Μάστιγα για παιδιά και ηλικιωμένους η πνευμονιοκοκκική νόσος
Μετάδοση
Ο στρεπτόκοκκος της πνευμονίας συναντάται στη μύτη και τον φάρυγγα. Τα άτομα που φέρουν τον πνευμονιόκοκκο στη ρινοφαρυγγική οδό είναι πιθανό να τον μεταδώσουν μέσω σταγονιδίων, όπως με το φτάρνισμα και το βήχα, σε άλλα άτομα με τα οποία έχουν στενή επαφή. Ωστόσο δεν θα αρρωστήσουν όλα τα άτομα που θα έρθουν σε επαφή με το βακτήριο.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της πνευμονιοκοκκικής νόσου διαφέρουν ανάλογα με την ασθένεια:
- Η πνευμονία με βακτηριαιμία μπορεί να εκδηλωθεί με πυρετό και άλλες μη συγκεκριμένες ενδείξεις νόσου. Μπορεί να εξελιχθεί σε σήψη.
- Η πνευμονιοκοκκική μηνιγγίτιδα μπορεί να περιλαμβάνει συμπτώματα όπως πυρετό, πονοκέφαλο, εμετό, υπνηλία, ευερεθιστότητα, παροξυσμικές κρίσεις και ακαμψία του αυχένα.
- Η πνευμονιοκοκκική πνευμονία μπορεί να περιλαμβάνει συμπτώματα όπως βήχα, πυρετό, δυσκολία στην αναπνοή και πόνο στο στήθος.
- Η πνευμονιοκοκκική οξεία μέση ωτίτιδα μπορεί να περιλαμβάνει πόνο στο αυτί, πυρετό, εμετό, διάρροια και προσωρινή απώλεια ακοής.
- Η πνευμονιοκοκκική οξεία ιγμορίτιδα μπορεί να περιλαμβάνει πυρετό, καταρροή και βήχα.
Διάγνωση
Η διάγνωση γίνεται με την καλλιέργεια αίματος ή υγρών από άλλο συνήθως στείρο σημείο του σώματος. Εκτός από την εργαστηριακή καλλιέργεια, χρησιμοποιούνται και σωματολογικές εξετάσεις και ακτινογραφίες, για την διάγνωση των μη διεισδυτικών ασθενειών, όπως η πνευμονία χωρίς βακτηριαιμία.
Παράγοντες κινδύνου
Η πιθανότητα εμφάνισης πνευμονιοκοκκικής νόσου επηρεάζεται από έναν αριθμό παραγόντων, μεταξύ των οποίων είναι:
• Ηλικία: Τα παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο πνευμονιοκοκκικής μόλυνσης, όπως και οι ενήλικες άνω των 50 ετών. Μάλιστα ο πνευμονιόκοκκος είναι η πιο κοινή αιτία πνευμονίας της κοινότητας σε αυτές τις ηλικιακές ομάδες.
• Προϋπάρχουσες ασθένειες: Προϋπάρχουσες ασθένειες, όπως η δρεπανοκυτταρική αναιμία, ο HIV, ο διαβήτης, η πνευμονική αρτηριακή νόσος και η ασπλήνια καθιστούν αυτά τα άτομα περισσότερο ευπαθή απέναντι στην πνευμονιοκοκκική νόσο.
• Φροντίδα παιδιών εκτός σπιτιού: Τα παιδιά που δέχονται φροντίδα εκτός σπιτιού εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης σε σχέση με άλλα παιδιά.
Ασπίδα προστασίας με στόχο την υγιή γήρανση ο εμβολιασμός των ενηλίκων
Το παγκόσμιο φαινόμενο της αύξησης της ηλικίας του πληθυσμού, επιβαρύνει ολοένα και περισσότερο τα συστήματα υγείας και τις οικονομίες παγκοσμίως. Κυβερνήσεις, οργανισμοί και πολίτες καλούνται τώρα να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα που σχετίζονται με έναν πληθυσμό, του οποίου ο μέσος όρος ηλικίας συνεχίζει να αυξάνεται.
Η αύξηση της αναλογίας ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στις κοινωνίες μας μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την αύξηση του προσδόκιμου ζωής – μια συνεχή τάση κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Βάσει παρατηρήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2008, ένα νεογέννητο αρσενικού φύλου αναμένεται να ζήσει, κατά μέσο όρο, έως την ηλικία των 76,4 ετών, ενώ ένα νεογέννητο θηλυκού φύλου αναμένεται να ζήσει έως την ηλικία των 82,4 ετών.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το διάστημα 2010-2060, η μέση ηλικία αναμένεται να αυξηθεί από τα 40,9 έτη στα 47,6 έτη, ενώ η αναλογία των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω αναμένεται να τριπλασιαστεί σχεδόν μέσα στο ίδιο διάστημα, ενώ τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω θα αποτελούν το 29,5% του πληθυσμού της Ευρώπης έως το 2060 (17,4 % το 2010).
Η σημασία της καλής διατροφής και της τακτικής άσκησης καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής είναι αναγνωρισμένη, ωστόσο, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι για να μεγαλώνουμε υγεία πρέπει να υιοθετήσουμε δια βίου προληπτικές συμπεριφορές σε θέματα υγείας. Οι συμπεριφορές αυτές περιλαμβάνουν διαγνωστικούς ελέγχους και θεραπεία νόσων καθώς και εμβολιασμό, πρακτικές που μπορούν συνδυαστικά να βελτιώσουν τόσο τη διάρκεια όσο και την ποιότητα ζωής.
Ιδιαίτερα ευάλωτοι είναι οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, αφού είναι πιθανότερο να υποφέρουν από χρόνιες παθήσεις όπως καρδιοπάθειες, διαβήτη και καρκίνο, οι οποίες, παρά τις εξελίξεις στη θεραπεία, τους θέτουν σε αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από λοιμώδη νοσήματα. Σε συνδυασμό με τη φυσική αποδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος, οι άνθρωποι καθώς γηράσκουν, καθίστανται ολοένα και πιο ευπαθείς σε νόσους που προλαμβάνονται με εμβολιασμό. Η πρόληψη των νόσων, επομένως, αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία παγκοσμίως, στο πλαίσιο της υγιούς γήρανσης.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συστήνει τον εμβολιασμό ενηλίκων για την πρόληψη της γρίπης, του τετάνου, του κοκίτη και της πνευμονιοκοκκικής νόσου, μεταξύ άλλων μολυσματικών ασθενειών.
Ο εμβολιασμός αποτελεί μία από τις πιο επιτυχημένες και οικονομικές υγειονομικές παρεμβάσεις, καθώς προλαμβάνει από 2 έως 3 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο σε ανθρώπους όλων των ηλικιών, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Ο εμβολιασμός έχει μειώσει σημαντικά την επίπτωση αρκετών μολυσματικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων της ιλαράς, της παρωτίτιδας, της ερυθράς, της πολιομυελίτιδας, της διφθερίτιδας, του τετάνου και του κοκίτη. Μπορεί να είναι ευεργετικός για ανθρώπους κάθε ηλικίας. Πέραν του γεγονότος ότι οι ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας είναι πιο επιρρεπείς σε ασθένειες οι ίδιοι, οι παππούδες ή άλλοι ενήλικες κηδεμόνες μπορούν εν αγνοία τους να εξαπλώσουν μεταδοτικές ασθένειες σε νεαρά άτομα. Ο εμβολιασμός μπορεί να βοηθήσει στη μείωση αυτού του κινδύνου.
Η πνευμονιοκοκκική νόσος (ΠΝ), συμπεριλαμβανόμενης της διεισδυτικής πνευμονιοκοκκικής νόσου (ΔΠΝ), προκαλεί περίπου 1,6 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο, κυρίως σε βρέφη και ηλικιωμένους.
Είναι σημαντικό για τους μεγαλύτερους ενήλικες ηλικίας 50 ετών και άνω να συζητήσουν με το γιατρό τους σχετικά με τους κινδύνους ασθένειας που αντιμετωπίζουν, καθώς και για τα εμβόλια που είναι κατάλληλα για αυτούς.
Στη χώρα μας η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμού έχει συντάξει πρόγραμμα εμβολιασμού για τους ενήλικες, στο οποίο ενέταξε το 13δύναμο συζευγμένο αντιπνευμονιοκκκικό εμβόλιο για τους ενήλικες, άνω των 50 ετών, οπότε καλύπτεται από όλα τα ασφαλιστικά ταμεία κατά 100%.
Το 13δύναμο συζευγμένο αντιπνευμονιοκοκκικό εμβόλιο προσφέρει προστασία από τις πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις, όπως είναι η πνευμονία, η μηνιγγίτιδα, η σηψαιμία και η οξεία μέση ωτίτιδα. Για του ενήλικες άνω των 50 ετών συνίσταται η χορήγηση μιας μόνο δόσης εφάπαξ, ενώ μπορεί να συγχορηγηθεί με εποχικό εμβόλιο κατά της γρίπης.