Η Τουρκία και το πολιτικό μέλλον του κ. Ερντογάν

O τούρκος πρωθυπουργός -ο γιος του οποίου εμπλέκεται, όπως λέγεται, στα καταγγελθέντα σκάνδαλα- αναγκάστηκε να απολύσει τέσσερις από τους υπουργούς του, ενώ δύο από τους γιους των πρώην υπουργών του προφυλακίστηκαν με σοβαρές κατηγορίες. Ακόμη, γενικός διευθυντής τραπέζης βρέθηκε να κατέχει μεγάλα ποσά δολαρίων σε μετρητά, την προέλευση των οποίων δεν μπόρεσε να εξηγήσει. Είναι χαρακτηριστικό, μάλιστα, ότι το ποσό των μετρητών βρέθηκε, όπως λέγεται, σε κουτιά παπουτσιών, στην κρεβατοκάμαρα του σπιτιού του…

Όπως αναμενόταν, ο κ. Ερντογάν αντέδρασε με τον γνωστό έντονο τρόπο επιχειρώντας να αποδώσει τα καταγγελλόμενα σε πολιτικούς εχθρούς του κόμματός του, του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), που στην Τουρκία αποκαλείται ΑΚ Parti («ak» σημαίνει λευκό, καθαρό).

Εν τω μεταξύ, η υποβολή πρότασης νόμου που αφορά το τουρκικό Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων, που υπεβλήθη μετά την παραπάνω αποκαλυφθείσα εμπλοκή των υπουργών του κυβερνώντος κόμματος, έδωσε αφορμή για έντονη άσκηση κριτικής κατά του τούρκου πρωθυπουργού. Πολλοί συνέδεσαν την υποβολή αυτή της πρότασης νόμου με την προσπάθεια του κ. ‘Ερντογάν να επηρεάσει τη Δικαιοσύνη.

Τα παραπάνω προκάλεσαν την παρέμβαση του τούρκου προέδρου κ. Αμπντουλάχ Γκιουλ, ο οποίος εξέφρασε την αισιοδοξία του για την εξεύρεση άμεσα μιας συμβιβαστικής λύσης βασισμένης στην αρχή ότι το παραπάνω Συμβούλιο πρέπει να είναι ανεξάρτητο, μακράν από πολιτικούς επηρεασμούς.

Είναι γεγονός ότι παρά την υφιστάμενη κρίση, τα δημοσκοπικά χαρακτηριστικά δείχνουν ότι ακόμη ο κ. Ερντογάν αντέχει πολιτικά και δεν έχει παύσει να αποτελεί ένα υπολογίσιμο αντίπαλο για τα κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης.

Η παρούσα κρίση, πάντως, που η γείτων διανύει, δεν είναι η μόνη. Μόλις το περασμένο καλοκαίρι τα μεγάλης έκτασης γεγονότα της πλατείας Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες τουρκικές πόλεις ήταν κάτι το πρωτόγνωρο και συνετέλεσαν ώστε η εικόνα του κ. Ερντογάν να αρχίσει να φθείρεται.

O τούρκος πρωθυπουργός, μετά τις επανειλημμένες εκλογικές του νίκες, με ποσοστά μάλιστα που σε κάθε εκλογική αναμέτρηση μεγάλωναν, έμοιαζε να είναι κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Με την ανάληψη τριών διαδοχικών πρωθυπουργιών (2003, 2007, 2011), με την τρίτη φορά το ποσοστό των ψήφων να ξεπερνά το 50%, ο κ. Ερντογάν κατόρθωσε να δώσει πνοή στη τουρκική οικονομία, να αποδυναμώσει τον Κεμαλισμό και να περιορίσει τον ρόλο των στρατιωτικών.

Mέχρι περίπου το μέσον των διαδοχικών πρωθυπουργικών του θητειών ο κ. Ερντογάν ακολουθούσε πιο μετριοπαθή πολιτική, προωθώντας το γνωστό μοντέλο του «ήπιου Ισλάμ».

Δεν άργησε όμως να αποκτήσει αλαζονικές τάσεις, βασιζόμενος στα μεγάλα ποσοστά δημοτικότητας που του έδιναν οι δημοσκοπήσεις, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις του, τότε, ότι: «Θα προσπαθήσουμε να είμαστε πιο ταπεινοί».

Η ευρεία λαϊκή αποδοχή που απολάμβανε τον έκανε αδίστακτο στους πολιτικούς του αντιπάλους, φυλακίζοντας ακόμη και δημοσιογράφους.

Επιπρόσθετα, σημειώθηκε και ρήξη του με τον γνωστό πρώην ιμάμη Γκιουλέν, ο οποίος από τις ΗΠΑ, όπου ζει αυτοεξόριστος, διευθύνει μια πανίσχυρη θρησκευτική αδελφότητα. Αυτή αποτελεί ένα θρησκευτικό-κοινωνικό κίνημα που διαθέτει διεθνές δίκτυο που περιλαμβάνει εκδόσεις, σχολεία και πολιτιστικούς οργανισμούς. Τούτο την καθιστά σοβαρό παίκτη στην τουρκική πολιτική σκηνή. Η επίδραση δε που ασκεί σε πολλά στελέχη που κατέχουν θέσεις-κλειδιά στον κρατικό μηχανισμό και ο ευρύτατος κύκλος συμπαθειών που διαθέτει καθιστούν το κίνημα σημαντικό παράγοντα επηρεασμού των πολιτικών εξελίξεων στη γείτονα.

Oι σχέσεις Ερντογάν – Γκιουλέν άρχισαν να είναι τεταμένες από το 2012, όταν ο πρώτος θεώρησε ότι η μέχρι τότε σύμμαχός του αδελφότητα, αποτελούσε κίνδυνο για αυτόν, στο μέτρο που επεδίωκε την χειραγώγησή του.

Eίναι αλήθεια ότι αν βρισκόταν άλλος στη θέση του τούρκου πρωθυπουργού, δύσκολα θα παρέμενε στη θέση του. Εξίσου αληθές επίσης είναι το γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν εξακολουθεί ακόμη να στηρίζεται από τα λαϊκά στρώματα και τις εργατικές τάξεις. Και φυσικά από τον μεγάλο κομματικό μηχανισμό που διαθέτει.

Για πόσο όμως ακόμη;

Kαθοριστικό γνώμονα των εξελίξεων, πάντως, θα αποτελέσουν οι αλλεπάλληλες προσεχείς τουρκικές εκλογές.

Αυτές είναι προγραμματισμένες να γίνουν, οι μεν δημαρχικές τον Μάρτιο του 2014, οι προεδρικές τον Αύγουστο του 2014, ενώ οι βουλευτικές τον Ιούνιο του 2015, αν και λέγεται ότι οι τελευταίες δεν αποκλείεται να προκηρυχθούν νωρίτερα.

Η προσοχή όλων στρέφεται στις δημοτικές εκλογές που ασφαλώς θα επηρεάσουν το πολιτικό μέλλον του κ. Ερντογάν.

O τούρκος πρωθυπουργός θεωρεί την Κωνσταντινούπολη προπύργιο της εκλογικής του μάχης. Υπήρξε δήμαρχος της Πόλης απʼ όπου ξεκίνησε την κατάκτηση της εξουσίας. Ανέκαθεν, εξάλλου, η Κωνσταντινούπολη αποτελούσε το σύμβολο της εξουσίας για τους Οθωμανούς, αφού υπήρχε πάντοτε μια αδιάκοπη διαμάχη του κέντρου της αυτοκρατορίας με την περιφέρεια.

Το αποτέλεσμα των εκεί εκλογών ασφαλώς θα προσδώσει μεγάλο ψυχολογικό πλεονέκτημα στον νικητή, πράγμα που δεν διαφεύγει της προσοχής του τούρκου πρωθυπουργού οποίος «ποντάρει» στην εκλογική επικράτηση του κόμματός του στην Κωνσταντινούπολη, που μπορεί να αποτελέσει κατʼ αυτόν το εφαλτήριο για την εκλογική νίκη και σε άλλες μεγάλες εκλογικές περιφέρειες.

Kαι το κυρίαρχο ερώτημα που προκύπτει: Θα μεταπηδήσει τελικά ο κ. Ερντογάν στην προεδρία;

Πιστεύεται ότι ο τούρκος πρωθυπουργός εξακολουθεί να τρέφει προεδρικές φιλοδοξίες. Για να τις εκπληρώσει, όμως, θα πρέπει να προβεί στην αλλαγή του Συντάγματος, προκειμένου να εγκαθιδρύσει μια ισχυρής μορφής προεδρία, όπως τουλάχιστον εκείνος την επιδιώκει. Για να επιτύχει όμως τούτο απαιτείται μεγάλη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, που δεν την διαθέτει. Θα πρέπει λοιπόν να πείσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης να συναινέσουν προς την επιθυμητή γιʼ αυτόν συνταγματική αλλαγή. Εγχείρημα πολύπλοκο, όπως αποδείχθηκε όταν επιχειρήθηκε μια τέτοια άσκηση από διακομματική επιτροπή (κυβερνών ΑΚΡ, κεμαλικό CHP, εθνικιστικό ΜΗΡ και φιλοκουρδικό ΒΗΡ). Η επιτροπή αυτή το μόνο που κατάφερε ήταν να συμφωνήσει μόνο στα μισά περίπου άρθρα του σχεδίου, αφήνοντας εκτός αυτού φλέγοντα ζητήματα, όπως η προστασία των θρησκευτικών ελευθεριών, η ενίσχυση των εξουσιών του Προέδρου, τα δικαιώματα των Κούρδων, οι προϋποθέσεις για χορήγηση τουρκικής ιθαγένειας κ.λπ.

Συμπερασματικά, λοιπόν, θα πρέπει να συγκρατηθεί ότι οποιαδήποτε πολιτική εξέλιξη, ακόμη και η πιο ευνοϊκή για τον ίδιο, δεν θα αφήσει τον κ. Ερντογάν αλώβητο. Όσο και αν ακόμη αντέχει δημοσκοπικά.

Οι αντοχές του δεν έχουν εξαντληθεί, στο μέτρο που απολαύει ακόμη της υποστήριξης των ασθενέστερων τάξεων.

Πολλοί θεωρούν ότι θα αναλάβει πρωτοβουλίες για μια προς τα εμπρός φυγή, ειδικότερα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, προσαρμόζοντάς την σε πιο «ρεαλιστικά» πλαίσια.

Τα παραπάνω πρέπει να αποτελέσουν επαρκή ερείσματα για μια εμπεριστατωμένη εκ μέρους μας ανάλυση και συναγωγή καταλλήλων συμπερασμάτων.


Σχολιάστε εδώ