ΝΕΟ-ΦΑΣΙΣΜΟΣ: Το τελευταίο στάδιο της πολιτικής κρίσης

Το πολιτικό μας σύστημα εδώ και αρκετό καιρό λειτουργεί «κατ’ ανάθεσιν», διαδραματίζει το ρόλο ενός υπεργολάβου ο οποίος αρκείται σε επιμέρους «διαχειριστικές πράξεις», τις οποίες επιβάλουν τα αφεντικά του, οι εξουσιαστές του.

Το 2010 η τότε κυβέρνηση εκχώρησε, κυριολεκτικώς, την οικονομικο-κοινωνική πορεία της χώρας στο ΔΝΤ, στην τραπεζική δικτατορία, στην πολιτικο-οικονομική ελίτ της Γερμανίας, με αποκορύφωμα την παραχώρηση τμήματος της ίδιας της εθνικής αυτονομίας και κυριαρχίας. Ο εξευτελισμός του πολιτικού-κυβερνητικού συστήματος επισημοποιήθηκε πλήρως με την πρωθυπουργία του Λ. Παπαδήμου. Σήμερα βιώνουμε την τελευταία ίσως πράξη του πολιτικού δράματος. Με μια σημαντική, μάλιστα, προσθήκη στα προηγούμενα εκφυλιστικά φαινόμενα: Την ανάδειξη του ναζιστικού φαινομένου σε κοινοβουλευτικό κόμμα με ικανή, μάλιστα, απήχηση, παρά την εγκληματική του δράση. Ταυτόχρονα, βιώνουμε την πλήρη μετατόπιση της κυβερνητικής έκφρασης του πλέγματος των μνημονιακών συμφερόντων στην ακροδεξιά στρατηγική σε σημείο όπου οι νεοναζί να αντιμετωπίζονται, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, από το στενό επιτελείο του πρωθυπουργού ως «άτακτα ξαδέλφια»…

Στην τριετία που πέρασε συναντήθηκαν και συμπορεύθηκαν δύο ιστορικού χαρακτήρα διαδικασίες οι οποίες διαμόρφωσαν το πεδίο ανάπτυξης του ναζιστικού φαινομένου.

Η μια αφορά στην κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος και η άλλη στο «συντεταγμένο» πρόγραμμα εξόντωσης του ελληνικού λαού το οποίο επεβλήθηκε από τους δανειστές και υπηρετήθηκε πιστά από το εγχώριο «εργολαβικό» πολιτικό προσωπικό.

Η κρίση του πολιτικού συστήματος προϋπήρξε. Από τα μέσα της δεκαετίας 2000-2010 άρχισε να διαμορφώνεται ένα εκλογικό ποσοστό της τάξεως του 15-20% που κινούνταν στις παρυφές ή και εκτός κομματικού-πολιτικού συστήματος.

Ο προάγγελος της σημερινής πολιτικής κρίσης εκδηλώθηκε σε δύο σημαντικού χαρακτήρα εκλογικές αναμετρήσεις. Το 2007, μετά την ήττα του ΠΑΣΟΚ και την αντιπαράθεση Γ. Παπανδρέου – Ε. Βενιζέλου, η κοινωνική-εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε, δείχνοντας τα πρώτα σοβαρά σημάδια απονομιμοποίησης που σήμερα -μετά την διαχείριση των Μνημονίων- οδηγούν το ΠΑΣΟΚ σε οριακά, μονοψήφια ποσοστά.

Η δεύτερη σημαντική «στιγμή» ήταν οι εκλογές του 2009. Το μεν ΠΑΣΟΚ κέρδισε «θριαμβευτικά» τις εκλογές, όμως οι ψήφοι που έλαβε ήταν περίπου ίσοι με αυτούς των εκλογών του 2004. Ο μεγάλος ηττημένος, η ΝΔ, κατέρρευσε λόγω της αποχής εκατοντάδων χιλιάδων ψηφοφόρων της που δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν την εθελουσία αποχώρηση του Κ. Καραμανλή και είχαν ταυτόχρονα απογοητευθεί πλήρως από την τότε διακυβέρνηση.

Μάλιστα, στις εκλογές του 2009 υπάρχει το προείκασμα της σημερινής στάσης και συμπεριφοράς του κοινωνικού-εκλογικού σώματος: Στην Αττική ο δικομματισμός έλαβε τότε ποσοστό μόλις 70%, ενώ πανελλαδικά οι νέες ηλικίες έδωσαν το ίδιο ποσοστό στα δύο «μεγάλα» κόμματα. Σήμερα έχουμε εντυπωσιακή διεύρυνση των τότε διαπιστώσεων με δύο ακόμα χαρακτηριστικά: Την αποδιάρθρωση και διάλυση της μεσαίας τάξης και την «αντισυστημική»-εκλογική συμπεριφορά ενός τμήματος που υπερβαίνει το 35% και περιλαμβάνει ένα σοβαρό τμήμα των νέων. Το εκρηκτικό «μείγμα» οικονομικής και πολιτικής κρίσης υπήρξε το έδαφος όπου αναδείχθηκε η ακροδεξιά νοοτροπία, ο ρατσισμός, ο νεο-ναζισμός. Το πιο σημαντικό: Ο νεοναζισμός συγκροτήθηκε ως ενεργό παρακράτος παράπλευρα και σε συνεργασία, πολλές φορές, με τους επίσημους κρατικούς μηχανισμούς και τα Σώματα Ασφαλείας. Και χρηματοδοτήθηκε από επιχειρηματικούς κύκλους που χρησιμοποίησαν τη Χρυσή Αυγή ως το «μακρύ χέρι» του συστήματος, ως «συλλογικό μπράβο» των συμφερόντων τους.

Ασφαλώς κάθε πολίτης που βιώνει και δοκιμάζεται σκληρά από την οικονομική κρίση ενώ ταυτόχρονα δεν εμπιστεύεται τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα, δεν υιοθετεί αυτομάτως ακροδεξιές και αντιδημοκρατικές ιδέες και πρακτικές. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η οικονομική κρίση δεν αντιμετωπίζεται με λιγότερη Δημοκρατία αλλά με την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, με βαθιές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα που θα αυτονομήσουν τα κόμματα και το σύστημα διακυβέρνησης από τα οικονομικά συμφέροντα και τις δομές της διαπλοκής.

Η συνειδητοποίηση, όμως, των αξιών και των περιεχομένων της Δημοκρατίας, το δημοκρατικό ήθος και η συλλογική δημοκρατική αντίληψη αφορά κυρίως το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο -μέσα στα πλαίσια της αγοράς- παράγει ανταγωνιζόμενους ιδιώτες και όχι πολίτες. Η «κοινωνικοποίηση», άλλωστε, σήμερα των νέων ανθρώπων συντελείται σε μεγάλο βαθμό μέσω των ΜΜΕ και των «κοινωνικών σχέσεων» που συνάπτονται μέσω του διαδικτύου…

Ένα ανίκανο σχήμα διακυβέρνησης είναι αναγκασμένο να «θυσιάσει» ένα τμήμα των μηχανισμών του προκειμένου να διασωθεί. Αναθέτει γι’ αυτό το λόγο στη Δικαιοσύνη την «κάθαρση» χωρίς να συνειδητοποιεί και να αντιμετωπίζει στη ρίζα τους, τους οικονομικούς, πολιτικούς, ιστορικούς όρους που οδήγησαν στην εμφάνιση του ναζισμού στη χώρα που αποτέλεσε το μεγαλύτερο θύμα του κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στο μεταξύ η επιχείρηση δίωξη της Χρυσής Αυγής αποτελεί ένα καθημερινό πολιτικό εμπόρευμα: Στοιχεία της δικογραφίας, εκθέσεις της ΕΥΠ, καταθέσεις «υπό προστασίαν» μαρτύρων παρελαύνουν καθημερινά από τα ΜΜΕ… Είναι, όπως φαίνεται, ευκαιρία ιδιαίτερα για τα συστημικά-μνημονιακά ΜΜΕ, να «ξεπλυθούν» για την προστασία και την πολιτική νομιμοποίηση που έδωσαν εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια σε όλους εκείνους που σήμερα καταγγέλλουν… Ακόμα ένα δείγμα της κρίσης των διαπλεκόμενων μηχανισμών διακυβέρνησης, που ανέλαβαν να μας «σώσουν» από το έγκλημα στο οποίο οι ίδιοι συνήργησαν.


Σχολιάστε εδώ