Η παγίδα των ευρωτουρκικών για την ελληνική προεδρία

Το επόμενο διάστημα διαμορφώνεται ένα ιδιαίτερα ρευστό και ευαίσθητο τοπίο στις ευρωτουρκικές σχέσεις που δεν αφορά μόνο τη συντήρηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, αλλά κυρίως τη διαχείριση των συνεπειών από τη δίνη, εσωτερική και εξωτερική, στην οποία έχει περιπέσει η Τουρκία και τη διαμόρφωση, έτσι, του νέου πλαισίου των σχέσεων με την Άγκυρα…

Δυνάμεις της ΕΕ όπως η Βρετανία, η Σουηδία, οι Βαλτικές χώρες και οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης έχουν εκφράσει σταθερά την υποστήριξή τους στη, σχεδόν άνευ όρων, συνέχιση της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας καθώς στρατηγικά συμφέροντά τους, ιδεολογικά στερεότυπα αλλά και σοβαρά οικονομικά συμφέροντα καθοδηγούν την πολιτική τους έναντι της Τουρκίας.

Το μπλοκ αυτών των χωρών δημιουργεί ένα φιλοτουρκικό κλίμα στην Ευρώπη αναγκάζοντας ακόμη και χώρες όπως η Γαλλία, που είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές έναντι της Τουρκίας, να επιχειρούν τη διατήρηση ενός modus vivendi. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η επίσκεψη στην Άγκυρα του πρόεδρου Φ. Ολάντ που θα επιχειρήσει να αποσπάσει συμβόλαια για γαλλικές επιχειρήσεις.

Παρά τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες στην Τουρκία και τις απρόθυμες δηλώσεις αποδοκιμασίας από κάποιους ευρωπαίους αξιωματούχους, συνεχίζεται η πίεση για απελευθέρωση κεφαλαίων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, θέμα με το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπη η ελληνική προεδρία.

Για την ελληνική κυβέρνηση, όμως, το θέμα του ανοίγματος κεφαλαίου, πέραν των προβλημάτων που υπάρχουν μια και η Κύπρος είναι αυτή που τα κρατά παγωμένα, έχει και εσωτερικά προβλήματα μία τέτοια κίνηση.

Αυτομάτως θα τεθεί το ερώτημα εάν η Αθήνα και ο Αντ. Σαμαράς προσωπικά μπορούν να αναλάβουν την ευθύνη… επιβράβευσης της Τουρκίας, όταν τόσο στο Κυπριακό όσο και στα ελληνοτουρκικά συνεχίζει την ακραία πολιτική αμφισβήτησης κυριαρχικών δικαιωμάτων δύο κρατών μελών της ΕΕ, ενώ στο εσωτερικό της σημειώνεται η πιο ανησυχητική διολίσθηση σε ότι αφορά βασικά ζητήματα δημοκρατικής λειτουργίας και σεβασμού του κράτους δικαίου.

Εφόσον, όπως όλα δείχνουν (και παρά τους πειραματισμούς που επιχειρεί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και υπουργός Εξωτερικών Ευ. Βενιζέλος στο Κυπριακό), η κυβέρνηση δεν υποκύψει στις πιέσεις για διευκόλυνση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, το επόμενο πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει είναι η διαχείριση των συνεπειών που θα έχει αυτή η επιλογή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Η προσπάθεια και της παρούσας κυβέρνησης να αντιμετωπίσει με κατευναστικό τρόπο την τουρκική απειλή δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα. Ωστόσο, παρά τους αρχικούς σχεδιασμούς, θα είναι δύσκολο υπό τις συνθήκες που διαμορφώνονται στις ευρωτουρκικές σχέσεις αλλά και στο εσωτερικό της Τουρκίας, να υπάρξει μία ακόμη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας.

Στο Κυπριακό, όμως, έχει επίσης ενδιαφέρον ο τρόπος με τον όποιο θα κινηθεί τις επόμενες εβδομάδες ο διεθνής μεσολαβητής Αλ. Ντάουνερ, ο οποίος από αύριο αναμένεται να πιάσει και πάλι δουλειά στη Λευκωσία επιδιώκοντας την εξασφάλιση της συμφωνίας των δύο πλευρών για επανέναρξη των συνομιλιών.

Είναι προφανές ότι, με δεδομένη την κατάσταση στην Τουρκία, δύσκολα θα διαμορφωθεί περιβάλλον για σοβαρές και ουσιαστικές συνομιλίες. Αυτό, φυσικά, δε σημαίνει πως η Τουρκία δεν θα επιμείνει σε μία εσπευσμένη έναρξη των συνομιλιών και σύντομη ολοκλήρωσή τους ώστε μέχρι τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο να έχει απαλλαγεί, με τον ένα η τον άλλο τρόπο, από το βάρος του Κυπριακού.

Η κυπριακή κυβέρνηση και ο πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης αποφάσισαν τελικά να κρατήσουν ζωντανή τη διαδικασία, έστω και με «τεχνητές αναπνοές», μετά την απόρριψη -εκ μέρους του Ν. Έρογλου- της πρότασης που υπέβαλαν σχετικά με το κείμενο της Κοινής Ανακοίνωσης που θα περιέγραφε πριν την έναρξη των συνομιλιών το πλαίσιο της επιδιωκόμενης λύσης.

Προκειμένου να αποφύγει, μάλιστα, τα γνωστά παιγνίδια του Αλ. Ντάουνερ, ο κ. Αναστασιάδης απέστειλε στις 2 Ιανουαρίου επιστολή στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ με την οποία ουσιαστικά διευκολύνει τη διαδικασία, προτείνοντας τη διαμόρφωση μίας μικρής και σύντομης διακήρυξης για την έναρξη των συνομιλιών. Στη σύντομη αυτή διακήρυξη θα γίνεται σαφής αναφορά στις συμφωνίες υψηλού επίπεδου και στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, ειδικά εκείνα που προβλέπουν ότι το νέο κράτος θα έχει μία διεθνή προσωπικότητα, μία κυριαρχία και μία ιθαγένεια. Θα γίνεται επίσης αναφορά στην ιδιότητα μέλους της ΕΕ, στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις βασικές ελευθερίες όλων των κυπρίων πολιτών.

Αρνητική, πάντως, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο κ. Αναστασιάδης στην επιστολή του επικαλείται το άτυπο έγγραφο Ντάουνερ (που αυθαίρετα περιέλαβε υποτιθέμενες συγκλίσεις κατά τη διάρκεια συνομιλιών Χριστόφια – Ταλάτ). Ένα γεγονός που από μόνο του δίνει τη δυνατότητα στον μεσολαβητή να επανεγκλωβίσει την Κύπρο στην επανέναρξη των συνομιλιών με «διαπραγματευτικό κεκτημένο» τις μονομερείς παραχωρήσεις στις οποίες είχε προβεί ο Δ. Χριστόφιας, ελπίζοντας ότι έτσι θα εξασφάλιζε ηπιότερη στάση εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων, κάτι που ποτέ δεν συνέβη…

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ