Όταν ο ερευνητής προκαλεί τον Πρόεδρο

Συγκεκριμένα, ο κ. Γκιουλ, ο οποίος παρευρέθη στην αποφοίτηση του γιου του, εκλήθη από το Πανεπιστήμιο, με την ευκαιρία αυτή, να δώσει μια ομιλία σχετική με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, στην Ουκρανία και τον τρόπο που οι αρχές του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και των θεμελιωδών αρχών τηρούνται στην περιοχή. Μετά το πέρας της ομιλίας, το κοινό ενθαρρύνθηκε από τον ομιλητή να υποβάλλει ερωτήσεις.

Ο νεαρός τούρκος ερευνητής επωφελήθηκε της ευκαιρίας και αφού αναφέρθηκε σε μια σειρά γεγονότων που σημειώθηκαν στην Τουρκία και που αμαύρωσαν την εικόνα της χώρας, ερώτησε τον κ. Γκιουλ αν ντρέπεται που ηγείται μιας τέτοιας χώρας και αν μπορεί να κοιμάται ήσυχος τα βράδια, μετά τις καταφανείς περιπτώσεις αδικίας που συμβαίνουν στη χώρα του και μετά τα τελευταία, ειδικά τον περασμένο χρόνο, γεγονότα που είχαν πολλά ανθρώπινα θύματα.

Ο τούρκος Πρόεδρος εξεπλάγη, αφού δεν περίμενε μια τέτοια ερώτηση. Μόλις μάλιστα είχε εξάρει στην ομιλία του την αξιόπιστη, όπως είπε, οικονομία της χώρας του και την απόφασή της να προβεί σε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Ήταν λοιπόν φυσικό να αντιδράσει οργισμένα, λέγοντας ότι αν ο ερωτήσας βρισκόταν στην Τουρκία δεν θα μπορούσε να υποβάλει τέτοια ερώτηση.

Λίγο αργότερα, ο τούρκος ερευνητής εδήλωσε ότι δεν του έκανε εντύπωση η αντίδραση του κ. Γκιουλ, ο οποίος αν και δίνει εικόνα μετριοπαθούς ανθρώπου, ευρίσκεται τελικά στο ίδιο μήκος κύματος με τον κ. Ερντογάν, η πολιτική του οποίου ρέπει προς τον αυταρχισμό.

Το περιστατικό αυτό νομίζουμε είναι άκρως δηλωτικό του τι συμβαίνει σήμερα στην Τουρκία. Και ασφαλώς θα είχε λάβει άλλη τροπή αν η ερώτηση που υπέβαλε ο ερευνητής στον τούρκο Πρόεδρο υποβάλλετο επί τουρκικού εδάφους, αφού είναι γνωστός ο τρόπος που η σύγχρονη Τουρκία αντιμετωπίζει κάθε είδους εις βάρος της κριτική.

Το πολιτικό κατεστημένο της χώρας δύσκολα ανέχεται κριτική, η άσκηση της οποίας δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο στις δημοκρατικές χώρες. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο νεαρός ερευνητής, ο οποίος επιθυμεί να επιστρέψει στην γενέτειρά του μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, παρουσιάστηκε ανήσυχος για το μέλλον του, δεδομένου ότι λαμβάνει απειλητικά μηνύματα από διάφορες ομάδες. Οι σωματοφύλακες του κ. Γκιουλ μάλιστα τον προειδοποίησαν ότι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, «θα ξαναβρεθούν σύντομα».

Ο κ. Ερντογάν, ο οποίος φέρει και την κύρια ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, αντιμετωπίζει έντονη κριτική από τη μορφωμένη και φιλελευθέρων τάσεων νεολαία, από τους Αλεβήτες, τους κεμαλιστές κ.ά. Ο τρόπος αντίδρασής του δίνει και το μέτρο της αλαζονείας που τον διακατέχει. Αυτό ακριβώς είναι το σημείο που τον διαφοροποιεί από τους άλλους δημοκρατικούς ομολόγους του.

Είναι γνωστό ότι ο κ. Ερντογάν ελκύεται ιδιαίτερα από τα συνωμοσιολογικής υφής σενάρια και από τη συλλογιστική του «όλα μου φταίνε». Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι κατηγόρησε την περασμένη Τρίτη τον ξένο Τύπο και ειδικά το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNN, ότι επιδίδεται σε δραστηριότητες «κατασκοπείας» και ότι αποβλέπει στην πρόκληση ταραχών στη χώρα. Ο ανταποκριτής του δικτύου συνελήφθη ενώ βρισκόταν σε ζωντανή σύνδεση με το CNN από την πλατεία Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη, όταν κάλυπτε τις διαμαρτυρίες των εκεί συγκεντρωθένων για την πρώτη επέτειο των περυσινών γεγονότων του Γκεζί Παρκ.

Νικητής σε τέσσερις κατά σειρά εκλογικές αναμετρήσεις, ο Τούρκος πρωθυπουργός έβλεπε συνεχώς τα ποσοστά του να ανεβαίνουν. Μέχρι, μάλιστα, το μέσον περίπου των διαδοχικών του θητειών, απέφευγε να ακολουθεί αδιάλλακτη πολιτική, έχοντας υιοθετήσει το γνωστό μοντέλο του «ήπιου Ισλάμ».

Συν τω χρόνω όμως και βασιζόμενος στα μεγάλα ποσοστά δημοτικότητας που του έδιναν οι σχετικές σφυγμομετρήσεις, δεν άργησε να αποκτήσει αλαζονικές τάσεις, παρά τις περί αντιθέτου τότε δηλώσεις του ότι: «Θα προσπαθήσουμε να είμαστε πιο ταπεινοί».

Η συντηρητική και σχετικά μετριοπαθέστερη μέχρι τότε ρητορική του άρχιζε να διολισθαίνει προς μια θρησκευτική ρητορική, με χρήση μάλιστα απλοϊκών συμβολισμών και νοημάτων, ανάμεικτων με δόσεις αλαζονείας. Έτσι, έγινε αδίστακτος με τους πολιτικούς του αντιπάλους, φυλακίζοντας ακόμη και δημοσιογράφους.

Η ημερομηνία των προεδρικών εκλογών πλησιάζει. Ο κ. Ερντογάν φαίνεται ακόμη ότι στηρίζεται από τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις της Τουρκίας και τους αγροτικούς πληθυσμούς της Ανατολίας. Είναι δύσκολο για τους αντίπαλούς του να αντιτάξουν υποψήφιο που θα μπορούσε να κερδίσει την προεδρική εκλογή.

Τούτο όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι σύννεφα συσσωρεύονται στον πολιτικό ορίζοντα της γείτονος.

Μπορεί ο κ. Ερντογάν να είναι ο αναμφισβήτητος νικητής των τελευταίων εκλογών, η χώρα όμως είναι διχασμένη: Στους οπαδούς του και στους «λοιπούς», που με μεγάλη δυσπιστία, αλλά και φόβο, βλέπουν τα φαινόμενα αλαζονείας της εξουσίας να πληθαίνουν.

Φαινόμενα σαν εκείνο που σημειώθηκε στο Χάβαρντ, ασφαλώς θα επαναληφθούν.

Τι θα συμβεί όμως αν αυτά πάρουν μεγάλη έκταση;


Σχολιάστε εδώ