Οι ύβρεις Ερντογάν για την Κύπρο και η ακολουθούμενη πολιτική
Σε ποια συγκυρία έγινε μάλιστα η αυθάδης τουρκική δήλωση; Την επομένη της συγκαταθέσεως της Ελλάδος και της Κύπρου για το ουσιαστικό ξεπάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ενώσεως, με το άνοιγμα του κεφαλαίου 22 για την περιφερειακή πολιτική και την προετοιμασία για το άνοιγμα προσεχώς και άλλων κεφαλαίων. Τη στιγμή επίσης που γίνονται εντατικές προσπάθειες, με τη διαμεσολάβηση του ειδικού εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αλεξάντερ Ντάουνερ για την επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών με στόχο τη «λύση» του Κυπριακού.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ντερβίς Έρογλου δεν υστέρησε σε δηλώσεις με παρόμοιο προκλητικό περιεχόμενο. Με την ευκαιρία της τριακοστής επετείου από την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, το 1983, επανέλαβε τις γνωστές αδιάλλακτες θέσεις για το Κυπριακό. Ότι, δηλαδή, μια ενδεχόμενη «λύση» θα πρέπει να βασίζεται σε δύο ισοκυρίαρχα «κράτη», με μόνιμες αποκλίσεις υπέρ των «δικαιωμάτων» των Τουρκοκυπρίων! Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει, κατά την Τουρκική άποψη, η «λύση» ν’ αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «πρωτογενές δίκαιο» ώστε να μη επηρεάζεται από το θεωρητικά υπέρτερο Ευρωπαϊκό δίκαιο, με το οποίο συγκρούονται οι αντιδημοκρατικές πρόνοιες τύπου Σχεδίου Ανάν μιας τέτοιας «λύσεως».
Υπό τις συνθήκες αυτές, διαπιστώνει επίσης κανείς ποιο είναι το πραγματικό περιεχόμενο της προτάσεως που έγινε από τον Κύπριο Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη και την οποία αποδέχθηκε ασμένως ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος για παράλληλες επισκέψεις στην Άγκυρα και την Αθήνα αντιστοίχως του Ελληνοκύπριου και του Τουρκοκύπριου διαπραγματευτή τις αναμενόμενες διακοινοτικές συνομιλίες. Υποτίθεται ότι η επίσκεψη στην Άγκυρα του Ελληνοκύπριου διαπραγματευτή θα εμπλέξει την Άγκυρα σε απευθείας διαπραγμάτευση για το Κυπριακό, με τη λογική ότι το κλειδί για οποιαδήποτε πρόοδο προς την κατεύθυνση μιας λύσεως βρίσκεται στην Τουρκία, που είναι η κατέχουσα δύναμη. Μόνιμη όμως αντεπιδίωξη της Άγκυρας ήταν η επιβολή της παρουσιαζόμενης ως δήθεν «αμοιβαιότητας». Την αποδοχή δηλαδή από την Ελληνική πλευρά παράλληλης επισκέψεως στην Αθήνα του Τουρκοκύπριου διαπραγματευτή, ως αντιστάθμισμα της επισκέψεως του Ελληνοκυπρίου στην Άγκυρα.
Ο καθένας αντιλαμβάνεται τι σημαίνει η αποδοχή από την Ελληνική πλευρά μιας τέτοιας αξιώσεως. Τι θα διαπραγματευθεί στην Ελλάδα ο Τουρκοκύπριος διαπραγματευτής; Μήπως βρίσκεται και η Ελλάδα στην ίδια θέση που βρίσκεται η Τουρκία ως δύναμη κατοχής στην Κύπρο; Προφανώς, ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η εξίσωση των δύο μερών, η προβολή των κατεχομένων ως ισότιμης «επικρατείας» των Τουρκοκυπρίων και η προώθηση ως διπλωματικής διαδικασίας για την επίλυση του Κυπριακού της ιδέας μιας τετραμερούς διασκέψεως. Την κατάλληλη στιγμή, η τετραμερής θα εξελιχθεί σε πενταμερή με την προσθήκη της Μ. Βρετανίας, που διεκδικεί πάντα το ρόλο της τρίτης «εγγυήτριας» δυνάμεως, με βάση τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου.
Οι δηλώσεις Ερντογάν καθιστούν απόλυτα σαφείς τους Τουρκικούς στόχους και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για την προβολή ανυπόστατων ισχυρισμών και για επικίνδυνες ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Αυτό που χρειάζεται να κάνει η Ελληνική πλευρά δεν είναι η συνέχιση μιας ναρκοθετημένης και αυτοκραταστροφικής πολιτικής που είναι εκ των πραγμάτων συμπληρωματική της Τουρκικής στρατηγικής. Είναι η επανατοποθέτηση του Κυπριακού πάνω σε μια αληθώς πραγματιστική βάση, που θα λαμβάνει υπόψιν τη σημερινή κατάσταση και τις Τουρκικές στρατηγικές επιδιώξεις.
Η Τουρκία δεν έχει καμία πρόθεση να αποκλίνει από τους πάγιους στόχους που έχει καθορίσει από δεκαετίες. Την εγκαθίδρυση, δηλαδή, στην Κύπρο μιας συνομοσπονδίας δύο «κρατών», που θα παρουσιάζεται ως δήθεν ομοσπονδία με δύο συνιστώντα «κράτη». Η ομοσπονδία έχει επισήμως και στην πράξη εγκαταλειφθεί από το 1983, όταν η Τουρκική πλευρά προέβη στην ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Η διφορούμενη αποδοχή της διζωνικής ομοσπονδίας, με «πολιτική ισότητα» είναι για την Τουρκική πλευρά το ψευδώνυμο μιας συγκεκαλυμμένης συνομοσπονδίας. Αντιπροσωπεύει επιπλέον την επιδίωξη της τουρκικής πλευράς να διασφαλίσει τα πλεονεκτήματα που έχει γι’ αυτήν η συνομοσπονδία έναντι της διχοτομήσεως, στην οποία θα οδηγούσε εκ των πραγμάτων η προώθηση ενός πλήρως ανεξάρτητου Τουρκοκυπριακού «κράτους».
Η Άγκυρα μετά το 1874 όταν επέβαλε, με την κατοχή μια ντε φάκτο διχοτόμηση επί του εδάφους, προσάρμοσε αναλόγως την πολιτική της. Ο μαξιμαλιστικός στόχος της Άγκυρας δεν είναι πλέον η διχοτόμηση, που κατ’ αυτήν έχει ουσιαστικά επιτευχθεί. Είναι, σε προοπτική, ο γεωπολιτικός έλεγχος ολόκληρης της Κύπρου και η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι το έρεισμα του Κυπριακού Ελληνισμού.
Με την εξεύρεση ενεργειακών πόρων στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου, η σημασία της Κύπρου έχει διευρυνθεί για την Άγκυρα. Επιπλέον, έχει περισσότερους λόγους σήμερα να επισπεύδει για «λύση», όχι μόνο για το διπλωματικό θεαθήναι. Επιδιώκει μέσα από μια ετεροβαρή «λύση» τύπου Σχεδίου Ανάν να καταστεί λεόντειος συνέταιρος στο φυσικό αέριο της Κύπρου και να προλάβει να αποσοβήσει τη σύμπηξη και παγίωση ανεπιθύμητων στρατηγικών συμμαχιών, όπως μια τριμερής στρατηγική σύγκλιση Ελλάδος – Ισραήλ – Κύπρου.
Η Τουρκία ακολουθεί ανάλογη στρατηγική έναντι της Ελλάδος, επωφελούμενη από τη σημερινή οικονομική αδυναμία της και από τη δραματική αποδυνάμωση της άμυνάς της, λόγω των δρακόντειων περικοπών στις αμυντικές δαπάνες και την πλήρη στασιμότητα και αποτελμάτωση στους αμυντικούς της εξοπλισμούς. Οι Τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο με πιο πρόσφατη την προσέγγιση Τουρκικής φρεγάτας στη Σκύρο, που είναι η καρδιά της αεροναυτικής Ελληνικής άμυνας στο Αιγαίο, πρέπει να αφυπνίσουν όσους έχουν την ευθύνη της εθνικής άμυνας. Η δραματική μείωση των αμυντικών δαπανών θεωρείται από την «τρόικα» ως «δομική μεταρρύθμιση». Δεν έχει κανένα χαρακτήρα προσωρινότητας, λόγω της οικονομικής εκτάκτου ανάγκης.
Η κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα δεν είναι, δυστυχώς, μόνο οικονομική. Αυτό δεν πρέπει ούτε να λησμονείται ούτε να υποτιμάται ή να παραπέμπεται, χωρίς επίγνωση των κινδύνων στο μέλλον.