Δέκα χρόνια μετά το «ΟΧΙ» στο Σχέδιο Ανάν
Διεπράχθησαν στρατηγικά λάθη και μετά το συντριπτικό και υπερκομματικό «ΟΧΙ» του Κυπριακού λαού. Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν θα έπρεπε να οδηγήσει σε στρατηγική επανατοποθέτηση του Κυπριακού. Η περιβόητη διζωνική ομοσπονδία, που είχε προβληθεί ως η βάση και το πλαίσιο του σχεδίου Ανάν, θα έπρεπε οριστικά να παραμερισθεί ως έκτρωμα που εισάγει τον φυλετικό και εθνικό διαχωρισμό και μια ψευδεπίγραφη «ισότητα» μεταξύ δύο άνισων μερών που μεταφράζεται σε υποδούλωση της πλειοψηφίας στη μειοψηφία και μέσω αυτής στην Άγκυρα. Η ένταξη ολόκληρης της Κυπριακής Δημοκρατίας, περιλαμβανομένης της κατεχόμενης βόρειας Κύπρου, δημιουργούσε μια νέα κατάσταση. Η Τουρκική κατοχή ισοδυναμούσε με κατοχή Ευρωπαϊκού εδάφους. Το Ευρωπαϊκό κεκτημένο προσέφερε ένα νέο πλαίσιο για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων όλων των κατοίκων της Κύπρου, χωρίς οποιαδήποτε φυλετική ή θρησκευτική διάκριση.
Οι ίδιες όμως δυνάμεις, που είχαν παραγάγει το σχέδιο Ανάν, με συνεχείς πιέσεις και εκβιασμούς προς την Ελληνική πλευρά, ανασυντάχθηκαν μετά το «ΟΧΙ» και άρχισαν νέες πιέσεις, εκβιασμούς και απειλές για να διατηρήσουν τον εγκλωβισμό της Ελληνικής πλευράς στο ίδιο διπλωματικό πλαίσιο.
Ανελήφθη από τον ξένο παράγοντα παρασκηνιακή εκστρατεία για την υπονόμευση της εκλογικής νίκης του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου στις επόμενες Προεδρικές εκλογές. Αποκαλύπτεται σήμερα ότι, κατά την κρίσιμη αυτή περίοδο, δόθηκαν από ιδιωτική εταιρεία για την υπονόμευση του Τάσσου Παπαδόπουλου 1,5 εκατ. ευρώ στο ΑΚΕΛ και 500.000 ευρώ στο κυβερνών σήμερα ΔΗΣΥ. Το θέμα διερευνάται από την Εισαγγελία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα δύο εμπλεκόμενα κόμματα δεν προσεκόμισαν μέχρι τώρα πειστικά επιχειρήματα ότι δεν αποδέχθηκαν τα χρήματα αυτά.
Περιέργως, τα δύο ανταγωνιζόμενα, κατά τα άλλα, κόμματα, ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ, συμπίπτουν στην ενδοτική πολιτική στο Κυπριακό. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ, όπως και του ΔΗΣΥ, είχε ταχθεί υπέρ του σχεδίου Ανάν το 2004. Αναγκάσθηκε ν’ ανακρούσει πρύμναν και να ταχθεί υπέρ του «ΟΧΙ» όταν πήρε τα μηνύματα από τη βάση ότι το σχέδιο Ανάν δεν περνούσε με τίποτε στη βάση του ΑΚΕΛ. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε επανειλημμένες μεταμεσονύκτιες τηλεφωνικές επικοινωνίες με τον τότε Γενικό Γραμματέα του ΑΚΕΛ Δημήτρη Χριστόφια για να τον πείσει να υποστηρίξει το «Ναι» στο δημοψήφισμα. Ο τελευταίος, με δεδομένη την απόρριψη του σχεδίου από τη βάση του κόμματός του, αδυνατούσε ν’ ανταποκριθεί θετικά στα Αμερικανικά αιτήματα. Εγγράφοντας όμως υποθήκες για το μέλλον δήλωσε, αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος: «Ψηφίσαμε ΟΧΙ για να τσιμεντώσουμε το Ναι».
Η πολιτική αυτή του ΑΚΕΛ εκφράσθηκε ανοικτά με τη διάσπαση του μετώπου του «ΟΧΙ» και την ανεξάρτητη κάθοδο του Δημήτρη Χριστόφια στις Προεδρικές εκλογές ως αντιπάλου του πρώην συμμάχου του Τάσσου Παπαδόπουλου. Η εκλογή του, με μικρή διαφορά ψήφων, με υποσχέσεις για δήθεν «λύση» που είχε συμφωνήσει με τον υποτιθέμενο ομοϊδεάτη του Τουρκοκύπριο Μεχμέτ Ταλάτ, ματαίωσε οποιαδήποτε σκέψη για στρατηγική επανατοποθέτηση του Κυπριακού.
Αντιθέτως, η «διεθνιστική» πολιτική του για την «προσέγγιση» με τους Τουρκοκυπρίους και οι συνεπόμενες πρωτοβουλίες που ανέλαβε στη βάση της πολιτικής αυτής οδήγησαν σε νέα κατολίσθηση τις θέσεις της Ελληνικής πλευράς και ενίσχυσαν τη στρατηγική των αντιπάλων της που προσπαθούσαν ανέκαθεν να παρουσιάζουν το Κυπριακό ΟΧΙ ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής, αλλά ως διακοινοτική διαμάχη.
Οι παραχωρήσεις στις οποίες προέβη στο θέμα των εποίκων, στο θέμα των περιουσιών, στο θέμα της εκ περιτροπής προεδρίας, στο θέμα της παραχωρήσεως στα 73 εκατ. υπηκόων της Τουρκίας δικαιώματος ελεύθερης διακινήσεως, εγκαταστάσεως και αποκτήσεως περιουσίας σ’ ολόκληρη την Κύπρο δημιούργησαν μια ασφυκτική κατάσταση για την Ελληνική πλευρά.
Σύσσωμη η αντιπολίτευση, περιλαμβανομένου του ΔΗΣΥ και του Προέδρου του Νίκου Αναστασιάδη, κατήγγειλαν τις μονομερείς παραχωρήσεις Χριστόφια και ζητούσαν επίμονα να ανακληθούν και σε καμιά περίπτωση να μην κωδικοποιηθούν και να καταστούν διπλωματικό κεκτημένο των συνομιλιών, όπως επεδίωκε η Τουρκική πλευρά.
Ο ειδικός σύμβουλος για το Κυπριακό του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Αλεξάντερ Ντάουνερ, εκπρόσωπος ουσιαστικά της Αγγλικής διπλωματίας, υπό τον μανδύα του ΟΗΕ, έσπευσε να κωδικοποιήσει τις παραχωρήσεις Χριστόφια υπό τη μορφή εγγράφου «συγκλίσεων» μεταξύ των δύο πλευρών. Ο Αλεξάντερ Ντάουνερ απεχώρησε από τη θέση του ειδικού συμβούλου για το Κυπριακό μετά την ενεργό παρέμβαση του Αμερικανού παράγοντα. Ο τελευταίος ανέλαβε άμεσα την πρωτοβουλία από τον Αγγλικό παράγοντα, ο οποίος όμως δεν έπαψε να διεκδικεί για τον εαυτό του εξίσου σημαντικό ρόλο. Ο Αλεξάντερ Ντάουνερ διορίσθηκε πρέσβυς της Αυστραλίας στο Λονδίνο και εξακολουθεί να μηχανορραφεί στο Κυπριακό, σε συνεργασία με τον παλαιό αρχιτέκτονα του σχεδίου Ανάν λόρδο Χάνεϋ και Κυπρίους ανταποκριτές και συνεργάτες τους.
Η ολέθρια πολιτική Χριστόφια στο Κυπριακό και η εξίσου ολέθρια οικονομική πολιτική του κατέστησαν εκλέξιμο τον απαξιωμένο, από την πολιτική του υπέρ του «Ναι» στο σχέδιο Ανάν, Νίκο Αναστασιάδη του ΔΗΣΥ. Τα δύο κόμματα, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, συμπλέουν σήμερα στον χειρισμό του εθνικού θέματος παρά τις διαφορές και τις αντιθέσεις τους στα θέματα της οικονομικής πολιτικής. Ο πρώην Πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας επαναβεβαίωσε τον έλεγχο του κόμματός του και την καθήλωσή του στην ίδια πολιτική που άσκησε ο ίδιος κατά την Προεδρία του, στο εθνικό θέμα.
Η Τουρκική πλευρά, αφού πήρε, με το «Κοινό Ανακοινωθέν» Αναστασιάδη – Έρογλου, αυτά που ήθελε, διακηρύσσει απροκάλυπτα τις αδιάλλακτες θέσεις της και περιέρχεται την οικουμένη επιδιώκοντας διεθνή αναγνώριση και αναβάθμιση.
Μόνη ελπίδα πάλι, δέκα χρόνια μετά, είναι το ΟΧΙ και η αντίσταση του Κυπριακού και του Ελληνικού λαού.