Μας γυρίζουν την πλάτη οι Ευρωπαίοι

Την αίσθηση αυτή που υπάρχει διάχυτη σε πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους ενισχύει η ένταση των απαιτήσεων των δανειστών και η προβολή νεότερων αιτημάτων, που καθιστούν ακόμη πιο δυσχερείς τις προσπάθειες της κυβέρνησης και θέτουν υπό αίρεση την έξοδο της χώρας από το μακρύ τούνελ της οικονομικής κρίσης. Παράλληλα αμφισβητούν τη θετική πορεία συγκεκριμένων οικονομικών δεικτών (πρωτογενές πλεόνασμα) του προϋπολογισμού, ενώ εμφανίζονται απρόθυμοι να τηρήσουν τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει για την ανακούφιση του ελληνικού χρέους. Κάτι που προκαλεί απορίες κι ερωτηματικά για τις πραγματικές προθέσεις τους, ενώ τροφοδοτεί και τα διάφορα… «σενάρια συνωμοσίας».

Από ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εκφράζεται έντονη δυσφορία, για τον τρόπο με τον οποίο κινείται τελευταία ο Αντ. Σαμαράς, με τα τελεσίγραφα του τύπου «όχι νέα μέτρα», αλλά και αμφιβολία για το κατά πόσο είναι αποφασισμένος να υλοποιήσει το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Στα ευρωπαϊκά Μέσα Ενημέρωσης «επέστρεψαν» τα επικριτικά δημοσιεύματα για καθυστερήσεις στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων, την πάταξη της φοροδιαφυγής κ.ά. Ακόμη πιο ισχυρές πάντως είναι οι εντυπώσεις από τη στάση της Ανγκ. Μέρκελ έναντι του Αντ. Σαμαρά, στο σύντομο τετ-α-τετ που είχαν προ ημερών στις Βρυξέλλες στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στάση πολιτικά και διπλωματικά ασυνήθιστη, αν όχι υποτιμητική και περιφρονητική. Η γερμανίδα καγκελάριος διέθεσε μόλις πέντε λεπτά από το χρόνο της, όχι για να ακούσει τις όποιες επισημάνσεις του πρωθυπουργού, αλλά για να τον παραπέμψει στην «τρόικα». Δίνοντας με τον τρόπο αυτό τέρμα στα σχέδια για πολιτική διαπραγμάτευση που «επωάζονταν» στο Μέγαρο Μαξίμου. Το γεγονός παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις αν λάβει κανείς υπόψη του ότι μέχρι πρότινος ο κ. Σαμαράς διατηρούσε προνομιακές σχέσεις με την γερμανίδα καγκελάριο, εξ ου και τα αλλεπάλληλα ταξίδια του στο Βερολίνο.

Το ερώτημα που τίθεται από πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους είναι αν το χαμηλό βαρομετρικό των τελευταίων εβδομάδων είναι πρόσκαιρο κι έχει να κάνει με την απόφαση των Ευρωπαίων να πιέσουν ακόμη περισσότερο την κυβέρνηση για την υλοποίηση όλων των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει. Ή, αν συνδέεται με ευρύτερης σημασίας ζητήματα που εξελίσσονται σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως π.χ. η κόντρα ΗΠΑ- Γερμανίας για τις υποκλοπές, τα ενεργειακά κ.ά. Αν ισχύει η πρώτη εκδοχή, τα πράγματα θα ξεκαθαρίσουν πολύ σύντομα, ενδεχομένως και στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους επικεφαλής της «τρόικας» τις αμέσως προσεχείς ημέρες. Αν δηλαδή εκείνοι παραμείνουν αμετακίνητοι στις θέσεις και τις απαιτήσεις τους ή λόγω και της σθεναρής στάσης που λένε ότι θα τηρήσουν από την κυβέρνηση, θα… βάλουν νερό στο κρασί τους. Στην περίπτωση που οι εκπρόσωποι της «τρόικας» εμφανισθούν αδιάλλακτοι, πέρα του ότι οι διαπραγματεύσεις θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο, θα είναι το προμήνυμα για όσα αρνητικά θα ακολουθήσουν τους επόμενους μήνες. Αν πάλι ισχύει η δεύτερη εκδοχή, τα πράγματα περιπλέκονται επικίνδυνα και είναι ακόμη πιο ανησυχητικά.

Σε πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία συζητείται έντονα το ενδεχόμενο η αλλαγή στάσης της κ. Μέρκελ και γενικότερα της Ευρώπης έναντι της χώρας μας, να έχει να κάνει με την απόφαση του κ. Σαμαρά ν’ αλλάξει στρατηγικό προσανατολισμό και να στηριχθεί περισσότερο στις ΗΠΑ. Γεγονός το οποίο αποκάλυψε το «ΠΑΡΟΝ» (20 Οκτωβρίου), σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμα και με τον τίτλο «Αλλαγή στρατοπέδου». Διπλωματικοί παράγοντες δεν έκρυβαν τις ανησυχίες τους για τους κινδύνους που κρύβει, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο μια τέτοια στρατηγική κίνηση. «Λάθος απόφαση, σε λάθος στιγμή» έλεγαν χαρακτηριστικά, με το σκεπτικό ότι το Βερολίνο θα αντιδράσει με όποιο τρόπο μπορεί κι αυτό θα κοστίσει στη χώρα μας. Πόσο μάλλον, που λόγω των σκανδάλου με τις υποκλοπές, υπάρχει αρκετή ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ- Γερμανίας. Οι ίδιοι παράγοντες επισήμαναν ότι οι προσπάθειες της Ελλάδας για την έξοδο από την κρίση στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό, αν όχι εξ ολοκλήρου στην ευρωπαϊκή βοήθεια. Η συμβολή των ΗΠΑ μέσω του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι περιορισμένη, όπως περιορισμένες είναι οι πιθανότητες η Ουάσινγκτον ν’ ασκήσει πιέσεις στην Ευρώπη για την προώθηση ευνοϊκών μέτρων π.χ. για το δημόσιο χρέος. Με τον Μπ. Ομπάμα μάλιστα, πολιτικά αποδυναμωμένο και σε θέση απολογούμενου έναντι της παγκόσμιας κοινότητας.

Γ. Ζ.


Σχολιάστε εδώ