ΜΠΛΟΚΟ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ!

Να θυμίσουμε ότι ανάμεσα στις δύο χώρες είχε υπογραφεί συνθήκη οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών (συμπεριλαμβανομένης και της ΑΟΖ), τον Απρίλιο του 2009, που μετά από προσφυγή της τότε αλβανικής αντιπολίτευσης, υπό την ηγεσία του σημερινού πρωθυπουργού Έντι Ράμα, στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας ακυρώθηκε τον Ιανουάριο του 2010. Έκτοτε η ελληνική πλευρά εμμένει ότι η συμφωνία έχει υπογραφεί και ισχύει, ενώ η αλβανική δημόσια δηλώνει ότι η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου είναι σαφής και οριστική.

Κάποιες πρώτες συζητήσεις που έγιναν κατά την άτυπη επίσκεψη Ράμα (πριν από την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του) στην Αθήνα τον Αύγουστο, καθώς και η συχνή και σε θετικό κλίμα επικοινωνία ανάμεσα στις ηγεσίες των δύο χωρών έκαναν την ελληνική πλευρά να είναι αισιόδοξη ότι η νέα αλβανική κυβέρνηση θα δεχόταν με κάποιες μικρές αλλαγές στη χάραξη τη συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες του 2009. Επιπλέον, υπήρχε η εκτίμηση ότι η Αθήνα θα εξασφάλιζε την κεντρική αυτή αλλαγή στάσης από την αλβανική πλευρά προσφέροντας ως ανταλλάγματα τη στήριξη στην ευρωπαϊκή πορεία της γείτονος, τη λύση επιμέρους, χαμηλότερης σπουδαιότητας θεμάτων, όπως αυτό των τοπωνυμίων στα αλβανικά διαβατήρια (οι ελληνικές αρχές δεν κάνουν δεκτά ταξιδιωτικά έγγραφα όπου περιοχές του ελληνικού κράτους αναφέρονται με την αλβανική και όχι με την ελληνική ονομασία τους) και, πιθανόν, τη δρομολόγηση της αναγνώρισης του Κοσσυφοπεδίου. Αναμενόταν επίσης ότι θέματα «φορτισμένα», όπως το Τσάμικο και η άρση του εμπολέμου, (που διαχρονικά θέτει η αλβανική πλευρά), δεν θα ήταν σε πρώτο πλάνο στην επίσκεψη αυτή.

Αντίθετα, στην κοινή συνέντευξη Τύπου, και παρά τον ήπιο, «ευρωπαϊκού» χαρακτήρα τόνο και διατύπωση που χρησιμοποίησε ο αλβανός υπουργός Εξωτερικών Μπουσάτι, ήταν σαφές ότι τα Τίρανα ανάγουν το θέμα των περιουσιών αλβανών υπηκόων που τέθηκαν σε μεσεγγύηση με την κήρυξη εμπολέμου το 1940 και το ζήτημα των Τσάμηδων σε κεντρικά συστατικά της διμερούς ατζέντας των δύο χωρών, δίνοντάς τους σπουδαιότητα ανάλογη αυτής του ζητήματος των θαλασσίων ζωνών. «Προσβλέπουμε στην άρση του εμπολέμου από ελληνικής πλευράς», δήλωσε ο αλβανός υπουργός, και στη δημιουργία ενός πλαισίου αμοιβαίας καλής πίστεως, που θα «καθιστούσε δυνατή την ανάκτηση στερηθέντων περιουσιακών δικαιωμάτων», ενώ απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων τόνισε ότι «το ζήτημα που είναι γνωστό ως “Τσάμικο”, αποτελεί συστατικό στοιχείο της διπλωματικής μας ατζέντας με την Ελλάδα», καθώς και ότι «για την αλβανική κυβέρνηση δεν τίθεται θέμα πώς θα διαβάσει την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου Αλβανίας. Η απόφαση αυτή είναι ξεκάθαρη. Για την αλβανική κυβέρνηση το θέμα που τίθεται είναι πώς θα προχωρήσουμε προς τα εμπρός. (…) Θέλουμε να δρομολογήσουμε την επίλυση όλων των θεμάτων. Τόσο εκείνων που έχουν μείνει από το παρελθόν όσο και εκείνων που έχουν προκύψει τελευταία».

Ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών από την πλευρά του δήλωσε εμφατικά ότι «την ειρηνική κατάσταση μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας την έχει, επισήμως, διακηρύξει το ελληνικό Υπουργικό Συμβούλιο ήδη από το 1987. Από το 1986 δε οποιοσδήποτε έχει οτιδήποτε να προστατέψει στην ελληνική επικράτεια και την ελληνική έννομη τάξη έχει το δικαίωμα ατομικής προσφυγής, φτάνοντας μέχρι και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο». Τόνισε ακόμη ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να βοηθήσει με όλες της τις δυνάμεις την ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας υπογράφοντας με τα Τίρανα μνημόνιο συναντίληψης σχετικά με την προετοιμασία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ. Ανέφερε τη σημασία που θα δοθεί από την ελληνική και ιταλική προεδρία της ΕΕ σε ζητήματα θαλάσσιας πολιτικής και επισήμανε ότι οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες πρέπει να ακολουθήσουν, στο πλαίσιο των κριτηρίων της Κοπεγχάγης, την πρακτική που εφαρμόζεται από τα κράτη-μέλη σ’ αυτό το ζήτημα, φέρνοντας για παράδειγμα την Ελλάδα και την Ιταλία που έχουν υπογράψει βάσει του δικαίου της θάλασσας σύμβαση οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας από το 1977, η οποία συμφωνήθηκε να επεκταθεί και στις άλλες θαλάσσιες ζώνες.

Οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών

Η, παρά την επικύρωσή της από την αλβανική Bουλή, ακυρωμένη συνθήκη για τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών ανάμεσα στις δύο χώρες είναι κορυφαίας σημασίας για την Ελλάδα, καθώς μπορεί να αποτελέσει σημαντικό προηγούμενο εφαρμογής του δικαίου της θάλασσας στην ευρύτερη περιοχή, ιδιαίτερα σε σχέση με την αμφισβήτηση από την τουρκική πλευρά της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο. Στην Αθήνα υπάρχει η ελπίδα ότι η συμφωνία μπορεί να επανεξεταστεί από την αλβανική πλευρά μέσα από τη σύσταση κοινών τεχνικών επιτροπών και να γίνει δεκτή με κάποιες αλλαγές που θα μπορούσαν να αφορούν την οριοθέτηση στο «τριεθνές» (το σημείο που συναντώνται οι υφαλοκρηπίδες-ΑΟΖ Ελλάδας, Ιταλίας και Αλβανίας και το οποίο δεν έχει με σαφήνεια οριοθετηθεί ούτε με την Ιταλία) και τις Διαπόντιες Νήσους (Ερεικούσα, Μαθράκι, Οθωνοί), την επανεξέταση απόδοσης υφαλοκρηπίδας σε ακατοίκητες βραχονησίδες (σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας δικαιούνται μόνο χωρικών υδάτων) και το «κλείσιμο» κάποιων κόλπων από την αλβανική πλευρά (βάσει του οποίου ξεκινά ο υπολογισμός της μέσης γραμμής). Το κύριο θέμα που έχει τεθεί από την αλβανική πλευρά είναι η έκταση των απώτερων ορίων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ βορείως της Κέρκυρας. Σε όποια περίπτωση, καθώς το 40% της συμφωνίας αφορά χωρικά ύδατα, όπου η οριοθέτηση είναι ανελαστική, δεν υπάρχει περιθώριο μεγάλων αλλαγών. Παρʼ όλα αυτά άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά το ζήτημα χτυπάνε το καμπανάκι του κινδύνου, ότι αν δεχθούμε να υπαναχωρήσουμε από τη θέση ότι η συνθήκη του 2009 ισχύει, και προχωρήσουμε σε αλλαγές δημιουργώντας προηγούμενο, δεν μας διαβεβαιώνει κανείς ότι σε επόμενο χρόνο δεν θα υπάρξει νέα προσφυγή στο αλβανικό Συνταγματικό Δικαστήριο και νέα ακύρωση της συμφωνίας.

Είναι όμως αβέβαιο αν η αλβανική πλευρά θα δεχθεί επανεξέταση της ήδη υπογεγραμμένης συμφωνίας, καθώς δεν υπάρχει κανένα σχετικό δημόσιο δείγμα ανάλογης πρόθεσης από την πλευρά της. Είναι επομένως ισχυρό το ενδεχόμενο τα Τίρανα να επιμείνουν στη διαπραγμάτευση και σύναψη νέας συμφωνίας στο ζήτημα αυτό. Σε όποια περίπτωση άνθρωποι που έχουν γνώση των συνομιλιών στα Τίρανα αναφέρουν ότι η προσδοκία της ελληνικής πλευράς για μια θετικότερη εξέλιξη με απτά αποτελέσματα δεν έλαβε υπόψη τα πραγματικά δεδομένα, ότι δεν υπήρξε μεθοδική και συστηματική αντιμετώπιση, και τόνιζαν ότι στα ζητήματα αυτά «χρειάζεται εις βάθος και συστηματική παρακολούθηση».

Εμπόλεμο, μεσεγγύηση και Τσάμικο

Το ζήτημα της άρσης του εμπολέμου τίθεται διαχρονικά από την αλβανική πλευρά, ενώ από την ελληνική είναι σταθερή η απάντηση ότι το εμπόλεμο έχει αρθεί με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ήδη από το 1987. Το ζήτημα αυτό συνδέεται με τις περιουσίες αλβανών υπηκόων που μπήκαν σε καθεστώς μεσεγγύησης από το ελληνικό κράτος το 1940. Οι περιουσίες αυτές δεν μπορούν να δημευθούν ή να καταπατηθούν. Υπάρχει η εκτίμηση ότι οι περισσότερες ανήκαν σε Βορειοηπειρώτες και Βλάχους με αλβανική υπηκοότητα και ότι κάποιο κομμάτι τους έχει ήδη αποδοθεί στους ιδιοκτήτες τους και μεταπωληθεί. Στην περίπτωση των Τσάμηδων η ελληνική πλευρά εκτιμά ότι το διεθνές προηγούμενο τη διασφαλίζει, καθώς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει κρίνει στο παρελθόν ότι περιπτώσεις που έχουν προηγηθεί της ίδρυσής του το 1952 και αποτελούν αποτέλεσμα μειζόνων γεωπολιτικών αλλαγών που προέκυψαν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (όπου το ατομικό δικαίωμα κάμπτεται) δεν ανήκουν στη δικαιοδοσία του. Για τον λόγο αυτό και σταθερή θέση της Αθήνας, που επανέλαβε και ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών, είναι ότι όποιος νιώθει ότι έχουν καταπατηθεί τα περιουσιακά του δικαιώματα μπορεί να προσφύγει στα διεθνή δικαστήρια. Αυτός είναι και ο λόγος που η αλβανική πλευρά σταθερά επιδιώκει συνολική πολιτική λύση των θεμάτων αυτών.

Σε όποια περίπτωση το Τσάμικο αποτελεί πλέον κυρίαρχο ζήτημα της αλβανικής πολιτικής σκηνής που κάθε αλβανική κυβέρνηση θα επιμένει να θέτει και στο μέλλον. Χαρακτηριστική ήταν η εκ νέου δημοσιοποίηση του ψηφίσματος της αλβανικής Βουλής για το Τσάμικο (είχε εγκριθεί από το 2004 αλλά τέθηκε σε ισχύ στις 20 Ιουνίου του 2013) από τον επικεφαλής του κόμματος των Τσάμηδων, PDIU, Ιντρίζι, εν είδει προειδοποίησης στον Έντι Ράμα, μόλις 48 ώρες πριν από την άφιξη του Ευάγγελου Βενιζέλου στα Τίρανα. Με το δεδομένο αυτό αναμένεται ότι το ζήτημα θα τεθεί δημόσια από την αλβανική κυβέρνηση και κατά την επίσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας, Κάρολου Παπούλια, στα Τίρανα στις αρχές Νοεμβρίου.

Ελληνική μειονότητα

Ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών είχε συνάντηση με τον επικεφαλής του ΚΕΑΔ (στο οποίο ανήκει η Ομόνοια), Βαγγέλη Ντούλες, τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο και εκπροσώπους της ελληνικής μειονότητας. Παρότι τα θέματα των Βορειοηπειρωτών δεν απασχόλησαν (για μία ακόμη φορά) τις δηλώσεις των δύο υπουργών, υπήρξε η διαβεβαίωση ότι τέθηκαν από τον αντιπρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης σε όλες τις συναντήσεις με τους αλβανούς αξιωματούχους. Επείγουσας σημασίας τη στιγμή αυτή είναι το ζήτημα της προστασίας των περιουσιών ατόμων, ιδρυμάτων και κοινοτήτων που ανήκουν στη μειονότητα και με «περίεργες» αποφάσεις αλβανικών δικαστηρίων δίνονται σε Αλβανούς, η ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης της ελληνικής μειονότητας στο πλαίσιο του αλβανικού εκπαιδευτικού συστήματος, η ανταπόκριση του ελληνικού υπουργείου Παιδείας στις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι των ιδιωτικών ελληνικών σχολείων που λειτουργούν στη Βόρειο Ήπειρο και η προστασία της ελληνικής θρησκευτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς στην Αλβανία.


Σχολιάστε εδώ