Λάθος εξίσωση
Περί τίνος πρόκειται; Ακούστε, λοιπόν. Όπως αναφέρεται στο σχετικό κείμενο της εφημερίδας, ο βουλευτής Δράμας της ΝΔ Δημήτρης Κυριαζίδης υπέβαλε μια ερώτηση στη Βουλή των Ελλήνων με την οποία ζητούσε την άρση του μνημονιακού περιορισμού στις προσλήψεις ιερέων, καθώς ειδικά στις ακριτικές μητροπόλεις και σε περιοχές όπως το Παρανέστι Δράμας το πρόβλημα έλλειψης κληρικών είναι τεράστιο.
Ο αρμόδιος υπουργός, απαντώντας στον κ. Κυριαζίδη, επιβεβαίωσε ότι και οι κληρικοί υπάγονται στον κανόνα «1 προς 5», υπενθυμίζοντας ότι με βάση το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, έως την 31η Δεκεμβρίου 2016 ο αριθμός των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών μόνιμου προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου δεν μπορεί να είναι συνολικά μεγαλύτερος από τον λόγο «1 προς 5» (μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις) στο σύνολο των φορέων. Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, οι εκκρεμότητες των διορισμών υποβάλλονται μέσω του αρμόδιου υπουργείου, προκειμένου να υπάρξει συνολική εκτίμηση των αναγκών. «Το υπουργείο, στο πλαίσιο του προγραμματισμού προσλήψεων για τα έτη 2014-2016 και των περιορισμών που τίθενται από τις διατάξεις του ν. 3833/2010, εξετάζει όλες τις περιπτώσεις διορισμών που εκκρεμούν, προκειμένου να προωθηθεί η ολοκλήρωση των σχετικών πράξεων, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις», καταλήγει η ανακοίνωση.
Έτσι και η Εκκλησία, ο θεμελιώδης αυτός θεσμός από συστάσεως του ελληνικού κράτους, κατά τον υπουργό, υπόκειται στο ίδιο καθεστώς, όπως και οποιαδήποτε υπηρεσία του Ελληνικού Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Δεν υπάρχει καμία διάκριση, ή έστω κάποια εξαίρεση, για αυτήν και τους λειτουργούς της, οι οποίοι εξομοιώνονται πλήρως με κάθε είδους δημοσίους υπαλλήλους. Ατόπημα σοβαρότατο, κατά τη γνώμη μου, και για τον υπουργό και για την κυβέρνηση γενικότερα, αφού ο κληρικός δεν είναι απλώς ένας δημόσιος υπάλληλος. Είναι λειτουργός του Υψίστου, με πολυσχιδείς αρμοδιότητες και διοικητικού αλλά και, κυρίως, πνευματικού περιεχομένου. Εκ παραχωρήσεως, όχι από την Ελληνική Πολιτεία, ο κληρικός παντός βαθμού είναι πνευματικός ηγέτης στην ενορία του ή στη μητρόπολή του, στις οποίες (ενορία και μητρόπολη) πρέπει να είναι «πόλις επάνω όρους κειμένη», με αξιοπρόσεκτη επιρροή στο ποίμνιό του. Αυτό το γνωρίζουν όλοι, «ποιμένες και ποιμενόμενοι», γι’ αυτό και ο θεσμικός ρόλος του κληρικού θα επιβιώνει «στους αιώνες των αιώνων», όπως έχει επιβιώσει επί είκοσι και πλέον αιώνες, σε πείσμα των αντιπάλων του θεοΐδρυτου χριστιανισμού. Αυτός, λοιπόν, ο «κληρικός» είναι εντελώς απαραίτητος εις την ενορία του για κάθε πνευματική προκοπή της αλλά και για καθοδήγηση των πιστών της. Οι κατά τόπον επίσκοποι, γνώστες απολύτως της ιδιότητας αυτής, προσπαθούν με κάθε νόμιμο τρόπο να καλύψουν κάθε φορά τα υφιστάμενα κενά εφημερίων στις μητροπόλεις τους και δεν είναι λίγες οι φορές που η αδήριτη ανάγκη «κάθε ενορία να έχει τον ποιμένα της» τους αναγκάζει, «με πόνο ψυχής», να χειροτονούν και υποψήφιους κληρικούς με μειωμένα προσόντα.
Αυτό μπορεί να το δει ο οιοσδήποτε πιστός και καλοπροαίρετος Έλληνας αν κάνει μια μικρή περιοδεία στην ύπαιθρο χώρα. Αλλά όλα αυτά μέχρι που ψηφίσθηκε ο προαναφερθείς ν. 3833/10, με την παραπάνω δέσμευση όσον αφορά την κάλυψη των υφιστάμενων κενών, ο οποίος στην κυριολεξία «έδεσε τα χέρια» της Εκκλησίας και των επισκόπων ειδικότερα. Αν ανατρέξει κανείς στα «Δίπτυχα» της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα δει να καταχωρίζονται αναλυτικά οι εκατοντάδες των υφιστάμενων κενών εφημερίων σε ενοριακές θέσεις.
Χιλιάδες πιστοί στερούνται ακόμη και τις Ακολουθίες των Κυριακών αλλά και τις εξομολογήσεις επί σειρά μηνών, έστω κι αν οι μητροπολίτες προσπαθούν «με έναν ιερέα» να καλύψουν πολλές ενορίες (χωρίς πάλι να μπορούν να εξυπηρετήσουν όλες τις ενορίες).
Η ίδια «στέρηση» είναι πιο έντονη κατά τις μεγάλες εορτές της χριστιανοσύνης (Χριστούγεννα, Πάσχα κ.λπ.). Όλη αυτή την όχι ευχάριστη κατάσταση δεν την είδε η Πολιτεία για να υπάρξει, όχι ευνοϊκή υπέρ της Εκκλησίας, αλλά κάποια άλλη ειδική πρόβλεψη στον προαναφερθέντα ή και σε μεταγενέστερο νόμο, ώστε για τη χειροτονία των υποψήφιων κληρικών να υπάρχει άλλη αναλογία, για μεγαλύτερη νόμιμη δυνατότητα στους μητροπολίτες να συμπληρώνουν τα υφιστάμενα και τα εκάστοτε δημιουργούμενα εφημεριακά κενά; Δεν είναι δυνατόν η συνταγματικά προβλεπόμενη ισότητα του νόμου έναντι πάντων να πλήττει ισόποσα όλους τους θεσμούς, ακόμη και τους θεμελιώδεις εκείνους του ελληνικού κράτους, όπως η Εκκλησία. Όλοι οι νόμοι προβλέπουν θεμιτές εξαιρέσεις στην εφαρμογή τους. Στην προκειμένη περίπτωση, η Εκκλησία δεν άξιζε μια τέτοια εξαίρεση, ή έστω μια διαφορετική ρύθμιση, ακόμη και μόνο για τις παραμεθόριες περιοχές, όπου το πρόβλημα έλλειψης κληρικών είναι τεράστιο; Κανείς, νομίζω, δεν θα είχε αντίρρηση. Είμαι βέβαιος για αυτό. Να περιμένω, λοιπόν, ότι ο κ. Μητσοτάκης θα επανεξετάσει το θέμα; Μάλλον αυτό θα κάνω, αφού εκ των πραγμάτων δεν έχω άλλον τρόπο να εκθέσω το πρόβλημα και να ζητήσω τη λύση του. Η ελπίδα, άλλωστε, πεθαίνει τελευταία!