Έλαμψε πάλι ο Πειραιάς

Όσοι ξεκινήσαμε το απόβραδο της περασμένης Τρίτης να πάμε στα εγκαίνια του Δημοτικού Θεάτρου, όσο κι αν γνωρίζαμε τι θα αντικρίσουμε, γιατί λίγο-πολύ σαν θέμα «έπαιζε» το τελευταίο δεκαήμερο και υπήρχε πολύ οπτικό υλικό στα κανάλια, σίγουρα δεν περιμέναμε να ζήσουμε αυτό που ζήσαμε. Δεν ήταν ο Αγιασμός, δεν ήταν η τελετή των εγκαινίων, δεν ήταν η μεγαλοπρέπεια του κτιρίου και οι πολλοί επίσημοι. Αυτό το δρώμενο που είδαμε, που νιώσαμε, που τραγουδήσαμε, ήταν κάτι το διαφορετικό. Μία μόνο λέξη θα μπορούσε ίσως να το αποδώσει: Μυσταγωγία! Μία πραγματική μυσταγωγία που μέσα σε μιάμιση ώρα μάς πέρασε στο χθες, μας έκανε να ζήσουμε όλες τις μεγάλες στιγμές του Ελληνισμού γιατί όλες τους είχαν μια «άκρη» στον Πειραιά και σημείο αναφοράς το Δημοτικό Θέατρο. Έτσι γίναμε στρατιώτες που έφυγαν για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, γίναμε πρόσφυγες από τη Μικρασία που «ακούμπησαν» στην πόλη μας φορτωμένοι δυστυχία, αλλά και κουλτούρα, πολιτισμό, έμπνευση και πάνω απ’ όλα δύναμη και πίστη για τη συνέχεια και τέλος γίναμε μετανάστες που κλαίγοντας αποχαιρετούσαμε το λιμάνι παίρνοντας τον δρόμο του μισεμού για την Αμερική ή την Αυστραλία.

Σ’ αυτές τις στιγμές του Ελληνισμού, τις στιγμές της ανείπωτης πίκρας αλλά και της μεγάλης ελπίδας, το Δημοτικό Θέατρο έπαιξε τον ρόλο του, έγινε καταυλισμός για τους στρατιώτες, σπίτι για τους πρόσφυγες, τελευταίο χάδι της πατρίδας για τους μετανάστες… Στο Δημοτικό Θέατρο μεγαλούργησε η τέχνη, αναδείχθηκε ο πολιτισμός, λειτούργησε καταλυτικά η κουλτούρα σαν βάλσαμο για τους φτωχούς και σαν πανδαισία για τους πλούσιους. Από αυτά τα σανίδια της τεράστιας σκηνής του, πέρασαν τα ιερά τέρατα του ελληνικού θεάτρου του περασμένου αιώνα κι έδωσαν συναυλίες οι μεγαλύτεροι μουσουργοί της σύγχρονης Ελλάδας.

Όλα αυτά «ντυμένα» με μαεστρία από εικόνες του χθες, «δεμένα» με τα απίθανα σκηνικά του Δημοτικού Θεάτρου και «κεντημένα» με νότες και τραγούδια που σημάδεψαν τις εποχές και τα αγαπήσαμε όλοι, έδωσαν στην εναρκτήρια παράσταση χαρακτήρα μυσταγωγίας.

Νόμιζες ότι δεν ήσουν σε θέατρο και μάλιστα κατάμεστο από κόσμο. Αισθανόσουν ότι βρισκόσουν σε εκκλησία. Οι εικόνες, τα τραγούδια, οι δρόμοι της προσφυγιάς και του μισεμού που «ζωντάνεψαν» στη σκηνή κατά τρόπο καταλυτικό, μαγικό, θα λέγαμε, δημιουργούσαν ένα αίσθημα αυθυποβολής, πότε ένιωθες πρόσφυγας και πότε ξενιτεμένος. Ένα αλλόκοτο πάντρεμα δύο γενεών με κοινή καταβολή, κοινή δυστυχία και κοινό στόχο: Τη γη της επαγγελίας που δεν τη βρήκαν ποτέ…

Είδαμε στα θεωρεία μάτια δακρυσμένα, είδαμε στην πλατεία πρόσωπα εκστασιασμένα να… ρουφάνε την κάθε στιγμή, την κάθε εικόνα, την κάθε λέξη. Γι’ αυτό και όταν η μουσική και τα τραγούδια που «σημάδεψαν» εκείνες τις εποχές ακούστηκαν επί σκηνής από τον Γιάννη Μπέζο, τον Σταμάτη Φασουλή, τον Δημήτρη Λιγνάδη, τον Θανάση Αλευρά και άλλους, λειτούργησαν ανακουφιστικά, ο κόσμος έβγαλε βαθύ αναστεναγμό και τραγούδησε, χειροκρότησε, ξέδωσε, σχεδόν λυτρώθηκε… Γιατί φτάσαμε πια στο σήμερα. Το σήμερα που μπορεί να είναι γκρίζο, ενδεχομένως και σκοτεινό, αλλά γεγονότα σαν την επαναλειτουργία αυτού του θεάτρου, με τα όσα συμβολίζει και τα όσα σημαίνει για τον κόσμο, δημιουργούν ακτίνες ελπίδας. Και ο κόσμος αυτό ψάχνει σήμερα. Γι’ αυτό και κάτι τέτοιες εκδηλώσεις λειτουργούν καταλυτικά και αποτελούν ξεχωριστά γεγονότα. Πόσο μάλλον αν αυτές οι εκδηλώσεις έχουν σημείο αναφοράς μνημεία τέχνης με την ιστορία, την αξία και τη σημασία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά.

Τα εγκαίνια

Όσον αφορά, τώρα, τα εγκαίνια, είχαν τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια που αρμόζουν στο πολιτιστικό αυτό στολίδι της χώρας μας. Η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία του τόπου έδωσε βροντερό «παρών» και τίμησε τον πολιτισμό, την ιστορία και την πόλη. Τον Αγιασμό έκανε ο Μητροπολίτης Πειραιά Σεραφείμ ενώ παρέστη και ο Μητροπολίτης Νικαίας Αλέξιος. Στη συνέχεια ο δήμαρχος Πειραιά Β. Μιχαλολιάκος χαιρέτισε ως οικοδεσπότης τους παριστάμενους και ευχαρίστησε ιδιαίτερα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Παπούλια και τον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκλησή του και παραβρέθηκαν στα εγκαίνια του μοναδικού αυτού ναού της Τέχνης.

Μεταξύ άλλων ο δήμαρχος τόνισε ότι το Δημοτικό Θέατρο ξεκίνησε να δημιουργείται το 1895 όταν ο Πειραιάς είχε μόλις 27.000 κατοίκους, χωρίς πόρους, χωρίς ΕΣΠΑ, χωρίς επιδοτήσεις. Μόνο το όραμα υπήρχε. Και η θέληση να γίνει κάτι μεγάλο στον Πειραιά. Αυτό που έγινε 10 χρόνια μετά, μια και το θέατρο εγκαινιάστηκε το 1895, και το καμαρώνουμε όλοι σήμερα.

«Αλήθεια είναι», συνέχισε ο δήμαρχος, «ότι η σημερινή κρίση που βιώνουμε τις οικονομικές της συνέπειες δεν είναι μόνο οικονομική.

Είναι πρωτίστως από όλα κρίση αρχών και αξιών. Είναι κρίση ταυτότητας. Και ο πολιτισμός είναι το κλειδί για να απελευθερωθούν οι αστείρευτες δυνατότητες του λαού μας, για να επαναποκτήσουμε την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή μας. Για να ξαναβάλουμε στο κέντρο του αξιακού μας κώδικα τον πολιτισμό. Γιατί ο πολιτισμός μας ενώνει και μας βελτιώνει».

Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς υπογράμμισε, ότι είναι δικαιολογημένη η συλλογική συγκίνηση γιατί η επαναλειτουργία ενός στολιδιού, όπως το Δημοτικό Θέατρο, αποτελεί πολυσήμαντο γεγονός. Αποτελεί λαμπρό παράδειγμα συνέπειας και συνέχειας σε μία χώρα που έχει ανάγκη από συνέχεια και συνέπεια.

«Είναι», συνέχισε ο πρωθυπουργός, «κομμάτι λαμπρό από την ιστορία της πόλης. Είναι κομμάτι λαμπρό από την ιστορία της χώρας μας. Και τώρα πια δεν είναι ερείπιο! Είναι όρθιο, έτοιμο να συνεχίσει την ιστορία του, έτοιμο να γράψει νέες σελίδες…

Κι αυτός είναι, αν θέλετε, ο βαρύς συμβολισμός του έργου: Μια χώρα δεν πάει μπροστά σβήνοντας την Ιστορία της, αλλά αναδεικνύοντας και συνεχίζοντας τα καλύτερα από την Ιστορία της.

Σε δύσκολες στιγμές ένας λαός σώζεται από τον εαυτό του. Από το πείσμα του, από την έμπνευσή του, από το όραμά του για καλύτερο αύριο και από την πίστη στον εαυτό του. Το έργο αυτό τα συμβολίζει όλα! Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά», κατέληξε ο Αντώνης Σαμαράς, «είναι σύμβολο μιας πόλης που ξαναγεννιέται. Επιτρέψτε μου να πω μιας χώρας που ξαναγεννιέται, ενός λαού που στέκεται ξανά στα πόδια του, που δεν το βάζει κάτω, που μετατρέπει τα ερείπια σε μνημεία ομορφιάς, που μετατρέπει τα χαλάσματα σε νέα έμπνευση δημιουργίας. Ενός, δηλαδή, λαού που πιστεύει στον εαυτό του!

Και τέτοιος λαός, για μιαν ακόμα φορά αποδεικνύουμε ότι είμαστε εμείς, οι Έλληνες!»


Σχολιάστε εδώ