Η χώρα μας βαδίζει σε μακροχρόνια κατοχή!
Από αυτά τα 163,75 δισ. είναι χρεολύσια και τα υπόλοιπα 158,36 δισ. είναι τόκοι. Δηλαδή το χρέος μας επιβαρύνεται με τόκους στο 100% περίπου. Αυτό το χρέος αντιστοιχεί στο 178% του ΑΕΠ. Που σημαίνει ότι η εξυπηρέτηση του χρέους απαιτεί τεράστιες δαπάνες και συνεπώς είναι έντονα προβληματική. Αυτό έχει επισημανθεί κατ’ επανάληψη και από την «τρόικα». Και όπως είναι γνωστό, το ΔΝΤ (ο ένας από τους τρεις παράγοντες της «τρόικας») βλέπει ως λύση για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους ένα γενναίο «κούρεμα». Σ’ αυτό βέβαια αντιδρά η Γερμανία και προτείνει άλλες λύσεις καθόλου εποικοδομητικές, δηλαδή επιθυμεί ετεροχρονισμό στην εξόφληση και μείωση των επιτοκίων. Η ελληνική κυβέρνηση, πάντα πειθήνιο τέκνο του διδύμου Μέρκελ – Σόιμπλε, έσπευσε χωρίς καμιά συζήτηση να υιοθετήσει τη γερμανική άποψη. Και γι’ αυτό έχει κάνει ένα σενάριο παράτασης του χρόνου εξόφλησης των δανείων σε μια περίοδο που θα φτάσει τα 50 έτη. Και προτιμά φυσικά ένα χαμηλό σταθερό επιτόκιο.
Μεταξύ αυτών των δύο λύσεων υπάρχουν τεράστιες διαφορές καθόσον αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις, εάν εφαρμοστεί μία από τις δύο αυτές λύσεις. Κατά την άποψή μας, το «κούρεμα» είναι η πλέον συμφέρουσα λύση για την Ελλάδα και φυσικά για τον ελληνικό λαό. Βεβαίως, είναι δυνατόν μετά το «κούρεμα» οι αγορές να θελήσουν να εκμεταλλευτούν το γεγονός και να απαιτήσουν υψηλότερα επιτόκια. Όμως, όπως διαμορφώθηκε η σημερινή κατάσταση στις διεθνείς χρηματαγορές, δεν είναι δυνατόν να επιτύχει ένα σχέδιο εκβιασμού σε βάρος της Ελλάδας. Για τον απλούστατο λόγο ότι προσφέρονται για δανεισμό πληθώρα αδρανούντων κεφαλαίων. Και όπως δηλώνουν ανώτατα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, πολλές ξένες εταιρείες που διαχειρίζονται επενδυτικά κεφάλαια παρακαλούν και πιέζουν μάλιστα το υπουργείο να εκδώσει και άλλα ομόλογα που γρήγορα και με ευνοϊκούς όρους θα πουληθούν στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Επομένως με το «κούρεμα» η Ελλάδα γλιτώνει από τα Μνημόνια και από τη λήψη καινούργιων μέτρων. Με αντιστάθμισμα μια μικρή επιβάρυνση στα επιτόκια δανεισμού και αυτό μάλιστα υπό αμφισβήτηση. Η λύση που προτείνει η Γερμανία, και έσπευσε να υιοθετήσει δυστυχώς και η ελληνική κυβέρνηση, παρουσιάζει σοβαρά μειονεκτήματα για την ελληνική οικονομία. Τα μειονεκτήματα είναι: α) Με τον ετεροχρονισμό της εξόφλησης του δημόσιου χρέους μας παρατείνεται για 50 χρόνια η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από την «τρόικα» και κυρίως από τη Γερμανία. Φυσικά δεν μιλάμε για μια επιτήρηση με μέτρα θετικά. Μιλάμε για μια κατοχή της χώρας μας από τη Γερμανία και από την ΕΚΤ. Αυτό σημαίνει ότι θα επιβάλλεται πάντα στην Ελλάδα, στον πολιτικό και οικονομικό τομέα, κάθε λύση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Γερμανίας και μόνο. Ακόμη και κυβερνήσεις θα διορίζονται από το γκρουπ των ισχυρών «τροϊκανών», όπως έγινε στην περίπτωση του διορισμού της κυβέρνησης Παπαδήμου. Έχουμε τη γνώμη ότι σκοπός του γερμανικού σχεδίου είναι η παράταση της κατοχής της Ελλάδας μέσα από την «ασθένεια της υπερχρέωσής» μας και όχι η παροχή βοήθειας, ώστε να μπορέσει να ανορθωθεί η οικονομία της χώρας μας. Η άποψη αυτή στηρίζεται στην προθυμία του κ. Σόιμπλε να χορηγηθεί πρόσθετη βοήθεια στην Ελλάδα, με την υπογραφή τρίτης δανειακής σύμβασης και φυσικά με ειδικούς όρους. β) Η νέα όμως δανειακή σύμβαση θα σημαίνει και νέο Μνημόνιο που θα τη συνοδεύει, με δεσμεύσεις της χώρας μας απέναντι στους δανειστές της, δηλαδή απέναντι στην «τρόικα». Και έτσι παρατείνεται για πενήντα χρόνια η σημερινή κατάσταση της πολιτικής και οικονομικής υποτέλειας. Και δυστυχώς αυτά τα δύο βασικά μειονεκτήματα της γερμανικής λύσης στο πρόβλημα της υπερχρέωσής μας δεν έγιναν αρκούντως κατανοητά, όχι φυσικά από τον λαό, αλλά από αυτούς που ασκούν την εξουσία και έσπευσαν να υιοθετήσουν χωρίς συζήτηση τη γερμανική λύση. Ειδικά στο θέμα αυτό το ΔΝΤ, και ειδικά η κ. Λαγκάρντ, έχουν περισσότερο καθαρή συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα και στο πρόβλημά της. γ) Πολλοί ίσως ισχυριστούν ότι η Ελλάδα που παρουσιάζει δημοσιονομικό πλεόνασμα δεν θα χρειαστεί και περαιτέρω βοήθεια στήριξης από την «τρόικα». Και αυτό το στηρίζουν στις αερολογίες των κ. Σαμαρά και Στουρνάρα ότι αλλάζουμε σελίδα και ότι έχουμε πετύχει δημοσιονομική ισορροπία και όλα αυτά τα γνωστά για τη λαμπρή επίδοση της κυβέρνησης. Όμως οι Γερμανοί, όπως και όλοι οι έλληνες αξιωματούχοι που παρακολουθούν τις εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας, γνωρίζουν ότι τα δάνεια που απομένουν να εισπραχθούν από την Ελλάδα, με βάση τις ήδη υπογεγραμμένες δανειακές συμβάσεις, επαρκούν για την κάλυψη των δανειακών μας αναγκών, μέχρι το τέλος του α΄ εξαμήνου της επόμενης χρονιάς (2015). Και από το χρονικό αυτό σημείο η Ελλάδα θα αναγκαστεί να καταφύγει σε νέο δανεισμό, είτε από τους μηχανισμούς στήριξης της Ευρωζώνης, είτε από τις αγορές. Και η έξοδος στις αγορές θα είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα λόγω μειωμένης αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας. Και έτσι θα παρουσιαστεί ως μονόδρομος η προσφυγή της Ελλάδας σε δανεισμό από τους μηχανισμούς της Ευρωζώνης με καινούργιες δεσμεύσεις, καινούργια Μνημόνια και νέα δυσβάσταχτα μέτρα.
Και αυτά που λέει ο κ. Σαμαράς «πρόσω ολοταχώς» από την επόμενη χρονιά είναι εντελώς αναξιόπιστα, όπως όλα όσα έχουν ανακοινώσει μέχρι τώρα οι κ. Σαμαράς – Βενιζέλος. Και ρωτάμε τον κ. πρωθυπουργό: Πώς είναι δυνατόν με διαλυμένη παραγωγική μηχανή, με 1,5 εκατ. ανέργους, με δυσβάσταχτη φορολογία να πάει μπροστά μια οικονομία; Τελικά η Ελλάδα, σαν ώριμο σύκο, θα πέσει στην αγκαλιά της Μέρκελ και του Σόιμπλε. δ) Το δημοσιονομικό κενό που είναι σίγουρο ότι θα εμφανιστεί στο β΄ εξάμηνο του 2015 και μετά θα καλυφθεί ασφαλώς με δανεισμό από την Ευρωζώνη και τους μηχανισμούς της και η Ελλάδα θα εξασφαλίσει γερμανική κατοχή για 50 ακόμη χρόνια. Οι εκβιασμοί και οι πιέσεις θα στοχεύουν στην επίτευξη πολιτικών και οικονομικών στόχων.
Ο πολιτικός στόχος θα είναι κυρίως η ρυμούλκηση του ΣΥΡΙΖΑ στο σύστημα, δηλαδή στη στήριξη του συστήματος, ώστε να υπάρξει ποιοτική ευθυγράμμιση ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτόν τον ρόλο τον έχει αναλάβει, καθώς δείχνουν τα πράγματα, ο κ. Βενιζέλος και τα παλαιά κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Εάν αυτό γίνει πραγματικότητα τότε στην αντίπερα όχθη θα έχουν απομείνει μόνο δύο μικρά αντισυστημικά κόμματα. Ένα της Δεξιάς και ένα της Αριστεράς. Δηλαδή η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ. Οι πολιτικοί αναλυτές της ΕΕ φαίνεται ότι θεωρούν πολύ δύσκολο ο ελληνικός λαός να προσκολληθεί στα δύο αυτά κόμματα και να τα ψηφίζει σε βουλευτικές εκλογές.
Ο στόχος σε οικονομικό επίπεδο είναι να εξακολουθήσει η ελληνική οικονομία να αναλώνεται στην προσπάθεια στήριξης του ευρώ και της γερμανικής οικονομίας. ε) Οι πρόσφατες δηλώσεις του γερμανού υπουργού Σόιμπλε πρέπει να τοποθετηθούν στο πλαίσιο των εκβιασμών και πιέσεων σε βάρος της Ελλάδος, ώστε να δεχθεί την παράταση της σημερινής κατάστασης για 50 ακόμη χρόνια. Και ο εκβιασμός είναι ότι επιθυμεί (τάχα) η Γερμανία την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Και αν αυτό αποτελεί εκβιασμό σε βάρος της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης που χάνει την έξωθεν σταθερή στήριξη, η αποχώρηση από το ευρώ και την Ευρωζώνη, για τον ελληνικό λαό θα αποτελέσει ευεργέτημα. Γιατί μετά από μια μικρή περίοδο ανωμαλίας σε οικονομικό επίπεδο, και ίσως και πολιτικό, η Ελλάδα θα αποκτήσει αυτονομία στην άσκηση οικονομικής και πιστωτικής πολιτικής και κυρίως στην άσκηση ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής που θα είναι πλέον ανάλογη με τις ανάγκες της οικονομίας μας. Οι ευρωπαϊστές, που προσφέρουν τα πάντα θυσία στο ευρώ, έχουν καλλιεργήσει τον μύθο ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού επιθυμεί την παραμονή μας στο ευρώ πάση θυσία.
Περιττό να τονίσουμε ότι έτσι όπως έχει η σημερινή οικονομική συγκυρία στο «club του ευρώ» κατατάσσεται πλέον μια μικρή μειοψηφία του ελληνικού λαού με υψηλό εισόδημα που αποταμιεύει και έχει συγκροτήσει ένα κεφάλαιο, που επιθυμεί να είναι επενδεδυμένο σε σκληρό νόμισμα.
Η μεγάλη πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού έχει αντιληφθεί ότι το ευρώ δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο του νομίσματος εκείνου που είναι ικανό να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες μιας οικογένειας. Τελειώνοντας, τη σημερινή μας παρουσίαση θα θέλαμε να σημειώσουμε το εξής:
Όλες οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ένα καλά μελετημένο σχέδιο, να συρθεί η Ελλάδα σε μια σκληρή, μακροχρόνια πολιτική λιτότητας και να αναλωθεί η ελληνική οικονομία στην προσπάθεια στήριξης του ευρώ. Σε αυτό το σχέδιο συμμετέχουν και τοπικοί παράγοντες, δεδομένου ότι χωρίς αυτούς δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί το σχέδιο αυτό σε βάρος της χώρας μας.