Για να μην ξεχνάμε…

Γι’ αυτό, από καιρού εις καιρό έχουμε την υποχρέωση να επαναφέρουμε στη μνήμη μας γεγονότα και στιγμές που συνθέτουν το ένδοξο παρελθόν. Όπως αυτό που λέμε ελληνικό έπος.

Και φυσικά αναφερόμαστε στο έπος του 1940.

Τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα κτυπά την πόρτα του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Κηφισιά. Του επιδίδει ιδιοχείρως τελεσίγραφο, με το οποίο απαιτεί την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την ελληνοαλβανική μεθόριο, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει στρατηγικά σημεία της χώρας, όπως λιμάνια, αεροδρόμια κ.λπ.

Με λίγα λόγια, η φασιστική Ιταλία απαιτούσε την άμεση παράδοση της χώρας μας.

Η απάντηση, φυσικά, δεν θα μπορούσε να είναι καμιά άλλη από εκείνη που προκάλεσε το έναυσμα της ηρωικής αντίδρασης των Ελλήνων.

Έτσι γράφτηκε το έπος του ’40.

Η απόκρουση της ιταλικής εισβολής αποτελεί την πρώτη νίκη που πραγματοποίησαν οι Σύμμαχοι κατά των δυνάμεων του Άξονα, στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ήταν αυτή που έκανε τον Ουίνστον Τσώρτσιλ να πει, σε μια ομιλία του στο BBC, τις πρώτες η μέρες του ελληνο-ιταλικού πολέμου, ότι: «Μέχρι τώρα συνηθίζαμε να λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες. Τώρα θα λέμε ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».

Εκείνο το πρωί οι Ιταλοί άρχισαν να βομβαρδίζουν τα ελληνικά φυλάκια. Το ίδιο πρωί, οι ήχοι της σειρήνας ξύπνησαν τους Έλληνες που μέσα σε μια πανηγυρική ατμόσφαιρα έσπευδαν να καταταγούν και να αναχωρήσουν για το μέτωπο.

Τα γεγονότα είναι γνωστά. Οι πράξεις ηρωισμού του λαού μας, εξίσου.

Λιγότερο, όμως, γνωστά είναι άλλα γεγονότα που μας έρχονται στη μνήμη με αφορμή την πρόσφατη «δύσκολη» επίσκεψη του αντιπροέδρου και υπουργού Εξωτερικών στην Αλβανία, για την οποία αναφερθήκαμε στο προηγούμενο άρθρο μας.

Αλλά ας υπενθυμίσουμε απλώς ορισμένα ιστορικά γεγονότα που ουδεμία επιδέχονται αμφισβήτηση.

Τον Ιούνιο 1940, με την ψήφιση αλβανικού σχετικού νόμου, «το Βασίλειο της Αλβανίας αναγνωρίζει ότι θα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τα κράτη τα οποία θα βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με το Βασίλειο της Ιταλίας».

Υπενθυμίζουμε ότι κατά την εποχή εκείνη, η Αλβανία ήταν συνδεδεμένη, από το 1939, με καθεστώς προσωπικής ένωσης με την Ιταλία.

Η λεπτομέρεια αυτή δεν είναι πολύ γνωστή. Με την ένωση των δύο κρατών, δεν καταλύθηκε η ανεξαρτησία της Αλβανίας. Η τελευταία εξακολουθούσε, δηλαδή, να διατηρεί την ανεξαρτησία της, αλλά είχε τον ίδιο αρχηγό κράτους με την Ιταλία, δηλαδή τον Ιταλό βασιλιά. Τα ιταλικά δε και τα αλβανικά ήσαν ισότιμες γλώσσες στον κρατικό μηχανισμό.

Άρα, με την κήρυξη του πολέμου εναντίον της Ελλάδας, η Αλβανία βρέθηκε, με δική της απόφαση, σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ελλάδα.

Για τον λόγο αυτό, μετά την επίθεση της Ιταλίας κατά της χώρας μας, επίθεση που πραγματοποιήθηκε μέσω της Αλβανιάς, η Ελλάδα με σχετικό Αναγκαστικό Νόμο, την 10η Νοεμβρίου 1940, όρισε ως εχθρικά κράτη «την Ιταλία μαζί με τις κτήσεις, τα αυτοκρατορικά της εδάφη και τις αποικίες, καθώς και την Αλβανία».

Είναι γνωστό ότι κατά την ιταλική επίθεση συμμετέσχον και αλβανικά στρατιωτικά τμήματα.

Περί της συμμετοχής αυτής υπάρχουν ιστορικές αποδείξεις. Ενδεικτικά, παραθέτουμε μερικές.

Ο ίδιος ο Στρατάρχης Παπάγος, που υπήρξε και ο αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού κατά τον πόλεμο 1940-41, σημειώνει: «Όλες οι ιταλικές μεραρχίες πεζικού ήταν ενισχυμένες σε πεζικό με τάγματα Αλβανών…».

Ο πρέσβης Άδωνης Κύρου, αναφερόμενος στη συμμετοχή αυτή των Αλβανών γράφει χαρακτηριστικά ότι «…συμμετέσχον εις αυτόν παρά το πλευρόν των Ιταλών με ενθουσιασμόν και ανθελληνικήν λύσσαν άπειροι Αλβανοί…».

Λέγεται, μάλιστα, ότι οι επιτιθέμενοι Ιταλοί έβαζαν Αλβανούς που μιλούσαν ελληνικά να φωνάζουν στους έλληνες στρατιώτες να παραδοθούν, λέγοντας ότι στην Αθήνα η κυβέρνηση Μεταξά είχε πέσει και ότι η νέα κυβέρνηση που είχε σχηματιστεί, είχε συμμαχήσει με τον Άξονα…

Τα παραπάνω δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο λήθης, παρά την προσπάθεια που κατέβαλαν μετά τον πόλεμο αλβανοί ιστορικοί που επιχείρησαν να διαστρεβλώσουν την ιστορική πραγματικότητα, υποστηρίζοντας ότι αλβανικά στρατιωτικά τμήματα δεν συμμετείχαν στην ιταλική επίθεση ή ότι η συμμετοχή ήταν μικρή και έγινε κατόπιν άσκησης βίας από την ιταλική πλευρά.

Η Ελλάδα είναι ειρηνική χώρα. Ουδεμία επιθετική βλέψη τρέφει εναντίον γειτονικών ή άλλων κρατών.

Διατηρεί, όμως, ισχυρή ιστορική μνήμη.

Είναι αλήθεια ότι ορισμένοι λαοί μπορεί να μη θέλουν να διατηρήσουν την ιστορική τους μνήμη.

Σε μέρες, όμως, όπως η σημερινή, πώς μπορούμε να καταδικάσουμε στη λήθη πράξεις που προκαλούν αποτροπιασμό;

Πώς μπορούμε να ξεχάσουμε τις ειδεχθείς πράξεις που συνδέονται με τους «Τσάμηδες», όταν κατά τη διάρκεια της κατοχής συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, γερμανούς και ιταλούς; Πώς μπορούμε να ξεχάσουμε ότι οι ηγέτες τους συνεργάστηκαν όχι μόνο σε διώξεις, αλλά και σε εκτελέσεις Ελλήνων;

Και πόσα άλλα…

Ειδικά μάλιστα τις μέρες αυτές…


Σχολιάστε εδώ