Μια Φορά Και Έναν Καιρό
Δυστυχώς, κάποιοι εντόπιοι τερμίτες κατάφεραν να προσβληθούμε από έναν κακοήθη μιθριδατισμό, να μη μας καίγεται καρφί για τα συμβαίνοντα και να διαχωριστούμε σε Ελλαδίτες και Κύπριους, σε δύο δηλαδή διαφορετικά έθνη που τίποτα δεν τα ενώνει, και ας είναι οι Κύπριοι 100% Έλληνες, όσο π.χ. οι Πελοποννήσιοι, ίδιοι με τα όπου γης αδέλφια μας. Η Κύπρος είναι ένα κομμάτι Ελλάδας που επί χιλιάδες χρόνια κατοικούνταν από αυτόχθονες Έλληνες με την ίδια γλώσσα, την ελληνική, τα ίδια ήθη και έθιμα και την ίδια θρησκεία. Από τα κύματά της αναδύθηκε μια θεά του ελληνικού δωδεκαθέου και που όταν ελέχθη το «Είπατε τω βασιλεί πως Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην ου μάντιδα δάφνην…» πρώτοι οι Κύπριοι αγκάλιασαν τον νέο Θεό, προσφέροντας και αυτοί στον χριστιανισμό τους δικούς τους μάρτυρες. Κατάφεραν εν τούτοις οι τερμίτες, άλλοι από προσωπικές φιλοδοξίες, και άλλοι από κομματικές και ιδεολογικές εμμονές, μια πεντακάθαρη υπόθεση να την αναγάγουν σε πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που δεν βλέπανε την ώρα να απαλλαγούν από δαύτο, θυσιάζοντάς την εν ψυχρώ αναμειγνύοντας ιδιοτελείς τρίτους ξένους…
Με το σημερινό σημείωμά μας προσπαθούμε να υπενθυμίσουμε σε γενικές γραμμές τη θλιβερή της ιστορία, μήπως ξυπνήσει επιτέλους μέσα μας «ο Έλληνας» και γίνει πάλιν το μεγάλο θαύμα. Το θαύμα της σωτηρίας της!
Η Κύπρος, ως γνωστόν, πουλήθηκε στους Άγγλους από τους τούρκους άρπαγες οι οποίοι τσέπωσαν το παραδάκι και παραιτήθηκαν οικειοθελώς και αυτοβούλως κάθε εδαφικής ή άλλης αξιώσεως. Οι Εγγλέζοι την ενέταξαν στις αποικίες τους και διοικείτο από Άγγλο αρμοστή υπό τον υπουργό Αποικιών της Μ. Βρετανίας. Η σύνθεση του πληθυσμού της προ της εισβολής του Αττίλα ήταν 82% αμιγώς ελληνικός και το υπόλοιπο 18% ανάμικτο με εξίσου γηγενείς Τούρκους Κύπριους, Άγγλους διοικητικούς υπαλλήλους και διάφορους άλλους αλλοδαπούς που ζούσαν αρμονικά εν ειρήνη, χωρίς να υφίστανται πουθενά μειονοτικές κοινότητες. Πολλές φορές, κατά τη διάρκεια της αγγλικής κατοχής, οι Κύπριοι επαναστάτησαν κατά του βρετανικού ζυγού, όχι ως Κύπριοι, αλλά ως υπόδουλοι Έλληνες που ζητούσαν να ενωθούν με τη μητέρα πατρίδα. Επαναστάσεις που καταπνίγηκαν στο αίμα με τη συνήθη αγγλική βιαιότητα. Μέσα στα χρόνια αυτά, οσάκις ο βρετανικός Λέων «τα εύρισκε σκούρα» εν καιρώ πολέμου και είχε την ανάγκη της Ψωροκώσταινας της «έκλεινε με σημασία το μάτι» υπονοώντας στους εύπιστους και ρομαντικούς Ρωμιούς, πως η Κύπρος θα ήταν η δίκαιη ανταμοιβή για τη βοήθειά μας. Φυσικά όταν ο πόλεμος τέλειωνε πάντοτε νικηφόρα για δαύτους, μας έγραφαν εκεί όπου για λόγους αιδημοσύνης αποφεύγομε να αναφέρομε. Στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά τη νίλα που υπέστησαν από τους Γερμανούς στη Δουνκέρκη και τη συνθηκολόγηση των Γάλλων, οι Άγγλοι βρέθηκαν μόνοι, παντέρημοι, απομονωμένοι στο νησί τους, με τη δαμόκλειο σπάθη της γερμανικής εισβολής να επικρέμεται της κεφαλής τους. Τότε οι Έλληνες ήσαν οι μόνοι που συστρατεύθηκαν μαζί τους χαρίζοντάς τους την πρώτη νίκη εναντίον του Άξονος, συστράτευση που πλήρωσαν ακριβά με την τιμωρό οργή του Χίτλερ. Όταν και αυτός ο πόλεμος τελείωσε και στο Συνέδριο της Ειρήνης ο έλληνας αντιπρόσωπος ψέλλισε «είμαστε και εμείς εδώ», οι Άγγλοι σύμμαχοί μας κοίταζαν το ταβάνι σιγοψιθυρίζοντας το σουξέ της εποχής: – «Έχετε δίκιο ας αλλάξουμε ομιλία / κι’ ας πούμε κάτι σχετικό με τον καιρό…». Έτσι, φτάνουμε στα 1950 όταν η ελληνική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Πλαστήρα κάνει υπαινιγμούς για να παραχωρηθεί και στους Κυπρίους το δικαίωμα «αυτοδιάθεσης» αφήνοντας να εννοηθεί πως θα προσφύγει στα Ηνωμένα Έθνη. Το Foreign Office απαντά «καθίστε στ’ αυγά σας» και η κυβέρνησή μας κάθεται. Αλλά και τα… επωάζει. Είναι τα χρόνια όπου ένας άνεμος ανεξαρτησίας σαρώνει όλες τις ηπείρους, απ’ όπου οι αποικιοκράτες παίρνουν τα παπούτσια τους στο χέρι. Ημέρα με την ημέρα, οι ως χτες άγριοι, οι γυμνοί, οι ξυπόλυτοι, οι… ανθρωποφάγοι, αποκτούν την ελευθερία τους, γίνονται ελεύθερα κράτη και εντάσσονται ισότιμα στη Βρετανική Κοινοπολιτεία… Όλοι τους πλην της Κύπρου, που στο αίτημά της για «Αυτοδιάθεση-Ένωση», εισπράττει ένα ξερό και κοφτό «ποτέ!».
Έναν χρόνο αργότερα, η Ελλάδα, με πανίσχυρη κυβέρνηση και πρωθυπουργό τον Παπάγο, σύμφωνα με το αξίωμα «όπου δεν πίπτει λόγος – πίπτει ράβδος», δημιουργεί ένοπλο αγώνα στην Κύπρο. Στέλνονται χρήματα και όπλα. Αποστέλλονται αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού, Κύπριοι στην καταγωγή, να οργανώσουν ανταρτικές ομάδες υπό την ηγεσία του συνταγματάρχου Γ. Γρίβα, υπό το ψευδώνυμο «Διγενής», ο οποίος φτάνει συνωμοτικά στο νησί, και την 1η Απριλίου 1955 αρχίζουν οι ένοπλες επιθέσεις κατά αστυνομικών σταθμών. Οι Βρετανοί αιφνιδιάζονται, απειλούν θεούς και δαίμονες, εφαρμόζουν βίαια μέτρα καταστολής και επιδίδονται σε επικηρύξεις προσώπων. Μάταιος κόπος. Η αντίστασις θεριεύει. Ταυτόχρονα η Ελλάς προσφεύγει στα Ηνωμένα Έθνη, αλλά δεν βρίσκει καμιά συμπαράσταση, καθώς οι ΗΠΑ τάσσονται αναφανδόν κατά της Ελλάδος και το αίτημα για αυτοδιάθεση των Κυπρίων παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες. Το μόνον θετικό που επιτυγχάνουμε είναι «να βάλει νερό στο κρασί του» ο άγγλος υφυπουργός αποικιών Λένοξ Μπόϊντ αντικαθιστώντας το στυγνό «ποτέ!» με την ελπίδα του «κάποτε ίσως…». Μεγαλόψυχη πάντοτε η Μεγάλη Βρετανία προσφέρει στους αντάρτες αμνηστία υπό τον όρο να παραδώσουν τα όπλα τους. Και εκείνοι απαντούν στέλνοντας έναν… γάιδαρο φορτωμένο ξύλινα παιδικά τουφεκάκια. Όλο το νησί είναι ένα απέραντο πολεμικό πεδίο με τους μαχητές της ΕΟΚΑ να έχουν συνεχώς το «πάνω χέρι». Στην Ελλάδα φουντώνει αντιβρετανικό κλίμα. Κάθε βράδυ ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών μεταδίδει ειδήσεις «φωτιά» για την Κύπρο, και τα καυστικά σχόλια κατά των Άγγλων, του Δ. Πουρνάρα (αν θυμάμαι καλά), κάνουν τις ψυχές να σκιρτούν. Οι φοιτητές και οι μαθητές οργανώνουν καθημερινά, σε Ελλάδα και Κύπρο, πορείες και συλλαλητήρια με σύνθημα την Ένωση και σε όσα μαγαζιά υπήρχαν επιγραφές με ονόματα βρετανικά, τις αντικατέστησαν εν τάχει με κυπριακές ονομασίες. Μια εθνική υπερηφάνεια απλώνονταν σε όλη τη χώρα, καθώς όλοι νιώθαμε πως η Ένωση ήταν κοντά. Κάτι ταξιδιώτες μόνον, που ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη εκείνον τον καιρό, είχαν μαζί τους σπιρτόκουτα που αντί να γράφουνε το κλασικό «Πυρεία ασφαλείας άνευ θείου και φωσφόρου», γράφανε «Η Κύπρος είναι τουρκική».
Γελάσαμε με τη ψυχή μας με τους μπουνταλάδες Τούρκους…
Αλλά το θέμα είναι πολύ μεγάλο και θα συνεχίσουμε στο επόμενο.