσεων δημοσίων υπαλλήλων (7.000 προβλέπει η συμφωνία με την «τρόικα»). Ένας μετά τον άλλον οι υπουργοί (Χρυσοχοΐδης, Λοβέρδος, Ντινόπουλος κ.ά.) δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να γίνουν απολύσεις στον τομέα τους.