Κρατάει άσους ο Πούτιν

Ο Πρόεδρος Πούτιν επιμένει στην επιστροφή στο καθεστώς της συμφωνίας της 21ης Φεβρουαρίου, στην οποία είχαν καταλήξει ο πρώην Πρόεδρος Γιανουκόβιτς και η αντιπολίτευση στο Κίεβο, με τη μεσολάβηση της ΕΕ (σχηματισμός κυβέρνησης εθνικής ενότητας, συνταγματική αναθεώρηση, εκλογές μέσα στο 2014) και δεν αναγνωρίζει ούτε συνομιλεί με τη μεταβατική ουκρανική κυβέρνηση.

Την Πέμπτη, το Κοινοβούλιο της Κριμαίας ψήφισε υπέρ της προσάρτησης της Κριμαίας στη Ρωσία και εξήγγειλε τη διενέργεια σχετικού δημοψηφίσματος για τις 16 Μαρτίου. Την ίδια στιγμή ρωσικές δυνάμεις και ντόπιες πολιτοφυλακές ελέγχουν τις σημαντικότερες κυβερνητικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις, ενώ οι ουκρανικές στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις έχουν περικυκλωθεί στα στρατόπεδα και τα αγκυροβόλιά τους από τον ρωσικό στρατό και το ναυτικό. Επιπλέον, δυνάμεις με στρατιωτικά -χωρίς περαιτέρω διακριτικά- απαγόρευσαν την είσοδο στην Κριμαία σε ευρωπαίους στρατιωτικούς παρατηρητές και εξεδίωξαν τον ειδικό απεσταλμένο του ΟΗΕ. Τέλος, με αντίμετρα απείλησε η ρωσική πλευρά στην ανακοίνωση κυρώσεων από Αμερικανούς και Ευρωπαίους, αν οι κυρώσεις αυτές κλιμακωθούν περαιτέρω.

Στα δύο αλληλένδετα επίπεδα της ουκρανικής κρίσης, την απειλή χρεοκοπίας και τον διαγκωνισμό για την επιρροή στη χώρα, η ρωσική πλευρά ήταν η πρώτη που δήλωσε έτοιμη να δώσει οικονομική στήριξη (αγορά 15 δισ. δολαρίων ουκρανικού χρέους, έκπτωση κατά 1/3 στο φυσικό αέριο) και η πρώτη που έβαλε στρατεύματα στην περιοχή. Από πολλούς, όμως, εκτιμάται ότι κύριος στόχος του Κρεμλίνου είναι η διασφάλιση των κεκτημένων του στον ζωτικό αυτό χώρο για τη Ρωσία και ότι δεν θα ρισκάρει την ένοπλη σύγκρουση και την οικονομική και πολιτική απομόνωση που θα είχε τεράστιο κόστος για τη ρωσική οικονομία. Ένα κόστος που θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και στην πολιτική αποσταθεροποίηση του ρωσικού καθεστώτος.

Σημαντική για τη Ρωσία είναι η στήριξη της Κίνας, που συνήθως λειτουργεί ανασχετικά στους σχεδιασμούς της Δύσης. Παρόλα αυτά, το Πεκίνο είναι μέχρι στιγμής προσεκτικό καθώς και το ίδιο αντιμετωπίζει αποσχιστικές τάσεις στη δυτική Κίνα και το Θιβέτ. Σε όλες τις δηλώσεις κινέζων αξιωματούχων δεν έχει υπάρξει κριτική απέναντι στις ρωσικές κινήσεις, αλλά τονίζεται ότι η Κίνα σέβεται την ανεξαρτησία, κρατική κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και υποστηρίζει τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας για την αποκλιμάκωση της έντασης. Η θερμότερη δήλωση που υπήρξε ήταν αυτή του προέδρου της χώρας Ξι Ζινπίνγκ, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Πούτιν, όπου ανέφερε ότι «η Ρωσία μπορεί να πιέσει για την πολιτική διευθέτηση του ζητήματος ώστε να περιφρουρηθεί η περιφερειακή και διεθνής ειρήνη και σταθερότητα».

Στην αμερικανική πλευρά τις κυρώσεις ανακοίνωσε ο ίδιος ο Πρόεδρος Ομπάμα, με σκληρή γλώσσα. Οι κυρώσεις σε πρώτο στάδιο αφορούν την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ, αλλά ήδη έχει γίνει η προεργασία για ένα δεύτερο κύμα που θα περιλαμβάνει το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων φυσικών προσώπων και οργανισμών. Την ίδια στιγμή, ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών ανακοίνωσε βοήθεια για την Ουκρανία ύψους 1 δισ. δολαρίων. Ο Πρόεδρος Ομπάμα έχει συνομιλήσει δύο φορές τηλεφωνικά με τον Πούτιν, τη δεύτερη για μία ολόκληρη ώρα και η πρόταση που υπέβαλε στον ρώσο ομόλογό του περιλαμβάνει τρία βήματα: Την έναρξη συνομιλιών ανάμεσα στο Κρεμλίνο και τη μεταβατική κυβέρνηση στο Κίεβο, την αποστολή διεθνών παρατηρητών στην Ουκρανία για την προστασία όλων των εθνικών ομάδων και την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Κριμαία.

Οι ΗΠΑ είναι αυτές που έχουν σταθερά τη σκληρότερη θέση απέναντι στη Ρωσία και την επιθετικότερη στάση όσον αφορά την ανατροπή των δεδομένων στο εσωτερικό της Ουκρανίας. Η στάση τους αντικατοπτρίζει μια πάγια αμερικανική στρατηγική μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, που είναι η με κάθε μέσο επέκταση της ευρωατλαντικής επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη, χωρίς μέριμνα για τις όποιες ρωσικές «ευαισθησίες». Είναι όμως η δυτική δύναμη που έχει τα λιγότερα να χάσει, καθώς δεν έχει σημαντικές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία.

Οι Ευρωπαίοι για πρώτη φορά έκαναν ένα βήμα πέρα από τις άνευ πρακτικής σημασίας διακηρύξεις. Την Τετάρτη, η Κομισιόν ανακοίνωσε πακέτο στήριξης ύψους 11 δισ. ευρώ (15 δισ. δολλαρίων) για την Ουκρανία, με τον όρο να υπογράψει η χώρα προγραμματική συμφωνία με το ΔΝΤ. Επιπλέον, την Πέμπτη, λίγο μετά την Ουάσινγκτον, οι ηγέτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανακοίνωσαν κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας που θα κλιμακωθούν σε τρία στάδια, αν το Κρεμλίνο δεν αποσύρει τις δυνάμεις του από την Κριμαία: Αρχικά, αναστολή διαπραγματεύσεων σχετικά με τη συμφωνία χαλάρωσης του καθεστώτος της βίζας για ρώσους πολίτες καθώς και πάγωμα των συνομιλιών για μία νέα συμφωνία συνεργασίας. Επόμενα βήματα θα είναι η απαγόρευση εισόδου στην ΕΕ, το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και η αναστολή των Συνόδων Κορυφής ΕΕ – Ρωσίας. Την ίδια στιγμή, ανακοινώθηκε ότι η ΕΕ θα υπογράψει τη Συμφωνία Σύνδεσης με την Ουκρανία (η ακύρωση της υπογραφής της οποίας αποτέλεσε και το έναυσμα για την κρίση) πριν από τις ουκρανικές εθνικές εκλογές της 25ης Μαΐου.

Οι αποφάσεις αυτές είναι ενδεικτικές μιας σημαντικής αλλαγής στάσης από τη Γερμανία. Το Βερολίνο φαίνεται, πλέον, να αντιλαμβάνεται ότι η επέκταση της σφαίρας επιρροής του δεν μπορεί να γίνει με ψίχουλα και σταμάτησε να μπλοκάρει την οικονομική βοήθεια της ΕΕ προς το Κίεβο. Επιπλέον, μέχρι σήμερα, οι Γερμανοί ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί έναντι της Ρωσίας, καθώς η ενεργειακή και οικονομική αλληλεξάρτηση των δύο χωρών είναι μεγάλη και η γερμανική επιχειρηματική κοινότητα έχει με ένταση ταχθεί κατά κάθε είδους κυρώσεων. Πέραν αυτού, οι γερμανοί πολιτικοί παραδοσιακά προκρίνουν τη βήμα βήμα πολιτική και οικονομική συνεργασία και όχι την αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Δεν υπάρχει άλλη ευρωπαϊκή χώρα που να επωφελήθηκε παραπάνω από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η Γερμανία κέρδισε όχι μόνο την επανένωσή της αλλά και τη σταδιακή επέκταση της επιρροής της σε όλη την Ανατολική Ευρώπη και την ανάδειξή της σε ηγέτιδα δύναμη της ΕΕ. Γι’ αυτό και τόσο οι αμερικανοί όσο και σκανδιναβικές χώρες (που έχουν ιστορία ανταγωνισμού με τη Ρωσία) και τα μέλη της ΕΕ που ανήκαν στο ανατολικό μπλοκ στο παρελθόν πίεσαν με ένταση το Βερολίνο να πάρει ανοικτά και δημόσια ξεκάθαρη στάση κατά της Ρωσίας, όπως και τελικά έπραξε.

Όμως, Γερμανία και Ευρώπη έχουν τα περισσότερα να χάσουν από τη σύγκρουση με τη Ρωσία. Ήδη στο Κρεμλίνο ετοιμάζονται να απαντήσουν με πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων Αμερικανών και Ευρωπαίων, αν η Δύση προχωρήσει σε ανάλογες κυρώσεις. Επιπλέον, μόνο η σκέψη ενός ενεργειακού πολέμου ανάμεσα σε Μόσχα και Ευρώπη δημιουργεί τρόμο. Το πιο αισιόδοξο σενάριο είναι ότι θα βρεθεί μια ισορροπία (πιθανώς με τη δημιουργία κάποιας μορφής ομοσπονδίας ή χαλαρής συνομοσπονδίας, όπου η Κριμαία θα έχει ειδικό καθεστώς) στην επιρροή δυτικών και Ρώσων στην Ουκρανία. Το χειρότερο είναι ο διαμελισμός της χώρας και το ξεκίνημα μιας νέας περιόδου ακραίου διχασμού και έντασης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η μόνη βεβαιότητα είναι ότι τους τελευταίους που θα συνέφερε μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν τους ίδιους τους Ευρωπαίους, σε όποια μεριά της ηπείρου και αν βρίσκονται.


Σχολιάστε εδώ