Εκλογές στην Τουρκία. Ποια θα είναι η επόμενη μέρα;

Στις περισσότερες επαρχίες της χώρας νίκησε το ΑΚΡ, το κόμμα του κ. Ερντογάν. Ο τελευταίος είχε θέσει τον πήχη στο ποσοστό του 38%, που είχε λάβει στις ίδιες τελευταίες εκλογές, το οποίο και ξεπέρασε. Χάνει ωστόσο, σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του 2011, ένα ποσοστό περίπου της τάξεως του 4%.

Το τελευταίο τούτο, βέβαια, δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο τούρκος πρωθυπουργός είναι ο νικητής των εκλογών της 30ής παρελθόντος μηνός.

Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), δηλαδή οι κεμαλιστές, που αποτελούν τη μείζονα αντιπολίτευση στην Τουρκία, έλαβαν ποσοστό 28%. Τούτο αντιστοιχεί σε μικρή μόνον αύξηση της δύναμής του, ενώ επανέκαμψαν στην πολιτική σκηνή οι ακροδεξιοί Γκρίζοι Λύκοι του κόμματος Εθνικιστικής Δράσης με ποσοστό 15,3%.

Όσον αφορά τους Κούρδους, τους οκτώ δήμους που κέρδισαν στις τελευταίες εκλογές, τους αύξησαν σε 11.

Αναλύοντας τα εκλογικά αποτελέσματα προκύπτει ότι οι Κούρδοι έλαβαν περί του 6% του εκλογικού ποσοστού στο σύνολο της τουρκικής επικράτειας. Τούτο έρχεται σε έκδηλη αντίφαση με την πληθυσμιακή τους σύνθεση, αφού οι σχετικές εκτιμήσεις, που δεν συμπίπτουν μεταξύ τους, τους ανεβάζουν από 11 μέχρι 20 εκατ. περίπου. Υπό αυτή τη συλλογιστική και με ένα κατά προσέγγιση υπολογισμό, προκύπτει ότι το υπόλοιπο ποσοστό μάλλον εψήφισε υπέρ των υποψηφίων του ΑΚΡ, δηλαδή υπέρ του κυβερνώντος κόμματος.

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στις πόλεις με κουρδικούς πληθυσμούς, οι κεμαλιστές έλαβαν ελάχιστα ποσοστά, καθιστώντας την εκεί παρουσία τους ανύπαρκτη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ντιαρμπακίρ, όπου οι κεμαλιστές συγκέντρωσαν ποσοστό 0,9%.

Τους δύο μεγάλους δήμους της χώρας, την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, κέρδισε και πάλι το ΑΚΡ του κ. Ερντογάν, νίκη που ενέχει και μεγάλη συμβολική σημασία, ειδικά η πρώτη, αφού ανέκαθεν εθεωρείτο το προπύργιο του τούρκου πρωθυπουργού και το 2002 αποτέλεσε το εκλογικό του ορμητήριο προς κατάκτηση της εξουσίας.

Παρά τα μεγάλα προβλήματα που η χώρα αντιμετωπίζει στο εσωτερικό, ο κ. Ερντογάν επεβλήθη όλων των αντιπάλων του. Οι διαδηλώσεις της πλατείας Γκεζί, οι υποκλοπές, τα σκάνδαλα που καταγγέλθηκαν και εμπλέκουν πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντός του και κυβερνητικούς αξιωματούχους δεν επτόησαν τους ψηφοφόρους του που στην κυριολεξία «έκλεισαν τα αυτιά και τα μάτια τους», όπως τους είχε ζητήσει ο αρχηγός τους. Άλλος πολιτικός πάντως στην θέση του κ. Ερντογάν δεν θα είχε αντέξει.

Τελικά είναι προφανές ότι οι εκτοξευθείσες κατηγορίες εναντίον του και η κριτική που του ασκήθηκε, λειτούργησαν συσπειρωτικά για τους οπαδούς του.

Ο κ. Ερντογάν, που είναι ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Τουρκίας, ασφαλώς βλέπει με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον του. Δικαιολογείται όμως η αισιοδοξία αυτή; Η απάντηση συναρτάται με την επόμενη ερώτηση. Ποια θα είναι τα επόμενα βήματα του;

Εναλλακτικά θα είναι δύο. Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, είτε θα υποβάλει υποψηφιότητα για την προεδρία, με την αντικατάσταση, τον προσεχή Αύγουστο, του νυν Προέδρου κ. Γκιουλ, είτε θα υποβάλει υποψηφιότητα και πάλι για την πρωθυπουργία στις προσεχείς, το 2015, βουλευτικές εκλογές.

Τα πράγματα όμως δεν είναι απλά για αυτόν. Και τα δύο παραπάνω ενδεχόμενα παρουσιάζουν δυσκολίες για τον κ. Ερντογάν.

Ως προς το πρώτο. Η όλη συγκρότηση της προσωπικότητάς του και η μέχρι σήμερα συμπεριφορά του κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι θα θέσει υποψηφιότητα για τον προεδρικό θώκο.

Βέβαια ουδείς παραγνωρίζει ότι ο Πρόεδρος έχει διακοσμητικό ρόλο, αφού είναι γνωστά τα περιορισμένα και συμβολικά καθήκοντα που έχει ο αρχηγός του τουρκικού κράτους, γεγονός που δεν συμβαδίζει με τον φιλόδοξο χαρακτήρα του τούρκου πρωθυπουργού. Τα πράγματα όμως θα ήταν διαφορετικά, αν μπορούσε να πραγματοποιήσει τον διακαή του πόθο περί αλλαγής του Συντάγματος, ώστε η προεδρία να αποκτήσει ουσιαστικά καθήκοντα, άσκηση όμως πολύ δύσκολη, αφού δεν διαθέτει την απαραίτητη πλειοψηφία στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση. Αν πάλι αποπειράτο να το πράξει, έπρεπε να συμμαχήσει με άλλη ή άλλες πολιτικές δυνάμεις, ώστε να εξασφαλίσει την απαραίτητη πλειοψηφία.

Και εδώ έγκειται το πρόβλημα. Σε περίπτωση που επιδιώξει αλλαγή του Συντάγματος ποιους θα έβρισκε πρόθυμους συμμάχους; Δεν νομίζουμε ότι το κεμαλικό κόμμα ή το εθνικιστικό θα τον ακολουθούσαν. Το μόνο που απομένει, συνεπώς, είναι το κουρδικό.

Ως προς το δεύτερο ενδεχόμενο, της ανάληψης δηλαδή της πρωθυπουργίας. Αν οι προεδρικές του φιλοδοξίες δεν ευοδωθούν, θα προσπαθήσει να ανακαταλάβει τον πρωθυπουργικό θώκο. Στην περίπτωση όμως αυτή θα πρέπει να αλλάξει το καταστατικό του κόμματος που εμποδίζει την εκλογή του για μια ακόμη φορά στην πρωθυπουργία.

Οι ενδείξεις πληθύνονται ότι ο κ. Ερντογάν ελκύεται ιδιαίτερα από το προεδρικό αξίωμα. Κατά συνέπεια, στο αμέσως προσεχές διάστημα, το τοπίο θα πρέπει αναγκαστικά να ξεκαθαρίσει οπότε και θα δούμε την τελική απόφαση του τούρκου πρωθυπουργού.

Η αυλαία των εκλογών έπεσε. Μια άλλη όμως άνοιξε. Της διχασμένης Τουρκίας. Η χώρα είναι διαιρεμένη στα δυο. Στους οπαδούς του κ. Ερντογάν -μη ξεχνάμε ότι αποτελεί παράδοση η προσωπολατρία στη γείτονα- και στους «άλλους», δηλαδή σε όλους αυτούς που είναι απέναντι στον κ. Ερντογάν.

Τι θα κάνει λοιπόν ο τούρκος πρωθυπουργός; Θα αυξήσει την αλαζονεία του με την άνεση που του παρέχει η πρόσφατη εκλογική του επιτυχία ή θα μετριάσει τους τόνους, προκειμένου η χώρα του βρει τον βηματισμό και την ηρεμία της;

Δυστυχώς οι πρώτες μετά τις εκλογές αντιδράσεις του δεν συνηγορούν υπέρ της δευτέρας εκδοχής. Ο εκδικητικός τόνος που συνόδευσε τις πρώτες θριαμβολογίες των οπαδών του δεν αφήνει πολλά περιθώρια.

Την ηρεμία πάντως της πολιτικής κατάστασης στην γείτονα, ουδείς απεύχεται.


Σχολιάστε εδώ