Νίκη με ερωτηματικά για τον Ερντογάν

Η εκλογική αναμέτρηση, μετά τις διαδηλώσεις του καλοκαιριού, τη σύγκρουση με τον Γκιουλέν και τη συνεχή αποκάλυψη σειράς σκανδάλων διαφθοράς είχε πλέον λάβει δημοψηφιστικό, ή ακόμη περισσότερο, υπαρξιακό χαρακτήρα. Τόσο για την επιβίωση του ίδιου του Ερντογάν όσο και για το χαρακτήρα του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία και την επικράτηση ενός συντηρητικού – ισλαμικού συστήματος αξιών στη χώρα. Με αυτά τα δεδομένα το ποσοστό του 45,5% που κατάφερε να εξασφαλίσει ο τούρκος πρωθυπουργός (το ΑΚΡ στις δημοτικές εκλογές του 2009 είχε λάβει 38,8% ενώ στις εθνικές του 2011 σχεδόν 50%), με το Κεντροαριστερό Ρεπουμπλικανικό κόμμα ν’ ακολουθεί με 28% και το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Μπαχτσελί να καταγράφει ένα 15%, αποτελεί προσωπική νίκη και του ανοίγει την πόρτα για τη διεκδίκηση της προεδρίας της χώρας. Ισχυρό ρυθμιστικό ρόλο αποκτά πλέον το κουρδικό κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας (BDP) το οποίο παρότι σε εθνικό επίπεδο φτάνει το 6%, στη ΝΑ Τουρκία πήρε τρεις δήμους από το ΑΚΡ και ανεβάζοντας τον αριθμό όσων ελέγχει από 8 σε 11, με κεντρικό σύνθημα ότι οι δημοτικές εκλογές ήταν δημοψήφισμα για την αυτονόμηση των κουρδικών περιοχών. Η χώρα βγαίνει από την αναμέτρηση αυτή βαθιά διχασμένη, σπασμένη στην πραγματικότητα σε τρία κομμάτια (ισλαμιστές συντηρητικούς, κοσμικούς, Κούρδους), με το υπόλοιπο 45% των πολιτών απέναντι στον τούρκο πρωθυπουργό και τις επιλογές του και με το φόβο για αντίποινα, την εκατέρωθεν οργή και την καχυποψία να βασιλεύουν στη χώρα.

Ζητήματα που θα κρίνουν τη σταθερότητα της Τουρκίας στο επόμενο διάστημα θα είναι το αν ο Ερντογάν θα μείνει σε διχαστική πορεία ή θα κινηθεί συμφιλιωτικά, το αν θα αφεθεί η δικαστική έρευνα για τα σκάνδαλα διαφθοράς να προχωρήσει και η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για το Κουρδικό. Ανοιχτό είναι το αν ο Ερντογάν θα επιδιώξει να μεταπηδήσει στην προεδρία, με τον Γκιουλ να είναι υποψήφιος πρωθυπουργός στις εθνικές εκλογές του 2015. Κομβική για την περιφερειακή σταθερότητα θα είναι η εξωτερική πολιτική που θα ακολουθήσει από εδώ και πέρα ο τούρκος πρωθυπουργός, όπως και η στάση που θα κρατήσει η Δύση απέναντί του.

Ηγέτης της μισής, ή ολόκληρης της Τουρκίας;

Τούρκοι αναλυτές επισημαίνουν ότι διαχρονικά η Κεντροδεξιά έχει την προτίμηση του 60% περίπου της τουρκικής κοινωνίας, και όσο ο Ερντογάν δεν αντιμετωπίζει ικανό αντίπαλο εκεί θα συνεχίσει να έχει την πρωτοκαθεδρία. Επισημαίνεται ακόμη ότι όσο η οικονομία πάει καλά και δεν απειλείται το επίπεδο ζωής που εξασφάλισε τα τελευταία 12 χρόνια το ΑΚΡ, δύσκολα θα αμφισβητηθεί ο τούρκος πρωθυπουργός. Στα χρόνια της διακυβέρνησης Ερντογάν δημιουργήθηκε μια ευρεία μεσαία τάξη θρησκευόμενων συντηρητικών (κυρίως στην Ανατολία και σε Πόλη και Άγκυρα όπου έχουν συγκεντρωθεί εκατομμύρια εσωτερικοί μετανάστες), από ανθρώπους που πριν ήταν φτωχοί και περιθωριοποιημένοι. Ακόμη περισσότερο, οι κοινωνικές αξίες αυτών των τούρκων πολιτών, από περιθωριακές, γραφικές και επικριτέες κατέληξαν να είναι οι επικρατούσες στην τουρκική κοινωνία. Αυτά είναι τα πλήθη που στήριξαν τον Ερντογάν και πείστηκαν ότι η αποκάλυψη των σκανδάλων ήταν στην πραγματικότητα απόπειρα πραξικοπήματος κόντρα στην κυβέρνηση του ΑΚΡ. Είναι εντυπωσιακό ότι, σύμφωνα με τα exit polls, το 75% των οπαδών του ΑΚΡ δήλωσε ότι δεν επηρεάστηκε καθόλου από τις αποκαλύψεις, το 20% ότι ενίσχυσαν την υποστήριξή τους για το κόμμα τους ενώ μόλις το 5% μετακινήθηκε κομματικά.

Ο ακραία, όμως, διχαστικός λόγος και ρόλος που ο τούρκος πρωθυπουργός αυξανόμενα από το καλοκαίρι έχει υιοθετήσει του στερούν ένα από τα μεγαλύτερα ατού του: Την ικανότητα να δημιουργεί ευρείες συναινέσεις στην τουρκική κοινωνία. Επιπλέον με την ένταση που επικρατεί, και με το γεγονός ότι ο Ερντογάν εν όψει των προεδρικών εκλογών φαίνεται διατεθειμένος να ανεβάσει τους τόνους ακόμη περισσότερο, θα συνεχιστεί, σαν σε καζάνι που βράζει, η διαρκής αναταραχή στη χώρα.

Διαπραγμάτευση για το Κουρδικό

Με την πόλωση στα άκρα οι Κούρδοι γνωρίζουν καλά ότι χωρίς αυτούς ο Ερντογάν προεδρικές εκλογές δεν κερδίζει. Θα επιμείνουν λοιπόν στα αιτήματά τους που ξεκινούν από την αλλαγή του τουρκικού Συντάγματος, την αναγνώριση των κουρδικών δομών στη ΝΑ Τουρκία και την απελευθέρωση ή την κράτηση σε κατ’ οίκον περιορισμό του Οτσαλάν και φτάνουν ακόμη και στη διεκδίκηση καθεστώτος αυτονομίας. Δεν είναι καθόλου βέβαιο όμως ότι ο τούρκος πρωθυπουργός θα μπορέσει να προχωρήσει στις θεμελιακές για την Τουρκία αυτές αλλαγές με τη μισή χώρα απέναντί του.

Προεδρικές εκλογές

Δεδομένη είναι η φιλοδοξία του Ερντογάν να κερδίσει τις πρώτες τουρκικές προεδρικές εκλογές που θα διεξαχθούν με άμεση λαϊκή ψηφοφορία τον Αύγουστο. Η δήλωσή του την Παρασκευή ότι δεν θα αλλάξει τον εσωτερικό κανονισμό του ΑΚΡ που απαγορεύει τρίτη βουλευτική θητεία στα στελέχη του (το οποίο θα ήταν αναγκαίο για να είναι για τρίτη φορά υποψήφιος πρωθυπουργός το 2015) δείχνει ότι μάλλον θα διεκδικήσει την προεδρία. Η διαβεβαίωσή του ότι δεν θα γίνουν πρόωρες εθνικές εκλογές ταυτόχρονα με τις προεδρικές (όπου ο νυν Πρόεδρος Γκιουλ δεν θα επιτρεπόταν να είναι υποψήφιος) αποτελεί ένδειξη ότι θα εξακολουθήσει να λειτουργεί ως δίδυμο με τον σημερινό Πρόεδρο της χώρας. Με μικρές διαφοροποιήσεις, ο Γκιουλ στήριξε μέχρι σήμερα τον Ερντογάν διαψεύδοντας όσους ήλπιζαν, στο εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας, ότι θα λειτουργούσε ως αντίπαλον δέος ισορροπώντας τον, τρικυμιώδη πλέον, τούρκο πρωθυπουργό. Παρόλα αυτά στενοί του συνεργάτες διαρρέουν ότι δεν είχε περιθώριο να κινηθεί διαφορετικά και ότι αν πάρει τη θέση του πρωθυπουργού θα επιδιώξει να επαναφέρει τη χώρα σε πορεία μεταρρυθμίσεων και συνεργασίας με τη Δύση και θα βάλει τέλος στον τυχοδιωκτισμό της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν, ιδιαίτερα στο Συριακό.

Δύσκολες σχέσεις με τη Δύση

Από τις διαδηλώσεις του καλοκαιριού και έπειτα οι σχέσεις του τούρκου πρωθυπουργού με ΗΠΑ και ΕΕ βρίσκονται σε μεγάλη δοκιμασία. Ο κύριος λόγος που προβάλλεται είναι η καταπάτηση των δημοκρατικών ελευθεριών, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της ελευθερίας της ενημέρωσης στην Τουρκία. Όμως η υποστήριξη του τούρκου πρωθυπουργού για ακραίες ισλαμιστικές ομάδες στη Συρία, η πολεμική του απέναντι στο Ισραήλ και η στήριξη στη Χαμάς, και, τέλος, η συστηματική βοήθεια που παρείχε στο Ιράν «ξεπλένοντας» τα ιρανικά κέρδη από εξαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου ώστε η Τεχεράνη να ξεφεύγει από τις διεθνείς κυρώσεις είναι που τον καθιστούν πλέον επικίνδυνο, κατά τη Δύση. Παρότι ο Πούτιν ήταν ο πρώτος που φρόντισε να τον συγχαρεί για τη νίκη του, η γενική ομολογία είναι ότι τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας ταυτίζονται με αυτά του ΝΑΤΟ και των δυτικών, καθώς με τη Ρωσία ανταγωνίζονται για τον ίδιο ζωτικό χώρο. Επιπλέον η Τουρκία δεν αναμένεται να αφεθεί στην τύχη της (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) καθώς είναι στρατηγικά απαραίτητη χώρα για τη Δύση.


Σχολιάστε εδώ