Ή με τον ΣΥΡΙΖΑ ή με τη Μέρκελ, το δίλημμα που θέτει ο Τσίπρας εν όψει των εκλογών
Έτσι, ο Αλ. Τσίπρας, με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» την Παρασκευή, έσπευσε να θέσει το δίλημμα των εκλογών, το οποίο είναι: «Ή με τον ΣΥΡΙΖΑ ή με τη Μέρκελ», επιδιώκοντας έτσι να πολώσει το κλίμα και να εμφανίσει το κόμμα του ως τη μόνη δύναμη που μπορεί να βάλει φρένο στις πολιτικές που υπαγορεύει η Γερμανία σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κατά τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή και την επίσκεψη της Άνγκ. Μέρκελ στη χώρα μας, στις επικείμενες εκλογές «όποιος πιστεύει ότι η καγκελάριος έχει κάνει ορθές επιλογές κατά τη διάρκεια της κρίσης μπορεί να ψηφίσει τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ του Ευ. Βενιζέλου. Όποιος πιστεύει ότι αυτή η πολιτική είναι καταστροφική θα συνταχθεί με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ».
Στελέχη του κόμματος, παρατηρώντας την τακτική της συγκυβέρνησης, διαβλέπουν το ξεδίπλωμα μιας στρατηγικής που οδηγεί και σε βουλευτικές εκλογές μαζί με τις ευρωεκλογές, η οποία ίσως να επανεξετάζεται μετά την υπόθεση Μπαλτάκου.
Το 500άρικο σε ένστολους και σε ευπαθείς ομάδες από το πλεόνασμα, η έξοδος στις αγορές και οι σχετικοί προπαγανδιστικοί πανηγυρισμοί, η επίσκεψη στήριξης της Μέρκελ, η επικείμενη πιστοποίηση από τη Eurostat του ελληνικού πλεονάσματος και πιθανόν τα μέτρα για την ελάφρυνση -με όποιον τρόπο- του δημοσίου χρέους αποτελούν, λένε, κομμάτια ενός πάζλ που δημιουργεί την εντύπωση σε στελέχη του Μαξίμου ότι υπάρχει ένα ευνοϊκό για την κυβέρνηση κλίμα που πρέπει να το εκμεταλλευτεί τώρα που είναι «ζεστό». Εάν, σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, στις ευρωεκλογές η συγκυβέρνηση χάσει με διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε θα αρχίσει η σταθερή αποσύνθεσή της, που δεν θα μπορεί με κανέναν τρόπο να ανακοπεί, πολύ περισσότερο που για την εκταμίευση μέρους της δόσης του δανείου τον Ιούλιο απαιτούνται νέα μέτρα που θα συνιστούν ένα νέο Μνημόνιο, κάτι που δύσκολα θα αντέξει η σημερινή κυβέρνηση.
Στην Κουμουνδούρου, πάντως, εμφανίζονται σίγουροι ότι όποια τακτική και να ακολουθήσει η συγκυβέρνηση δεν πρόκειται να γλιτώσει την ήττα στις ευρωεκλογές ή τις βουλευτικές εκλογές, αφού βλέπουν ότι οι -πολλές- δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος καταγράφουν ότι η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ έχει πλέον παγιοποιηθεί και η διαφορά κυμαίνεται από το 1,5% και φτάνει μέχρι και το 3%.
Κάνουν λόγο για κινήσεις πανικού της κυβέρνησης, η οποία έσπευσε να μεταθέσει για μετά το Πάσχα την προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση στη Βουλή για το σκάνδαλο Μπαλτάκου, ευελπιστώντας ότι μέχρι τότε το θέμα θα έχει ξεθυμάνει και θα κυριαρχούν στην επικαιρότητα -με τη βοήθεια των κυρίαρχων Μέσων Ενημέρωσης- οι «μεγάλες επιτυχίες της κυβέρνησης που βγάζει επιτέλους τη χώρα από την κρίση».
Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αιφνιδιάστηκαν από την όλη ιστορία που προκλήθηκε με την έξοδο της χώρας για δανεισμό στις αγορές, αφού είχαν πληροφόρηση «από μέσα» ότι κάτι τέτοιο επίκειται και είναι συμφωνημένο με την «τρόικα», εξ ου και ο Αλ. Τσίπρας πριν από λίγο καιρό, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «RealNews», έσπευσε «να κάψει» το σενάριο «επιτυχίας» κάνοντας λόγο για στημένη ενέργεια.
Αρκετοί είχαν απορήσει και είχαν αμφισβητήσει την εν λόγω καταγγελία, αλλά όπως είχε πει πριν από καιρό έμπειρο κοινοβουλευτικό στέλεχος, τα ανώτερα στρώματα του Δημοσίου αλλά και ευρύτερα του συστήματος (τραπεζικού και άλλου) πιάνουν τα μηνύματα των καιρών και έτσι φροντίζουν να βρουν άκρη με «τον επερχόμενο» πουλώντας κρίσιμες πληροφορίες και εκδούλευση προκειμένου να διασωθούν την επόμενη μέρα.
Με βάση τα παραπάνω, ο Αλ. Τσίπρας εκτίμησε ότι έχει κάθε λόγο να βγει επιθετικά και να καταγγείλει ότι η επίσκεψη Μέρκελ είναι μέρος ενός σχεδίου για τη στήριξη του Αντ. Σαμαρά εν όψει των εκλογών και να προειδοποιήσει ότι πρέπει να ετοιμάζεται γιατί σύντομα θα έχει απέναντί της μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ η οποία «θα διαπραγματεύεται πραγματικά και σκληρά».
Επί της ουσίας, στον ΣΥΡΙΖΑ τονίζουν ότι η περιβόητη έξοδος στις αγορές εξυπηρετεί προεκλογικές σκοπιμότητες «μιας κυβέρνησης που παραπαίει».
«Πρόκειται», καταγγέλλουν, «για μια πολύ “ακριβή” έξοδο στις αγορές, που αποδυναμώνει τις διαπραγματευτικές ικανότητες της χώρας, ενώ δεν σηματοδοτεί την έξοδο από το Μνημόνιο».
Κατά τον ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση στην ουσία διαβεβαιώνει ότι δεν θα ζητήσει τη διαγραφή ούτε ενός ευρώ από το δυσβάσταχτο χρέος, προσφέροντας έτσι τις καλύτερες υπηρεσίες προς τους δανειστές και τις χειρότερες προς τον ελληνικό λαό.
Σύμφωνα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «δεν μπορούν να κρύψουν πίσω από μια έξοδο στις αγορές, που εξυπηρετεί ένα πολύ μικρό μέρος των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας, τα κοινωνικά και οικονομικά ερείπια του Μνημονίου ούτε τα συμφωνηθέντα για μετά τις εκλογές μνημονιακά μέτρα.
«Δεν μπορούν να συγκαλύψουν το τεράστιο έγκλημα εις βάρος της χώρας, αποτέλεσμα της τακτικής του καλού μαθητή της Μέρκελ, που όχι μόνο δεν διαπραγματεύεται για τη βιώσιμη αναδιάρθρωση του χρέους, αλλά προσθέτει και νέα βάρη σε μια οικονομία που δεν μπορεί να τα σηκώσει».
Μάλιστα, ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος Π. Σκουρλέτης, σε συνέντευξή του στον κομματικό ραδιοσταθμό Στο Κόκκινο, εκτίμησε ότι η προεκλογικής σκοπιμότητας έξοδος στις αγορές εξυπηρετεί πρωτίστως την Άνγκ. Μέρκελ και δευτερευόντως τον Αντ. Σαμαρά, αφού, όπως είπε, επειδή και η καγκελάριος βρίσκεται και αυτή σε προεκλογική περίοδο εν όψει των ευρωεκλογών, «θα πάει να πει στη γερμανική κοινή γνώμη ότι το πρόγραμμα πέτυχε, η Ελλάδα στέκεται στα πόδια της, δεν της δανείζουμε εμείς, δανείζεται μόνη της, ο Αντ. Σαμαράς θα λέει ότι τώρα ξαναβγαίνουμε στις αγορές έπειτα από χρόνια και μάλιστα διανέμουμε και το πλεόνασμα».
Μπορεί να επικρατεί στην Κουμουνδούρου μια σχετική ευφορία για τη σταθερή πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και να εκπέμπονται μηνύματα ότι η σημερινή συγκυβέρνηση έχει τελειώσει, ωστόσο οι πλέον έμπειροι έχουν επίγνωση ότι στις εκλογές -ειδικά τις βουλευτικές-, λόγω της πρωτοφανούς πόλωσης, «θα πέσουν κορμιά». Υπενθυμίζουν ότι το 2012, στο διάστημα ανάμεσα στις εκλογές του Μαΐου και του Ιούνιου, έλαβε χώρα μια άνευ προηγουμένου επιχείρηση τρομοκράτησης των ψηφοφόρων όχι μόνο από το εσωτερικό, αλλά και από το εξωτερικό, η οποία τελικά οδήγησε στην οριακή, τελικά, επικράτηση της ΝΔ.
Έτσι είναι έτοιμοι «για όλα» και όπως εκτίμησε ο Π. Σκουρλέτης, αυτή τη φορά οι πιέσεις δεν θα έχουν την ίδια αποτελεσματικότητα, με δεδομένο ότι «η παρουσία του Αλ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ αυτά τα δύο χρόνια στον ευρωπαϊκό χώρο και η αποδοχή της υποψηφιότητάς του για την προεδρία της Κομισιόν έχουν δημιουργήσει αντικειμενικά ένα διαφορετικό κλίμα που θα κάνει όλες αυτές τις δηλώσεις να φαντάζουν λίγο γραφικές και αστείες. Αλλά οπωσδήποτε θα υπάρχουν κινήσεις παρέμβασης».
Σήμερα στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ αποφασίζεται η πολιτική διακήρυξη εν όψει των ευρωεκλογών καθώς και το ψηφοδέλτιο. Οι τελευταίες πληροφορίες ανέφεραν ότι σε αυτό θα είναι ο Δ. Παπαδημούλης και η Σ. Σακοράφα όπως επίσης και ο νυν ευρωβουλευτής Ν. Χουντής. Σίγουρος θεωρούταν ο υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του κόμματος Γ. Μηλιός, ενώ στα πλαίσια της απόφασης να μετέχουν κατά 50% συνεργαζόμενοι αναμένεται να είναι υποψήφιοι πανεπιστημιακοί όπως ο συνταγματολόγος Γ. Κατρούγκαλος και εκπρόσωποι των κινημάτων που έδωσαν τον τόνο το τελευταίο διάστημα όπως οι καθαρίστριες.