Δεν αρκεί, κύριε Σαμαρά, μόνο «η έξωθεν καλή μαρτυρία»

Δεν θα αναφέρουμε λεπτομέρειες του ταξιδιού αυτού, μόνο θέλουμε να τονίσουμε ότι δύο σημεία είναι άξια σχολιασμού. Το πρώτο είναι ότι κατά τις συναντήσεις με τους γερμανούς κυβερνητικούς αξιωματούχους, η ελληνική οικονομία και ο λαός της χώρας μας, καθώς και η ελληνική κυβέρνηση εισέπραξαν εύσημα και επαίνους για τις προόδους που σημειώθηκαν από την εφαρμογή των Μνημονίων και από την αφοσίωση των ελληνικών κυβερνήσεων και κυρίως της σημερινής κυβέρνησης στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ανέλαβε η χώρα μας. Ακόμη και ο σκληρός Σόιμπλε μας έστειλε επαίνους. Όμως μέσα στην Ευρωζώνη το κλίμα δεν ήταν και τόσο ευχάριστο για τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας και για το έργο της κυβέρνησης. Αυτό ακριβώς απέδειξαν οι τελευταίες δηλώσεις του επικεφαλής του Eurogroup, ολλανδού υπουργού των Οικονομικών κ. Ντάισελμπλουμ, ο οποίος συνέστησε με αυστηρότητα τη συνέχιση της προσπάθειας που καταβάλλει ο ελληνικός λαός εδώ και πέντε χρόνια. Τα καλά λόγια που ακούστηκαν από τους γερμανούς αξιωματούχους, έγινε φανερό ότι ήταν χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα, καθώς όλοι συνιστούσαν τη συνέχιση των προσπαθειών για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα μας. Αυτά τα καλά λόγια τα χωρίς αντίκρισμα εντάσσονται σε ένα σχέδιο στήριξης της σημερινής κυβέρνησης που αποτελείται από πολιτικούς λάτρεις του συστήματος.

Το δεύτερο σημείο που θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε είναι το θέμα της εξασφάλισης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, που συζητήθηκε στη συνάντηση του κ. Σαμαρά με την κ. Άνγκελα Μέρκελ. Η γερμανίδα καγκελάριος αφού απέκλεισε κατηγορηματικά ένα δεύτερο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, υποσχέθηκε ότι το θέμα αυτό θα συζητηθεί τον Απρίλιο του 2014. Με πιθανότητα να μειωθούν τα επιτόκια και να δοθεί μια παράταση χρόνου για την εξόφληση του χρέους. Το δώρο της κ. Μέρκελ στον Σαμαρά είναι ότι αυτή όλη η διαπραγμάτευση θα ξεκινήσει τις παραμονές της διεξαγωγής των ευρωεκλογών, οπότε η ελληνική κυβέρνηση θα έχει κάθε λόγο να θέσει στον ελληνικό λαό, εν όψει των εκλογών, το αίτημα «ψηφίστε μας για να συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση». Και δεν αποκλείεται ένας ορισμένος αριθμός αφελών ψηφοφόρων, να παρασυρθεί. Όπως και να έχει το πράγμα όμως, αυτό θα είναι ένα δώρο στα δύο κόμματα του συστημικού τόξου που βρίσκονται σήμερα στην εξουσία. Έτσι, λοιπόν, η επίσκεψη Σαμαρά μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι έχει επικοινωνιακά κέρδη για την κυβέρνηση, όμως για τον ελληνικό λαό καμιά απολύτως θετική απόφαση για τη βελτίωση της κατάστασής του. Και ξεφεύγει από την επιθυμία για ανάπτυξη και βελτίωση της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει να κατανοήσουμε όλοι, συμπεριλαμβανομένων και των κυβερνητικών μας αξιωματούχων και των διορισμένων βουλευτών των δύο κομμάτων που μας κυβερνούν, ότι η Γερμανία δεν έχει κανένα συμφέρον να οδηγηθούν οι ασθενείς οικονομίες του Ευρωζωνικού Νότου σε πορεία ανάπτυξης. Η μοναδική τους επιδίωξη είναι αποκλειστικά και μόνο οι χώρες του Νότου να αποκτήσουν δημοσιονομική ισορροπία, ώστε να μπορούν να εξυπηρετούν τις δαπάνες των δανείων που έχουν συνάψει τα κράτη αυτά. Πέραν αυτού, η πολιτική που ακολουθεί σήμερα η Γερμανία, δείχνει ότι δεν ενδιαφέρεται ούτε για την ανάπτυξη των οικονομιών της Ευρωζώνης και γενικότερα της Ευρώπης, ούτε και για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των λαών. Η μέχρι τώρα πολιτική της γερμανικής ηγεσίας οδηγεί:

α) Στη συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσοτέρων καταθέσεων από όλες τις χώρες της Ευρώπης στις γερμανικές τράπεζες, πράγμα που θα προκαλέσει σώρευση των αδρανούντων ευρωπαϊκών κεφαλαίων στη χώρα αυτή, και θα αυξήσει σημαντικά τη ρευστότητα της οικονομίας της. Πέραν αυτού θα υπάρχει κεφαλαιακή επάρκεια για ανάπτυξη της Γερμανίας στην τεχνολογία και στην παραγωγή νέων προϊόντων. Ειδικά στους τομείς των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής, των αυτοκινήτων κ.λπ.

β) Όλη αυτή η δραστηριότητα συντελεί στη δημιουργία εμπορικού πλεονάσματος που σημαίνει επάρκεια συναλλαγματικών αποθεμάτων και τεράστια απελευθέρωση κεφαλαίων για δανεισμό άλλων χωρών. Δηλαδή γεγονότα που θα προκαλέσουν την αύξηση και του πολιτικού κύρους της Γερμανίας, το οποίο ακόμη δεν έχει φτάσει στο επίπεδο του οικονομικού κύρους της. Για τον σκοπό αυτό, άλλωστε, αγωνίζεται η γερμανική ηγεσία να κρατήσει αδιάσπαστη την ενότητα της Ευρωζώνης. Η σοβαρότητα του θέματος της δημιουργίας εμπορικού πλεονάσματος οδήγησε την Κομισιόν στην απόφαση να διενεργήσει έναν σχετικό έλεγχο για την αύξηση των πλεονασμάτων που παρουσιάζει τα χρόνια της κρίσης η γερμανική οικονομία. Και για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε αυτό το πλεόνασμα, καθώς και τις επιπτώσεις που προκαλεί στις οικονομίες των άλλων κρατών – μελών της ΕΕ.

γ) Η επιμονή της Γερμανίας στη λιτότητα έχει προκαλέσει φαινόμενα αποπληθωρισμού, κυρίως στις χώρες του Ευρωζωνικού Νότου, αλλά και σε όλες τις χώρες-μέλη της ΕΕ που ακολουθούν την πολιτική λιτότητας. Και σημειώνουμε ότι ο αποπληθωρισμός έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις, με κυριότερη αυτή που επιφέρει διάβρωση όλων των αξιών και κυρίως πλήττει τις αξίες της περιουσίας, κινητής και ακίνητης. Με το δεδομένο αυτό, και εάν συνεχιστεί ο αποπληθωρισμός στην Ελλάδα, όπως ήδη άρχισε με πτώση του πληθωρισμού στο -0,6%, αυτό θα έχει τρομερές συνέπειες για το ύψος των αμοιβών των εργαζομένων και των συνταξιούχων, αλλά θα προκαλέσει και απαξίωση της αξίας των ακινήτων, των μετοχών και των χρηματικών καταθέσεων στις τράπεζες.

δ) Η οικονομική πολιτική της Γερμανίας και οι επιδιώξεις της συνιστούν σοβαρή απειλή για το μέλλον της Ευρωζώνης. Και τούτο γιατί δημιουργεί αγεφύρωτες ανισορροπίες μεταξύ Βορρά και Νότου, κυρίως όσον αφορά τις αμοιβές και την κατανομή των διαθεσίμων κεφαλαίων, η οποία κατανομή είναι εντελώς άνιση. Για παράδειγμα η πρόσβαση στο «φτηνό χρήμα» δεν ισχύει για όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Τώρα με τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ στο 0,25% η Γερμανία δανείζεται και από την ΕΚΤ και από τις αγορές με 0,4-0,6%, δηλαδή δανείζεται «τσάμπα» χρήμα, ενώ τα κράτη του Νότου δανείζονται με επιτόκια πάνω από 5%, και προσπαθούν να αποφύγουν τον δανεισμό, με αποτέλεσμα να μη διαθέτουν τα απαιτούμενα κεφάλαια για την άσκηση μιας αποτελεσματικής αναπτυξιακής πολιτικής. Και ίσως αυτό επιδιώκει και η Γερμανία, δηλαδή τη στασιμότητα των οικονομιών του Νότου, για να καλύπτει το γερμανικό κεφάλαιο όλες τις καθυστερήσεις των ασθενών οικονομιών, βέβαια με το ανάλογο κέρδος. Αυτή η άνιση μεταχείριση των κρατών – μελών της Ευρωζώνης δημιουργεί συνθήκες αποσταθεροποίησής της με το ενδεχόμενο μιας διάλυσης ή διαχωρισμού των κρατών-μελών σε δύο κατηγορίες. Και αν τυχόν καταλήξουμε σε αυτή την εξέλιξη, θα μονιμοποιηθεί μια ανισορροπία στην κατανομή κεφαλαίων και στην ανάπτυξη μεταξύ των ισχυρών και ασθενών οικονομικών της Ευρωζώνης. Γεγονός εντελώς απαράδεκτο για μια ενιαία οικονομική και νομισματική ένωση. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει ασφαλώς σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις και στην οικονομία της Γερμανίας, αλλά και των άλλων ισχυρών οικονομιών που πειθαρχούν σήμερα στα κελεύσματα της κ. Μέρκελ.

Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα ότι η γερμανική οικονομία έχει κάθε συμφέρον να κρατήσει την Ευρωζώνη ενιαία και αδιάσπαστη και να επιδιώξει την όσο το δυνατόν σταθεροποίηση του ευρώ ως διεθνούς ανταλλακτικού και αποθεματικού χρήματος. Γι’ αυτό προσωπικά έχουμε τη γνώμη ότι η γερμανίδα καγκελάριος και οι σύμβουλοί της και ειδικά ο υπουργός των Οικονομικών κ. Σόιμπλε, έχουν αντιληφθεί πόσο αναγκαία είναι η ύπαρξη της Ευρωζώνης για τα συμφέροντα της Γερμανίας, και για τον λόγο αυτό διαφωνούν με τυχόν αποχώρηση της Ελλάδος ή και ίσως άλλης χώρας του Νότου. Ο πλούτος της Γερμανίας στηρίζεται ακριβώς στη συμμετοχή ασθενών οικονομιών στην ΟΝΕ. Επομένως οι έλληνες πολιτικοί δεν θα πρέπει να εμφανίζονται σαν «ικέτες» στις συζητήσεις για τα θέματα που αφορούν την Ελλάδα. Είναι λάθος του πρωθυπουργού κ. Σαμαρά να πιέζει τους υπουργούς να κλείνουν όσο το δυνατόν συντομότερα τα διάφορα εκκρεμή θέματα και πάντα φυσικά σύμφωνα με τις επιθυμίες της «τρόικας». Αυτό είναι λάθος και αποβαίνει σε βάρος του ελληνικού λαού. Γι’ αυτό και εισπράττει επαίνους από τους ξένους και δυσαρέσκεια από τους Έλληνες. Επιτέλους πρέπει κάποιος να βρεθεί να πείσει τους γερμανούς ιθύνοντες ότι πρέπει να αλλάξουν πολιτική και να προσαρμόσουν τις επιδιώξεις της Γερμανίας στην εξυπηρέτηση του αμοιβαίου οφέλους.

Εάν αυτό δεν πετύχει τότε το μέλλον της Ευρωζώνης δεν μπορεί να θεωρηθεί σταθερό. Τώρα είναι ευκαιρία, που θα σχηματιστεί εντός των ημερών η νέα κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία, να αλλάξει η πολιτική της στον οικονομικό τομέα, ώστε να εξυπηρετηθεί το αμοιβαίο όφελος. Οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος πρέπει να κατανοήσουν ότι μόνον με την «έξωθεν καλή μαρτυρία» δεν μπορούν να διατηρηθούν στην εξουσία.


Σχολιάστε εδώ