Διαχείριση με όρους εθνικής αναγκαιότητος

Με προαγωγή και νέας («συμπληρωματικής» εν πολλοίς) δανειακής συμβάσεως και ανάλογων εξ ανάγκης υποθηκευτικών όρων. Ενός, δηλαδή, επιπροσθέτου Μνημονίου, που θα διασφαλίζει τους δανειστές και το «λαβείν» των, ενώ θα οδηγεί την ελληνική καθημερινότητα προς ακόμη μοιραιότερη εξουθένωση. Κάτι που ασφαλώς θα έχει ολεθριότερα παράγωγα, καθώς οι πολίτες (αλλά και γενικότερα οι εθνικές αντοχές) έχουν από πολλού φθάσει στα όριά των.

Εάν τα πράγματα είναι διαφορετικά -και μακάρι να είναι- τότε: Ούτε οι πρωθυπουργικές προειδοποιήσεις εχρειάζοντο, ούτε και οι συντονισμένες εν πολλοίς υπουργικές αντιδράσεις προς την «τρόϊκα» θα εκδηλώνονταν.

Και μάλιστα με τόσο (ετεροχρονισμένο βεβαίως) πάθος, που σε κάποιες τουλάχιστον περιπτώσεις ξενίζει.

Δυστυχώς, η κατάσταση προδιαγράφεται χειρότερη απ’ όσο φαίνεται. Και δεν χρειάζεται προβλεπτική δεινότητα και για να διαπιστωθεί η ίδια και για να διακριβωθούν οι προθέσεις εκείνων που την προάγουν, διαμορφώνοντας τις συνθήκες οι οποίες θα την επιβάλουν ως αναπόφευκτη. Και υπό το φως αυτών των βραχυπρόθεσμων προοπτικών, το δέον γενέσθαι από πλευράς του πολιτικού συστήματος, είναι και απλό κι ευανάγνωστο. Πλην, καθόλου ευχερές και για να κατανοηθεί επαρκώς και -κυρίως- για να μεταστοιχειωθεί με όρους πολιτικής πρακτικής. Που στην προκειμένη περίπτωση, σημαίνει αφενός αντίσταση προς όσα επέρχονται -για να μην πούμε ότι επελαύνουν- και αφετέρου μεθόδευση στρατηγικής διαχειρίσεως προφανών κινδύνων.

Το χειρότερο δεν βρίσκεται, όμως, σε όσα έξωθεν προάγονται από άλλους για μας. Το χειρότερο είναι ότι: Αυτά όλα συμπίπτουν, δυστυχώς, με ανιούσαν κυριολεκτικώς αποσυνθετική κατάσταση στο ενδοελληνικό μέτωπο!

Διαγκωνισμοί επί του ανοικτού τραύματος των ελληνικών ημερών. Και αποδόμηση ως αποτέλεσμα των ισχνών εθνικών δυνατοτήτων. Οι οποίες και όταν δεν εξανεμίζονται, τελικά εξαντλούνται σε μόχλευση διχαστικών συνδρόμων και αναζωπύρωση εμφυλιακών παθών που αίφνης αναθρώσκουν. Κι αυτά επιτείνουν τελικά την εθνική παθογένεια, τη στιγμή που η χρεωκοπική κατολίσθηση και πτωχευτική κακοδαιμονία συναπαιτούν μείζονες εσωτερικές συγκλίσεις. Με αν όχι καταστολή, τουλάχιστον καταλλαγή και αναστολή συγκρουσιακών παθών.

Εάν, λοιπόν, αυτό δεν συνειδητοποιηθεί απ’ όλες τις πλευρές και αν κυρίως δεν ενεργοποιήσει δυναμικές ελάσσονος έστω εσωτερικής ενότητος -με την έννοια της αναλήψεως προφανών ευθυνών- τότε τα πράγματα θα επιδεινωθούν. Και αυτοί που «θα πληρώσουν το μάρμαρο» θα είναι η χώρα και οι πολίτες. Με τρόπο επώδυνο και ίσως καταστροφικό σε μη αναστρέψιμο βαθμό. Κάτι που κάποιοι εύγλωττοι δείκτες της καταθλιπτικής πραγματικότητος επιβεβαιώνουν, αποβαίνοντας ευκρινέστατα σήματα των επερχομένων. Όπως είναι η καλπάζουσα, με ρυθμούς ανεξέλεγκτους, ανεργία. Και όπως είναι η μαζική εν πολλοίς φυγή νέων ανθρώπων από τη χώρα. Όπως είναι η σιωπηρή μεν, αλλά επιταχυνόμενη δημογραφική διάβρωση που οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα σε αδυσώπητη συρρίκνωση. Και όπως είναι αφ’ ενός ο περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας και αφετέρου η αποδόμηση αμυντικών δυνατοτήτων και ασκήσεως εν προκειμένω κυριαρχικών δικαιωμάτων σε συγκεκριμένες περιοχές της εθνικής επικράτειας.

Αυτά πρέπει να δούμε κατά πρόσωπο και με γενναιόφρονες πολιτικές απ’ όλες τις πλευρές να τα διαχειρισθούμε αποφασιστικά.

Θέτοντας την ύψιστη ανάγκη εθνικής κατοχυρώσεως πάνω από τις, θεμιτές έστω, κομματικές βλέψεις και στοχοθεσίες των μεν και τα προσωποπαγή συμφέροντα των δε.


Σχολιάστε εδώ