Κυπριακό: Ποια θα είναι τα επόμενα βήματα;

Όλες οι ενδείξεις αναπόδραστα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι σχετικές διεργασίες, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην επίλυση, δεν φαίνονται να ευοδώνονται.

Στη διαπίστωση αυτή συνηγορούν τα παρακάτω:

Η αδιαλλαξία της τουρκοκυπριακής πλευράς είναι δεδομένη, με άμεση συνέπεια την έλλειψη συνεννόησης των δύο πλευρών, γεγονός που προοιωνίζει περαιτέρω δυστοκία. Η στάση των Τουρκοκυπρίων είναι γνωστή, εξ ου και η διεθνής απομόνωσή τους, απόρροια της συνεχιζόμενης κατοχής και της παράνομης ανακήρυξης της αποσχιστικής οντότητας στα Κατεχόμενα.

Οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, εξάλλου, καθώς και οι βουλευτικές εκλογές που έχουν οριστεί για τον ερχόμενο χρόνο, ασφαλώς δεν συμβάλλουν στην απαιτούμενη κινητικότητα που απαιτούν οι περιστάσεις. Αν και η επίσημη τουρκική πλευρά δεν το ομολογεί, είναι προφανές ότι οι προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις στην Τουρκία αποσπούν μεγάλη προσοχή του τούρκου πρωθυπουργού ο οποίος, επενδύοντας όλη την ενεργητικότητά του στην (μη αναγγελθείσα ακόμη) υποψηφιότητά του για τον ύπατο θεσμό, προφανώς δεν εντάσσει το Κυπριακό στις άμεσες προτεραιότητές του.

Δεν πρέπει επιπλέον να ξεχνάμε ότι και να υπάρξει κάποια συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, θα πρέπει ακολούθως να συμφωνήσουν και οι δύο κοινότητες για την υπερψήφιση του σχεδίου, εγχείρημα, αν αναλογισθούμε τι συνέβη το 2004, όχι τόσο απλό.

Είναι εμφανές λοιπόν ότι η επίλυση του Κυπριακού μετατίθεται χρονικά ακόμη πιο μακριά.

Παρά τις ελπίδες που καλλιεργήθηκαν μετά την πρόσφατη επίσκεψη στην Κύπρο του αμερικανού αντιπροέδρου, η όποια εξέλιξη είχε παρατηρηθεί, φαίνεται ότι εξάντλησε τη δυναμική της.

Είναι αλήθεια ότι η επίσκεψη Μπάιντεν σηματοδότησε μια πιο ενεργή εμπλοκή της Ουάσινγκτον. Οι λόγοι δεν είναι δύσκολο να εντοπιστούν. Η ουκρανική κρίση και οι προκαλούμενες από αυτή συνέπειες, καθώς και η επιθυμία της Ουάσινγκτον για τη συμπαράταξη της Κύπρου με τους λοιπούς ευρωατλαντικούς εταίρους στο θέμα της κρίσης αυτής και ακόμη στο ευαίσθητο θέμα της επιβολής κυρώσεων κατά της Μόσχας, μπορούν να εξηγήσουν τους λόγους εκδήλωσης του αμερικανικού ενδιαφέροντος. Επιπλέον, η ύπαρξη κυπριακών υδρογονανθράκων δημιουργεί για τις ΗΠΑ πρόσθετο λόγο εμπλοκής τους. Η Ουάσινγκτον αποβλέπει στην εδραίωση της προοπτικής της σύμπραξης των χωρών που διαθέτουν κοιτάσματα υδρογονανθράκων στην περιοχή, αφού πιστεύει ότι το φυσικό αέριο μπορεί να αποτελέσει μέσο επίλυσης προβλημάτων που παρουσιάζουν περιφερειακή διάσταση, όπως το Κυπριακό. Άσχετο, επιπρόσθετα, δεν είναι και το προφανές ενδιαφέρον της αμερικανικής πλευράς να επιδιώξει την συμμετοχή αμερικανικών εταιρειών στο θέμα της εξόρυξης των υδρογονανθράκων.

Η ποικιλοτρόπως εκδηλωθείσα προσπάθεια της Τουρκίας να παίξει κυρίαρχο ρόλο στο ενεργειακό, αναιρείται από την όλη συμπεριφορά της που παραβλέπει και καταπατά τα νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου. Η επίμονη και αδιάλλακτη πολιτική της, που αντιστρατεύεται καθ’ ολοκληρίαν το κοινώς αποδεκτό από τη διεθνή κοινότητα δίκαιο της θάλασσας και γενικότερα το διεθνές δίκαιο, εύλογα προκαλεί ερωτηματικά και επικρίσεις. Εάν η Τουρκία πραγματικά θέλει να συμμετάσχει στις ενεργειακές συμμαχίες στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, πρέπει να κινηθεί και να προσαρμόσει την πολιτική της ώστε να εξευρεθεί λύση στο Κυπριακό το συντομότερο δυνατό. Αυτή είναι και η επωδός της κυπριακής θέσης, όπως την έχει εκφράσει και ο κύπριος κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Νίκος Χριστοδουλίδης.

Επανερχόμενοι στο θέμα της αμερικανικής εμπλοκής, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ουάσινγκτον και κυρίως ο Λευκός Οίκος δεν αντιμετωπίζει πλέον τον κ. Ερντογάν με την ίδια θέρμη όπως στο παρελθόν. Οι επαφές του αμερικανού Προέδρου δεν είναι τόσο συχνές με τον τούρκο ομόλογο του. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι η αμερικανική πλευρά θεωρεί τον κ. Νταβούτογλου συνομιλητή της.

Η ψυχρή αντιμετώπιση του κ. Ερντογάν από την αμερικανική πλευρά δημιουργεί ένα νέο κλίμα, γεγονός που δεν διαφεύγει της προσοχής των κυπρίων αρμοδίων.

Ο κύπριος Πρόεδρος, πάντως, ζήτησε και την πιο ενεργή συμμετοχή της ΕΕ στην επίλυση του Κυπριακού. Ομιλώντας σε γεύμα στην ελληνική πρεσβεία, με την ευκαιρία της λήξης της προεδρίας στην ΕΕ, ο κ. Αναστασιάδης εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι, κάθε φορά που η τουρκοκυπριακή πλευρά καταθέτει προτάσεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, τότε αποκαλύπτονται οι πραγματικές προθέσεις της. Έτσι, οι ευρωπαίοι εταίροι αντιλαμβάνονται γιατί πρέπει να ασκηθούν πιέσεις προς την τουρκική πλευρά, προκειμένου η τελευταία να αποδεχθεί την εμπλοκή της ΕΕ. Η επίλυση του Κυπριακού θα πρέπει να είναι βασισμένη στο κοινοτικό κεκτημένο και τις αρχές και αξίες της ΕΕ. Και φυσικά εκείνη η πλευρά που δεν συμφωνεί με αυτή την τοποθέτηση είναι η τουρκοκυπριακή.

Είναι νομίζουμε και χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του τουρκοκύπριου διαπραγματευτή κ. Οζερσάι ο οποίος ανέφερε σε τελευταίες δηλώσεις του ότι η συζήτηση στο Κυπριακό έχει «εξαντληθεί», προσθέτοντας μάλιστα ότι πρέπει να αρχίσει μια διαδικασία του «πάρε-δώσε» για να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών.

Το πώς εννοούν όμως το «πάρε-δώσε» οι Τουρκοκύπριοι είναι αρκούντως γνωστό…

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι τα επόμενα βήματα στο Κυπριακό είναι δυσδιάκριτα. Ο χρονικός ορίζοντας φαίνεται μακρύς.

Η περαιτέρω ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινότητος, κυρίως όμως των ευρωπαίων εταίρων μας, προς εναργέστερη εμπλοκή, πρέπει να αποτελέσει στόχο προτεραιότητας.

Ο χρόνος τρέχει και φοβόμαστε όχι υπέρ ημών.


Σχολιάστε εδώ