ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ; ΔΡΑΠΕΤΗΣ ΚΑΙ ΩΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΕΠΑΙΤΗΣ

Τής φυλακής τά σίδερα
είναι γιά τούς λεβέντες
τώρα τί θέλεις τά πολλά
καί τίς σαχλές κουβέντες.
•••
Μέ πιάσαν γιατί έκλεψα
προχτές ένα καρβέλι
κι ευκόλως μέ ονόμασαν
ώς λήσταρχο Νταβέλη.
•••
Ματαίως επροσπάθησα
τούς δικαστές νά πείσω
ότι πεινώ ο δυστυχής
κι ότι θά αυτοκτονήσω.
•••
Γέλιο δριμύ ακούστηκε
πάντων τών εκ τής έδρας
έτσι μέ στιγματίσανε
ώς βιαστή μιάς Φαίδρας.
•••
Φαιδρό τό αποτέλεσμα
όμως εφτά τά έτη
όσο κι άν παρακάλεσα
δέ μ’ ένοιωσαν επαίτη.
•••
Εφτά χρονάκια όπισθεν
απέραστων σιδήρων
άσχετα άν ο εισαγγελεύς
σαφώς δέν ήταν είρων.
•••
Στήν φυλακή εγνώρισα
ώς καί τόν Αλ Καπόνε
άχ τί μού κάνεις
φτώχεια μου
καί σύ βαρύ μου πόνε.
•••
Ευγενικοί οι σύντροφοι
μέσα στούς διαδρόμους
στήν πλάτη μέ χτυπούσανε
καί απαλά στούς ώμους.
•••
Ένας εδολοφόνησε
τού γείτονα τήν κόρη
αφού πρώτα τήν βίασε
μέ δίχως μισοφόρι.
•••
Ο άλλος εμαχαίρωσε
έναν φτωχό μπακάλη
τό τραύμα ήταν στόν λαιμό
από σπασθέν μπουκάλι.
•••
Καλόβολοι οι σύντροφοι
μά άπλυτοι καί λέρες
γιά τούτο καί τούς θαύμαζα
εκείνες τίς ημέρες.
•••
Ένα πρωί οι φύλακες
καλέσανε τόν πρώτο
πού έμοιαζε η μύτη του
καμπυλωτό καρότο.
•••
Λιγάκι αγκαλιάστηκαν
κι ύστερα ο Καρότος
μάς έκλασε τόσο ξηρά
ωσάν γαϊδάρου κρότος.
•••
Μέρες εφτά περάσανε
μέχρι νά επιστρέψει
ηλιόφωτος, αρρενωπός
καί μέ γαλήνια σκέψη.
•••
Περίεργος τόν ρώτησα
πού ήταν τόσες μέρες
αντί νά πάρω απάντηση
μού χάρισε δυό βέρες.
•••
Έτσι τίς λέγαν οι παλιοί
καί οι λεβεντο-παίδες
καί εννοούσαν φυσικά
τίς άθλιες χειροπέδες.
•••
Ερώτησα τί έκανα
γιατί μέ τιμωρούσαν
μά μπερδεμένα άκουγα
αυτά πού εννοούσαν.
•••
Στό τέλος εκατάλαβα
πώς γιά νά βγείς, εντέλει
πρέπει νά κάνεις φονικό
κι όχι κλοπής καρβέλι.
•••
Έτσι καί ‘γώ μαχαίρωσα
έναν σαχλο-λεβέντη
παίρνοντας δέ τήν άδεια
βγήκα είς τό κουρμπέτι.
……………………………………………………….
……………………………………………………….
Μαζί μέ τά ΞΗΡΑ καίγονται καί τά Χλωρά.

ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΗ ΩΣ ΑΘΩΑ
ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΤΗΣ ΧΛΑΠΑΤΣΑΣ.


Σχολιάστε εδώ