Γλέζος: Αν μας συμφέρει, να μείνουμε στο ευρώ

Ο πάντα μαχητικός αγωνιστής και ένθερμος υπερασπιστής των δικαιωμάτων του ελληνικού λαού, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και υποψήφιος ευρωβουλευτής Μανώλης Γλέζος, με μία και μόνο φράση του, μας έδειξε τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα μας για να βγούμε από το τέλμα στο οποίο έχει βουλιάξει η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας. Είπε ο κ. Γλέζος: «Αν μας συμφέρει, να μείνουμε στο ευρώ, εάν όχι, να επιστρέψουμε στη δραχμή». Τα λόγια αυτά σημαίνουν ότι θα πρέπει να υπάρξει μια αντικειμενική, αμερόληπτη μελέτη για τα υπέρ και τα κατά της διατήρησης του ευρώ ως εθνικού νομίσματος ή της επανόδου της χώρας μας στη δραχμή. Ασφαλώς, με βάση τα πορίσματα αυτής της μελέτης και με γνώμονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του λαού, η όποια κυβέρνηση να αποφασίσει. Περιμέναμε ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και οι αρχηγοί όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων θα υιοθετούσαν αμέσως την τόσο σωστή και εθνικά συμφέρουσα άποψη Γλέζου. Δυστυχώς δεν το είδαμε αυτό. Άκρα σιωπή από όλα τα κόμματα. Μνημονιακά και μη!

Ξεκινάμε με τη σκέψη ότι το νόμισμα είναι μέσο πραγματοποίησης των συναλλαγών και εξυπηρετικό στην απόκτηση των προς το ζην αναγκαίων, αφότου ο άνθρωπος εγκατέλειψε τον αντιπραγματισμό και τον αντικατέστησε με την εγχρήματη οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι όταν το νόμισμα δεν είναι σε θέση να διευκολύνει τις συναλλαγές και δεν επαρκεί στην ικανοποίηση των βασικών αναγκών του λαού, δεν έχει κανέναν λόγο διατήρησής του ως εθνικού νομίσματος. Και πρέπει να αναπροσαρμόζεται. Να είναι βέβαια σταθερό, να έχει όμως και ευελιξία προσαρμογής στις ανάγκες της συγκεκριμένης οικονομίας και του συγκεκριμένου λαού. Όταν δεν υπάρχει αυτή η ευελιξία, γνωστή ως νομισματική και πιστωτική πολιτική, τότε τα χρήματα καθίστανται τροχοπέδη στην ομαλή λειτουργία της οικονομίας και στη διατήρηση ανεκτού επιπέδου διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας. Νομισματικής και πιστωτικής ευελιξίας απολαμβάνουν μόνο τα κράτη που ασκούν αυτόνομη νομισματική πολιτική. Ενώ τα κράτη που έχουν ενταχθεί σε οικονομική και νομισματική ένωση, όπως, π.χ., η χώρα μας στην Ευρωζώνη, δεν ασκούν αυτόνομη πολιτική στον νομισματικό και πιστωτικό τομέα. Την πολιτική, στις περιπτώσεις αυτές, την καθορίζουν υπερεθνικά όργανα, που συνηθίζουν να λαβαίνουν αποφάσεις εξυπηρετικές για τα συμφέροντα των ισχυρών κρατών-μελών. Επομένως, για την Ελλάδα δεν τίθεται θέμα ευελιξίας του ευρώ. ‘Η το δέχεσαι, έστω και αν είναι καταστρεπτικό για την οικονομία σου ή αποχωρείς από την Ευρωζώνη και επανέρχεσαι στο εθνικό νόμισμα (δηλαδή στη δραχμή), με ό,τι συνεπάγεται αυτό για μια νομισματική μεταρρύθμιση. Για τους λόγους αυτούς, η ένταξη σε μια οικονομική και νομισματική ένωση πρέπει να γίνεται με θωρακισμένη οικονομία. Η Ελλάδα μπήκε στην Ευρωζώνη με αθωράκιστη οικονομία και με ψεύτικα μακροοικονομικά στοιχεία, μαγειρεμένα από την κυβέρνηση Σημίτη, η οποία φέρει ακέραια την ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση. Και αφού προηγουμένως είχε ξεζουμίσει τον ελληνικό λαό με την απάτη του χρηματιστηρίου (1999-2000), το σπρώξιμο στην υπερκατανάλωση με την αλόγιστη πιστωτική επέκταση των τραπεζών και την υπερχρέωσή του. Με τη σπάταλη πολιτική της κυβέρνησης εκείνης και τις λαμογιές πολλών αξιωματούχων, το κράτος υπερχρεώθηκε, ενώ με τη διαπλοκή και τη διαφθορά του κρατικού μηχανισμού να βασιλεύει, σύρθηκε η ελληνική οικονομία στην Ευρωζώνη. Και, βέβαια, η Ευρωζώνη μας δέχτηκε, καθώς ήταν εύκολο να εκμεταλλευτεί αυτές τις οικονομικές αλλά και ηθικές αδυναμίες μας.

Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι με τα Μνημόνια, τις συνταγές της «τρόικας» και την πολιτική τυφλής υπακοής στις διαταγές των δανειστών μας, όλα τα επιχειρήματα υπέρ του ευρώ, που προβάλλουν οι ευρωπαϊστές αυτά τα τέσσερα τελευταία χρόνια, έχουν πλέον εντελώς αποδυναμωθεί. Η τάχα σταθερότητα των τιμών είδαμε ότι μετατράπηκε σε υπερπληθωρισμό. Σε σύγκριση με την εποχή της δραχμής, οι τιμές έχουν τετραπλασιαστεί, ενώ οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν μειωθεί στο μισό. Οι αξίες των περιουσιακών στοιχείων (ακινήτων, οικοπέδων, αυτοκινήτων κ.λπ.) έχουν φτάσει σε εξευτελιστικό επίπεδο. Η πολυδιαφημισμένη εγγύηση των καταθέσεων αποτελεί πλέον παρελθόν. Οι τραπεζικοί λογαριασμοί κατάσχονται για ασήμαντα οφειλόμενα ποσά στο κράτος, στις τράπεζες, στα ασφαλιστικά ταμεία κ.λπ. Και οι πολίτες διερωτώνται: Είμαστε στο ευρώ για την ασφάλεια των καταθέσεων, ώστε να μπορούν να τις αρπάξουν οι κάθε λογής επιτήδειοι υψηλόμισθοι και σπάταλοι του συστήματος; Ή για να τις βρουν οι δανειστές του κράτους μας; Η αγορά ακινήτων έχει κυριολεκτικά διαλυθεί. Πλήρης άπνοια, αφού λόγω υπερφορολόγησης δεν υπάρχει ζήτηση και αυτό έχει προκαλέσει σχεδόν παύση των αγοραπωλησιών και πτώση των τιμών κατά 50% περίπου. Και η οικοδομική δραστηριότητα αποτελεί βασικό κλάδο που κινεί την οικονομία και συνεισφέρει σημαντικά στην αποφυγή της ανεργίας και της ύφεσης. Άραγε η επιστροφή στη δραχμή θα μπορούσε να έχει περισσότερο αρνητικές επιπτώσεις; Ασφαλώς όχι. Και οι πολίτες διερωτώνται: Προστατεύτηκαν τα ακίνητα από την παραμονή μας στο ευρώ για να τα βρει το κράτος, να τα υπερφορολογήσει και τελικά να κατασχεθούν; Η πτώση του οικογενειακού εισοδήματος προκάλεσε κάθετη πτώση του βιοτικού επιπέδου του Έλληνα. Δεν μπορεί να αγοράσει τώρα ούτε πετρέλαιο για να ζεσταθεί, ούτε φάρμακα, ούτε βενζίνη για να κινήσει το αυτοκίνητό του. Με τα λίγα «ευρουδάκια» που καταφέρνει να κερδίσει, καλύπτει τις πλέον απαραίτητες για τη διατροφή της οικογένειάς του δαπάνες. Γι’ αυτό λοιπόν μπήκαμε και παραμένουμε στο ευρώ; Για να γίνουμε αξιοθρήνητοι και αναξιοπρεπείς και να μας περιφρονούν οι παχυλά αμειβόμενοι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης και της ΕΕ;

Ξεφυλλίζοντας, προ ημερών, το αρχείο μου, στο οποίο διατηρώ πολλά ενδιαφέροντα άρθρα του ελληνικού και ξένου Τύπου, έπεσα σε δημοσίευμα της «Καθημερινής» (Σάββατο 31-12-2011, Κυριακή 1-1-2012, σελ. 5) στο οποίο η έγκριτη συστημική δεξιά εφημερίδα δημοσίευσε συνέντευξη του διοικητή της ΤτΕ κ. Προβόπουλου στον Αλέξη Παπαχελά, σχετική με τις επιπτώσεις που θα προκύψουν αν η χώρα μας επανέλθει στη δραχμή. Από όσα είπε στη συνέντευξη αυτή ο κ. Προβόπουλος, προκύπτει ότι τώρα που μείναμε στο ευρώ έχουμε υποστεί πολύ χειρότερα. Και ενώ τα «βάσανα» από την επιστροφή της δραχμής έχουν ημερομηνία λήξης και μάλιστα σύντομη, όπως αναγνωρίζει και ο διοικητής, οι επιπτώσεις από την παραμονή στο ευρώ με κάθε θυσία δεν φαίνεται να έχουν τελειωμό. Ασφαλώς, μια νομισματική μεταρρύθμιση έχει προβλήματα και δημιουργεί δυσκολίες στην αρχική φάση της πραγματοποίησής της. Και ο κ. Προβόπουλος, ως διακεκριμένος οικονομολόγος (συστημικός βέβαια), γνωρίζει πολύ καλά ότι η ένταση, το εύρος και ο αριθμός των προβλημάτων που δημιουργεί μια νομισματική μεταρρύθμιση συναρτάται και με τον σωστό ή όχι σχεδιασμό της από την κυβέρνηση που την πραγματοποιεί. Ο ελληνικός λαός πλήρωσε ακριβά και πληρώνει (και θα πληρώνει) την ένταξή μας στην Ευρωζώνη. Οι δυτικοί σύμμαχοι και συνεταίροι μας προσφέρουν «φύκια που τα πληρώνουμε τελικά για μεταξωτές κορδέλες».

Ο ελληνικός λαός πρέπει όμως να συνειδητοποιήσει ότι για όλα δεν φταίει μόνο το ευρώ. Υπάρχουν άλλοι πολλοί φταίχτες -θεμελιωτές της σημερινής κατάστασης- που τους σκεπάζει το προστατευτικό δίχτυ του συστήματος. Και φυσικά υπάρχει και η μερίδα ευθύνης του λαού μας, που δεν κατάφερε μέχρι σήμερα να θέσει στο περιθώριο τους τυφλά αφοσιωμένους στο σύστημα πολιτικούς. Αυτούς που δεν πονάνε τον ελληνικό λαό, αλλά επιδιώκουν να έχουν κάποιο αξίωμα για να παρουσιάζονται ως ηγέτες και στην Ευρώπη. Τώρα μας δίνεται η ευκαιρία να διορθώσουμε το λάθος αυτό, με την ψήφο μας στις ευρωεκλογές.

Τα συμπεράσματα από τη σημερινή μας παρουσίαση είναι:

α) Έχει καταστεί πλέον εμφανές ότι το ευρώ και τα υπέρ αυτού πλεονεκτήματα έχουν πλήρως αποδυναμωθεί. Το σκληρό νόμισμα εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των λίγων μεγαλοεισοδηματιών, ενώ ο εργαζόμενος λαός υποφέρει τα πάνδεινα χωρίς τέλος.

β) Μια από τις βασικές αιτίες της σημερινής άθλιας οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της χώρας μας είναι και ο καταστρεπτικός σχεδιασμός της δημοσιονομικής προσαρμογής. Στην περίπτωση της χώρας μας εφαρμόστηκε μια αποτυχημένη συνταγή βίαιης, μονομερούς (σε βάρος μόνο των εργαζομένων) και βραχύχρονης (αδικαιολόγητα σύντομης) δημοσιονομικής προσαρμογής, πολύ πέρα από τις αντοχές της οικονομίας μας. Και

γ) Οι ρίζες της σημερινής κατάστασης είναι πολλές (παλαιές και πρόσφατες) και πολύ βαθιές. Δεν αρκεί μόνο να αναζητηθούν ευθύνες. Πρέπει να χτυπηθούν με ριζοσπαστικά μέτρα όσα αίτια έχουν προκαλέσει τη σημερινή κατάσταση. Αν θέλουμε στο μέλλον να μη δρέψουμε τους ίδιους πικρούς καρπούς. Δυστυχώς η σημερινή κυβέρνηση είναι εντελώς ανίκανη για το έργο αυτό. Για τον απλούστατο λόγο ότι σχεδόν σε όλα τα προβλήματα προσπαθεί να βρει τους υπαίτιους (για να τους έχει στο χέρι, δηλαδή υπόδουλους) και δεν δίνει λύση στα προβλήματα. Και το χειρότερο είναι ότι σπρώχνει σε παραβατικότητα δημόσια όργανα και τους εξασφαλίζει με νόμο το ακαταδίωκτο. Αυτό μας θυμίζει τον δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο, που έλεγε στους δημοσίους υπαλλήλους: «Παρανομήστε, να σας παρασημοφορήσω»!


Σχολιάστε εδώ