Το Ποτάμι, η Κεντροαριστερά και η «απολιτίκ λύση»
Η έκπτωση των κομμάτων στη συνείδηση των πολιτών φέρνει νέα σχήματα στο πολιτικό σκηνικό και τη δημόσια ζωή. Μόνο που κάποια, όπως «το Ποτάμι» του Σταύρου Θεοδωράκη δεν έχουν πολιτική καταγωγή, δεν προέρχονται από διασπάσεις κομμάτων και δεν έχουν επίσης τοποθέτηση στο πολιτικό στερέωμα.
Διεκδικούν δηλαδή ρόλο πολιτικού κόμματος χωρίς να είναι ούτε κόμμα ούτε πολιτικό. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό, είναι σίγουρα όμως πρωτόγνωρο.
Η νέα ταυτότητα – εικόνα των σχημάτων αυτών μπορεί να θυμίζει «χαβαλετζίδικα» σχήματα του παρελθόντος, από «Κυνηγούς» έως «Λεβέντη» (που όμως πίστευε ότι θα σώσει τη χώρα και θεωρούσε εαυτόν πολιτικό) κι από «Χριστοπιστία» έως «Ολυμπισμό». Αποκτά όμως άλλη σοβαρότητα και παρουσία μια και αφενός έχουν απαξιωθεί τα σοβαρά και καθ’ έξιν κυβερνητικά κόμματα και αφετέρου διαθέτουν ως επικεφαλής τηλεοπτικά και επικοινωνιακά πρόσωπα. Δεν είναι τυχαίο ότι π.χ. τον ΣΥΡΙΖΑ, που είναι πια κόμμα εξουσίας, τον έκανε άνω κάτω όχι ο αναρχικός βουλευτής Διαμαντόπουλος αλλά ο Τατσόπουλος. Και μάλιστα όχι με την ιδιότητα του (καλού) συγγραφέα, αλλά αυτήν του τηλεπροσώπου, της τηλεπερσόνας που ανακατεύεται σε όλα και έχει γνώμη για όλα.
Στην περίπτωση Θεοδωράκη συνασπίζονται διάφοροι άνθρωποι, από την Αριστερά προερχόμενοι οι περισσότεροι, αλλά και την «πεφωτισμένη δεξιά» που συναντώνται στη συμφωνία εφαρμογής ενός «σχεδίου σωτηρίας» για τη χώρα. Εμπιστεύονται για τον ρόλο του ηγέτη τον δημοσιογράφο που έκανε καριέρα αναδεικνύοντας τηλεοπτικά ανθρώπινες ιστορίες, μειονότητες, συμβάντα που είχαν κάνει εντύπωση στην κοινή γνώμη.
Το γεγονός ότι ο Στ. Θ. και «το Ποτάμι» ήρθαν αμέσως μετά την αποτυχία του πειράματος των «58», για ανασύσταση ή δημιουργία της Κεντροαριστεράς, και κάλυψαν το εγχείρημα, εκτιμάται από πολλούς ως μη τυχαίο γεγονός. Χαρακτηρίζεται ως σχεδιασμός κύκλων που κινούν ανάλογα εγχειρήματα προκειμένου να δημιουργηθεί χώρος πολιτικής έκφρασης και εκτόνωσης μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που δεν είναι σε θέση αν κάνουν το ΠΑΣΟΚ ή η ΔΗΜΑΡ για διαφορετικούς λόγους.
Η Δημοκρατική Αριστερά «είναι μια χαρά» εκτός σχημάτων που μπορεί να την καταπιούν ενώ με κόπο έχει κατακτήσει αυτόνομη παρουσία στο χώρος της εκσυγχρονιστικής αριστεράς. Θεωρεί ότι πάντα αποτελεί μια λύση για όσους μπλοκαριστούν ιδεολογικά και δεν θέλουν να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αν μπερδευτεί σε «ιστορίες ανασύστασης κεντροαριστεράς κ.λπ.» μπορεί να χάσει την ευδιάκριτη ταυτότητα της εναλλακτικής λύσης.
Το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να απορροφήσει ψηφοφόρους που ζητούν λύσεις μια και θεωρείται ένοχο για την υπάρχουσα κατάσταση. Η δε εμπλοκή του στην κυβέρνηση (και Παπαδήμου αλλά κυρίως Σαμαρά) το έχει ταυτίσει πλήρως με την ασκούμενη πολιτική ενώ δεν ξεχνιέται το γεγονός ότι εμπνευστής και εφαρμογής του χαρατσιού της ΔΕΗ είναι ο σημερινός αρχηγός του Ευ. Βενιζέλος.
Το «Ποτάμι» ελπίζει να πάρει ψηφοφόρους τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ (οριακούς, που δεν ενθουσιάζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά έχουν ακραία απογοητευτεί από το ΠΑΣΟΚ) όσο και από τη ΔΗΜΑΡ αλλά και κατευθείαν από το εναπομείναν ΠΑΣΟΚ. Δηλώνοντας ο Στ. Θεοδωράκης «αριστερός» που όμως «κλέβει ιδέες τόσο από την αριστερά όσο και από τους φιλελεύθερους», δηλώνοντας ότι «το Μνημόνιο τέλειωσε», προκειμένου να μην πάρει θέση υπέρ ή κατά του Μνημονίου, ελίσσεται προσφέροντας λύση και στέγη σε όσους νιώθουν μπερδεμένοι. Σε όσους φοβούνται να κάνουν το «άλμα» προς τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλώνουν αριστεροί αλλά είναι φιλελεύθεροι, δηλώνουν οπαδοί της Κεντροαριστεράς αλλά αυτό που τους ενθουσιάζει είναι οι κεντροδεξιές λύσεις, ίσως και ο ίδιος ο Τζήμερος αν και είναι πολύ ..… «προχωρημένος» για τους μεσαίους ανθρώπους. Η βιασύνη του Θεοδωράκη να… τελειώσει το Μνημόνιο προδίδει μια τάση κάλυψης όλων όσων έγιναν και φτάσαμε εδώ (άλλωστε το είπε πως «το θέμα δεν είναι οι αποφάσεις των κυβερνήσεων Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά, αλλά τι γίνεται από δω και πέρα») αφού αποκλείεται να μην ξέρει ότι το τυπικό τέλος του Μνημονίου δεν σημαίνει τίποτα αφού συνοδεύεται με περίοδο (τουλάχιστον 40 -σαράντα!- ) χρόνων αυστηρής επιτήρησης από τους δανειστές έως ότου ξεπληρώσει η χώρα το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της. Αυτό δεν το λέει. Όπως και πολλά άλλα.
Ελπίζει προφανώς στην τάση των ανθρώπων να επιλέξουν απολίτικες λύσεις για να μη δώσουν άλλη ευκαιρία στην πολιτική- έτσι που να νιώθουν οι ίδιοι αθώοι. Ή πάντως όχι συνένοχοι!