Η φενάκη των δήθεν διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό και τα Μέτρα Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ)
O ίδιος ο Τουρκοκύπριος ηγέτης ανέλαβε, με δηλώσεις του, να διαψεύσει τις ερμηνείες που προέβαλε ο Κύπριος Πρόεδρος σε όλα τα σημαντικά θέματα. Από την υποτιθέμενη «ενιαία» κυριαρχία μέχρι τους Τούρκους εποίκους και το αν θα μείνουν ή θα φύγουν. Ο Τούρκος διαπραγματευτής θεώρησε επίσης σκόπιμο να «διευκρινίσει» και την Τουρκική θέση για το εδαφικό. «Δεν πρέπει να αναμένεται», είπε, «η επανάληψη των εδαφικών ρυθμίσεων του σχεδίου Ανάν. Έχουν γίνει από τότε επενδύσεις και αξιοποιήσεις στα εδάφη αυτά και δεν μπορούν να επιστραφούν»!
Το προδιαγραφόμενο αδιέξοδο θα έπρεπε να αναμένεται. Γι’ αυτούς όμως που κινούν από το παρασκήνιο τη διαδικασία των διακοινοτικών, το σημαντικό είναι αλλού. Η διαδικασία είναι μέρος της ουσίας. Η «λύση» παράγεται μέσα από τη διαδικασία και μέσα από τις παρουσιαζόμενες ως προκαταρκτικές και επιβοηθητικές διευθετήσεις.
Το πρώτο μεγάλο βήμα έγινε με το κοινό ανακοινωθέν. Η επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών αιμοδοτήθηκε από νέες αδιανόητες Ελληνικές παραχωρήσεις. Πρόκειται για πρωτοφανή περίπτωση αυταπάτης γιατί είναι αδιανόητο να υποθέσει κανείς ότι ακολουθείται συνειδητά πολιτική πλήρους συνθηκολογήσεως και εγκαταλείψεως του εθνικού αγώνα της Κύπρου.
Η ηγεσία του ψευδοκράτους άρπαξε την ευκαιρία και τα ανέλπιστα δώρα του κοινού ανακοινωθέντος και ανέλαβε διεθνή εκστρατεία για την προαγωγή της διεθνούς αναγνωρίσεώς του ως «ισοτίμου» συνιστώντος «κράτους» της κατ’ αρχήν συμφωνημένης στο κοινό ανακοινωθέν μελλοντικής «Ενωμένης Ομοσπονδίας» Κύπρου, που υποτίθεται ότι θ’ αντικαταστήσει τη σημερινή Κυπριακή Δημοκρατία.
Η επιδιωκόμενη αναβάθμιση του ψευδοκράτους, υποστηριζόμενη τη φορά αυτή από το κοινό ανακοινωθέν, που εκφράζει τη σύμφωνη γνώμη και τη συναίνεση της Ελληνικής πλευράς, υποσκάπτει την ίδια τη διεθνή βάση πάνω στην οποία εδράζεται η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι επισκέψεις των εκπροσώπων του ψευδοκράτους στα διεθνή κέντρα ισχύος, από την έδρα του ΟΗΕ ως τον Λευκό Οίκο, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ», τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο αλλά και τη Μόσχα, στέλνουν πολύ ανησυχητικά μηνύματα για το που κατολισθαίνει το Κυπριακό με την ακολουθούμενη πολιτική που παρουσιάζεται ως δήθεν «λύση».
Οι αρχιτέκτονες όμως του παρασκηνίου, που προωθούν το σενάριο για την «λύση» του Κυπριακού, επαγρυπνούν για να μην οδηγηθεί σε αδιέξοδο η διαδικασία λόγω της πλήρους Τουρκικής αδιαλλαξίας. Θέλουν με κάθε τρόπο να τη συντηρήσουν και να τη διαφυλάξουν, επιδιώκοντας να διασφαλίσουν τη «λύση» ως παράγωγο της διαδικασίας και ως τετελεσμένο γεγονός από το οποίο δεν θα μπορεί να απαγκιστρωθεί η Ελληνική πλευρά.
Επιστρατεύονται στη λογική αυτή τα περίφημα Μέτρα Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), για τα οποία γίνεται λόγος και στο κοινό ανακοινωθέν. Σε συνέχεια μιας άλλης ακατανόητης Ελληνικής υποχωρήσεως, προβάλλεται ως θέμα ΜΟΕ η επιστροφή της περίκλειστης πόλεως της Αμμοχώστου. Η επιστροφή της Αμμοχώστου ήταν μέρος της Συμφωνίας Κυπριανού – Ντενκτάς το 1979 και περιελήφθη σε ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η απόδοσή της στην Ελληνική πλευρά θα έπρεπε να γίνει ως χειρονομία καλής θελήσεως χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα.
Γιατί η σημερινή Κυπριακή ηγεσία εγκατέλειψε την αρχή αυτή και παζαρεύει ανταλλάγματα για την επιστροφή της; Γιατί δέχεται να συζητά το θέμα πάνω στη βάση Μέτρων Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) και ν’ ακυρώνει από μόνη της το σχετικό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας; Δεν αντιλαμβάνεται ότι, με τη στάση της αυτή, οδηγεί το Κυπριακό σε μια επικίνδυνη Αμμοχωστοποίηση;
Η Τουρκική πλευρά και οι ξένοι συμπαραστάτες της αυτό ακριβώς επιδιώκουν, προσβλέποντας στην Αμμοχωστοποίηση του Κυπριακού και σε μια ντε φάκτο «λύση». Η Τουρκική πλευρά αρνείται οποιαδήποτε συζήτηση για επιστροφή της Αμμοχώστου, υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι καίριο διαπραγματευτικό ατού για την Τουρκική πλευρά, ότι γι’ αυτό το συνδέει με τη συνολική «λύση».
Στο σημείο αυτό παρεμβαίνει ο ξένος παράγων, που θέλει να συντηρήσει αλλά και να προωθήσει τη διαδικασία για «λύση» του Κυπριακού. Όπως για την επίτευξη συμφωνίας στο κοινό ανακοινωθέν έπαιξε σημαντικό ρόλο η επίσκεψη στην Αθήνα και τη Λευκωσία της Αμερικανίδος υφυπουργού Εξωτερικών Βικτόριας Νούλαντ, επιχειρείται τώρα κάτι ανάλογο για τα ΜΟΕ. Επισκέφθηκε τη Λευκωσία ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών Έρικ Ρούμπιν, σε συνδυασμό με επίσκεψη του γνωστού φιλότουρκου Επιτρόπου Διευρύνσεως της ΕΕ Στέφαν Φούλε. Η ταυτόχρονη παρουσία των δύο εκφράζει συμβολικά τη συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ για τη «λύση» του Κυπριακού και αποτελούν τραγική ειρωνεία οι συνεχείς εκκλήσεις του Κυπρίου Προέδρου για αναβάθμιση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στις προσπάθειες «λύσεως» του Κυπριακού, χωρίς να διερωτάται προς ποια κατεύθυνση και με ποιους στόχους εκδηλώνεται και ενεργοποιείται αυτός ο ρόλος.
Ο Στέφαν Φούλε έριξε, τρεις εβδομάδες πριν, την ιδέα μιας «δοκιμαστικής» εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για το «απευθείας εμπόριο» για μια περίοδο πέντε ετών. Μετά την αντίδραση της Λευκωσίας έκανε ένα βήμα πίσω, συνδέοντας την εφαρμογή του Κανονισμού με την επιστροφή της περίκλειστης πόλεως της Αμμοχώστου. Άφησε δηλαδή ανοικτό το θέμα, έναντι επιστροφής της περίκλειστης Αμμοχώστου, να εφαρμοσθεί ο Κανονισμός για το «απευθείας εμπόριο», που θα ισοδυναμούσε με έμμεση αναγνώριση του ψευδοκράτους από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Αμερικανός βοηθός υπουργός Εξωτερικών προσπάθησε, από την πλευρά του, για να παρακάμψει τις δυσκολίες που δημιουργεί η Τουρκική πλευρά να σερβίρει στην Ελληνική πλευρά την ιδέα ότι, στο στάδιο αυτό, κατά το οποίο δεν είναι εφικτή η επιστροφή της Αμμοχώστου, θα αρκούσε, για να συντηρηθεί η δυναμική της «λύσεως», η έναρξη προπαρασκευαστικών εργασιών για την επιστροφή της Αμμοχώστου, με μελέτες ανοικοδομήσεως και επαναδραστηριοποιήσεως της πόλεως!
Η κατάσταση έχει εξελιχθεί κυριολεκτικά σε εμπαιγμό. Έναν επικίνδυνο όμως εμπαιγμό που οδηγεί σε αναβάθμιση και αναγνώριση του ψευδοκράτους.