Μια Φορά Και Έναν Καιρό
Κατ’ εξαίρεσιν το σημερινό σημείωμα δεν θα ασχοληθεί με τα συμβαίνοντα στα περασμένα, αλλά παρασυρμένο από έναν ακράτητο ενθουσιασμό, οφειλόμενο σε δυο αγαθοεργές και φιλάνθρωπες πράξεις της Πολιτείας που ούτε ο «Καλός Σαμαρείτης» με την απέραντη αγαθότητα της ψυχής δεν θα διανοείτο σε ώρες κρίσεως καλοσύνης.
Και επειδή, ενδεχομένως, αρκετοί δεν γνωρίζουν περί τίνος ομιλούμε, διότι τα πάντα συνέβησαν με πλήρη σεμνότητα και ταπεινότητα, καθώς «οι τα πρώτα έχοντες» δεν είναι άθεοι σαν μερικούς μερικούς και εφαρμόζουν κατά γράμμα το χριστιανικότατο «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου», λογικόν είναι να αποφεύγουν να διατυμπανίζουν παρεχόμενες ευεργεσίες. Πρόκειται για τα ποσά που έλαβαν τα κόμματα, υπό τύπο δανείων, προεξοφλούντα, τρόπον τινά, την οικονομική τους ενίσχυση που προβλέπεται από οικείο άρθρο του Συντάγματος (του μόνου που τηρείται σχολαστικώς), εγγεγραμμένα στα βιβλία των τραπεζών με τον κωδικό «έναντι μελλοντικών υπηρεσιών υπέρ του Λαού και του Έθνους», για τα οποία υπήρξε διάσταση μεταξύ των οικονομολόγων, εάν έπρεπε δηλαδή να εγγραφούν στα «αζήτητα» ή «στις ηθικές αμοιβές», καθ’ όσον «η μη παροχή υπηρεσιών στο μέλλον» δύναται να θεωρηθεί η μεγίστη δυνατή υπηρεσία υπέρ του λαού και του έθνους, που αμείβεται με διαγραφή της μπροστάντζας που τσέπωσαν. Πέραν αυτού όμως, υπήρξε και αντίστοιχη διαγραφή χρέους του Μεγάρου Μουσικής που καθιστά αμφότερες τις πράξεις μεγαλειώδεις.
Κατόπιν τούτου, η στήλη ως μια ασήμαντη αναγνώριση της γενναιοδωρίας των ιθυνόντων, που ασφαλώς κώφευσαν σε παραδόπιστες σειρήνες και άνοιξαν διάπλατα τον «μπεζαχτά», θέλει να εκφράσει δημοσίως ένα μεγάλο μπράβο για την αξιέπαινη αυτή πράξη φιλαλληλίας. Και πρέπει να επισημανθεί πως αποκαθίσταται έτσι η δυσαρμονία που υπήρχε μέχρι σήμερα στη φιλική και ανοιχτοχέρα αντιμετώπιση του πολίτη με την εχθρική και εξοντωτική συμπεριφορά του κράτους απέναντι στον εαυτό του. Είναι απαράδεκτο να καθυστερείς να πληρώσεις μία δόση του δανείου σου, να πούμε, και πρωί πρωί την επομένη να χτυπά το τηλέφωνό σου και να ακούς μια γλυκιά, αισθησιακή, πολλά υποσχόμενη μανταμίτσα να σε ρωτά αν έχεις οικονομική δυσχέρεια, αν χρειάζεσαι χρήματα για να σου δώσουν κι άλλα και με δυο λόγια, να μη «χαλάς τη ζαχαρένια σου για τα χρωστούμενα» γιατί δεν τρέχει κάστανο. Κι από την άλλη, να βουτάει ένας άξεστος με τη χερούκλα του το ακουστικό και απευθυνόμενος σε έναν εξοχότατο πρόεδρο κόμματος, να τον αποκαλεί «ρε», αν είναι άνδρας, ή «άκου δω μωρή», αν προΐσταται του κόμματος γυναίκα, λέγοντας με τον πλέον ανοίκειο τρόπο πως αν δεν ξοφλήσουν αμέσως τη δόση, «θα έρθω και θα…». Ασχέτως, βέβαια, αν υπάρχουν φορές που αυτό το «Θα…» αντηχεί ευφρόσυνα στα αυτιά των συνομιλητών. Πάντως, τώρα, επιτέλους αποκαταστάθηκε η ίση αντιμετώπιση κράτους και υπηκόων. Από την άλλη έχομε τη διαγραφή των χρεών του Μεγάρου Μουσικής. Καμιά αντίρρηση επ’ αυτού, αν και εκεί διαπράττονται τεράστιες σπατάλες που πρέπει να περικοπούν καθώς αυξάνουν υπερμέτρως τα έξοδα. Καλά δεν βλέπει η «τρόικα» πως υπηρετούν υπεράριθμοι; Χρειάζονται τόσοι πολλοί… «βιολιτζήδες;» Γιατί αυτή η ασύγγνωστη σπατάλη; Ένα βιολί δεν τους έφτανε;
Και οι άλλοι με τα πνευστά είναι όλοι τους απαραίτητοι; Άσε ο άλλος που τεμπελιάζει μπροστά στην γκρανκάσα και βαράει μια δυό φορές τη βραδιά, μονάχα όταν τον κοιτάει ο μαέστρος. Και καλά, γιατί δεν κάνει και κάτι άλλο τις ώρες που κάθεται; Είναι τάχα απαραίτητος; Δεν μπορεί αυτός ο μαέστρος που πληρώνεται για να κουνάει ένα ραβδί, όταν χρειάζεται, να πετάγεται εκείνος και να βαράει ένα ντουκ ντουκ στην γκρανκάσα. Νισάφι πια…