Πλήρης αποτυχία προγράμματος και οικονομικής πολιτικής αλλά εμμονή στο εξοντωτικό Μνημόνιο

Και πάλι, για μια ακόμα φορά, όλες οι ενδείξεις για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας (και κυρίως της κοινωνίας) είναι αρνητικές. Τόσο η έκθεση του ΔΝΤ όσο και η επιστημονική επιτροπή της Βουλής για τον προϋπολογισμό παραπέμπουν σε πλήρη αποτυχία της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής. Η κυβέρνηση εξακολουθεί να συλλαβίζει λέξεις επιτυχίας τρέχουσας ή μελλοντικής, άσχετα αν και οι δύο δεν είναι ορατές. Η προσπάθεια ωραιοποίησης είναι ντυμένη με συνεχή ταξίδια του πρωθυπουργού και επαφές του με ξένους επιχειρηματίες, ακόμα και κορυφαίους όπως ο εκτελεστικός πρόεδρος της Google Έρικ Σμίντ και ο επικεφαλής της κινεζικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών ΖΤΕ Χου Γουέϊ Γκι. Νωρίτερα είχε επισκεφθεί το Ισραήλ σε μια συνεχιζόμενη στροφή της ελληνικής διπλωματίας από τον αραβικό κόσμο προς τον εβραϊκό, όπου ο πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου, προκειμένου να υποστηρίξει την Ελλάδα, μεταβλήθηκε σε «ντελάλη» επενδύσεων προς τη χώρα μας. Είχε προηγηθεί ταξίδι του πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες και επαφές με το πανίσχυρο εβραϊκό λόμπι το οποίο είχε κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένο από τις συλλήψεις ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής με στόχο την πλήρη εξάρθρωσή της. Είναι επίσης ντυμένη με την επικοινωνιακή εικόνα επίθεσης κατά της Χρυσής Αυγής, εικόνα πολύ πλούσια σε υλικό αλλά φτωχή σε περιεχόμενο μια και εκείνοι που ψήφισαν δύο φορές μέσα στο 2012 τη Χρυσή Αυγή δεν την επέλεξαν για τις ιδέες της, αλλά για το σκληρό αντισυστημικό προφίλ της και την επιθετικότητά της προς όλους όσους κυβέρνησαν. Έτσι, οι πολίτες δεν χρειάζονται αποδείξεις περί του ότι είναι ναζιστική και βίαιη οργάνωση, αλλά πολιτικές επιλογές που θα αποδυναμώσουν τη ΧΑ και θα την περιθωριοποιήσουν πολιτικά εκεί που ήταν έως το 2011. Κάτω, δηλαδή από τη μισή ποσοστιαία μονάδα.

Όλα αυτά παρουσιάζουν ενδιαφέρον, αλλά δεν αλλάζουν τα δεδομένα αποτυχίας του οικονομικού προγράμματος στέρησης/εξόντωσης που επέβαλε το τρίο των δανειστών στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση αντί να κινηθεί στην κατεύθυνση αναθεώρησης του προγράμματος ως δυσλειτουργικού και εξοντωτικού για τον ελληνικό λαό, εμμένει στην εφαρμογή του λέγοντας μάλιστα ότι όπου να ʼναι βγαίνουμε από το τούνελ και η ανάκαμψη έρχεται όπως και η ανάπτυξη, ενώ η ύφεση μειώνεται. Τίποτα από τα προηγούμενα δεν συμβαίνει. Ότι η κυβέρνηση εμμένει στην εφαρμογή ενός προγράμματος που δεν βγαίνει (όπως άλλωστε σωστά έλεγε και ο ίδιος ο Α. Σαμαράς δύο χρόνια πριν) είναι αποτέλεσμα της απόφασής της να προσδεθεί στο άρμα των δυνάμεων που εκφράζουν αυτή την πολιτική, αυτή τη γραμμή. Πιστεύει ότι η γερμανική Ευρώπη είναι ήδη πραγματικότητα (όχι απλώς κάτι που πρόκειται να γίνει), άρα αν θέλει να συνεχίσει να μετέχει σε αυτήν πρέπει να αποτελεί συνεργάτιδα εκείνων που παίρνουν τις αποφάσεις. Επειδή όμως η Ελλάδα είναι σε τραγική οικονομική θέση, η κυβέρνηση από συνεργάτιδα μεταβάλλεται σε παρακολούθημα των εταίρων-δανειστών κι έτσι δεν είναι σε θέση να πάρει καμιά απόφαση μόνη της, ούτε καν για απλά πράγματα που δεν έχουν και δεν μπορεί να έχουν λόγο οι εκπρόσωποι της «τρόικας». Αυτό είναι ένα δομικό πρόβλημα που δεν λύνεται με αλλαγή πολιτικής: αλλαγή πολιτικής επιλέγεις και πραγματοποιείς όταν είσαι σε θέση να το κάνεις κι όταν εκτιμάς ότι εκείνοι από τους οποίους εξαρτάσαι βλάπτουν τη χώρα σου με το σχεδιασμό τους. Καμιά από τις δύο προϋποθέσεις δεν υπάρχει σήμερα και είναι αμφίβολο αν θα υπάρξει και στο μέλλον. Ανεξαρτήτως στοιχείων, προβλέψεων, αναλύσεων, η κυβέρνηση ακολουθεί σταθερά το πρόγραμμα που καταστρέφει τη ζωή της χώρας σήμερα. Ίσως γιατί πιστεύει ότι πρέπει να καταστραφεί η υπάρχουσα κατάσταση (γενιά, κατανάλωση, εργασία, επιχείρηση κ.λπ.) για να υπάρξει αναγεννητική διαδικασία μέσω της φτώχειας και της στέρησης. Μια καθαρά προτεσταντική και τιμωρητική θέση που είναι απολύτως λογικό να έχουν και να προσπαθούν να επιβάλλουν Γερμανοί, Ολλανδοί, Δανοί, Φιλανδοί, Αυστριακοί αλλά καθόλου λογικό να την ενστερνίζονται οι πληττόμενοι. Είναι πλέον κοντά η αδήριτη ανάγκη αλλαγής πολιτικής κι αυτό μπορεί να γίνει μέσα από άλλο κυβερνητικό σχήμα. Αν μπορούσε να κάνει διαφορετικό το υπάρχον θα το είχε κάνει. Όπως ακριβώς εκείνοι που έφτασαν τη χώρα εδώ που είναι, δεν μπορούν να τη σώσουν.


Σχολιάστε εδώ