Η εσωτερική αποσύνθεση και η εξωτερική επιβουλή!

ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ μεν να γινόμαστε μάντεις κακών. Αλλά και δεν είναι δυνατόν να μην επισημαίνουμε αρκούντως ευκρινείς κινδύνους που ελλοχεύουν στην τάλαινα εθνική πορεία, προκειμένου ν’ αποσοβηθούν. Ή τουλάχιστον να μη μας αιφνιδιάζουν. Γιατί: Ενώ οι ενδοελληνικές παθογένειες ανατάσσονται και αποσυνθέτουν τις δυνατότητες, αποδομώντας τις προοπτικές, οι εξωτερικοί κίνδυνοι ενεδρεύουν και δημιουργούν εξίσου απογοητευτικούς οιωνούς. Καθώς τις εσωτερικές κακοδαιμονίες, συνακολουθούν έξωθεν απειλές σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και των συναρτημένων δικαιωμάτων που συνάπτονται προς αυτήν.

Όσο και αν πρέπει να μη δημιουργούμε ζητήματα και να μη συνωμοσιολογούμε -το χειρότερο πράγματι- εντούτοις ασοφότερο θα ήτο να παρορώνται κάποιες παράμετροι που έχουν να κάμουν με συμπεριφορές γειτόνων κι εξόφθαλμες γεωπολιτικές βλέψεις των ιδίων. Κοντολογίς: Όσο και αν μας περισπούν ζητήματα που σχετίζονται με την αδυσώπητη ελληνική καθημερινότητα, εντούτοις δεν μπορούμε να παραβλέπουμε ή να υποτιμούμε ζητήματα εθνικής προτεραιότητος. Καθώς εκκρεμούν κρίσιμες διαφορές κι ενεργοποιούνται πολιτικές, που εάν δεν αντιμετωπισθούν σωστά και κυρίως αποτελεσματικά, μπορεί να μας οδηγήσουν μπροστά σ’ επώδυνες εθνικές εκπτώσεις.

Και στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων (που συνάπτεται προς αλυτρωτικές εξάρσεις της εθνικιστικής των ηγεσίας) και σε ό,τι αφορά πτυχές των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών στις ανατολικές παρυφές της Ελλάδος και σχετικά με το Κυπριακό, είναι προφανές ότι ενεργοποιούνται νέα δεδομένα και καθοριστικές από κάθε άποψη εξελίξεις. Και αν αυτές δεν είμαστε σε θέση να τις διαχειρισθούμε με στρατηγική επάρκεια, τότε θα βρεθούμε προ αδοκήτων και ίσως οδυνηρών αιφνιδιασμών. Ενδεχομένως και ακρωτηριασμών εθνικών ορίων και ανάλογων δικαιωμάτων. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει πολλά.

Πρέπει πρωταρχικά να συνειδητοποιηθούν τα προφανή. Ότι δηλαδή: Όσο το ενδοελληνικό μέτωπο περισπάται και οδηγείται σε κατάσταση εμφυλιοπολεμικών ρήξεων, τόσο οι αντιστάσεις θ’ αποδομούνται και τόσο οι αλώσεις (με οποιαδήποτε μορφή) θα επιβαρύνουν το εθνικό γίγνεσθαι.

Η εσωτερική δηλαδή αποδυνάμωση, αφοπλίζει τις πύλες και παροπλίζει τη βούληση. Κι αυτό, μπροστά στις προφανώς επιθετικές συμπεριφορές εκείνων που εκδηλώνουν σύνδρομα επεκτατισμού, αυτής ή της άλλης μορφής. Με αυτό ή τον άλλο τρόπο. Με ρηματική επιμονή, αλλά και με όρους οπλικών εκβιασμών σε προδήλως ευαίσθητες περιοχές της εθνικής επικράτειας.

Ιδιαίτερα για το Κυπριακό, είναι προφανές ότι προάγονται νέες διαδικασίες και κυοφορούνται παρεμβάσεις, που με μαθηματική βεβαιότητα θα μας οδηγήσουν μπροστά σε κρίσιμα διλήμματα. Τα οποία και θ’ απαιτήσουν ιστορικές αποφάσεις και ανάλογες επιλογές. Και αν δεν υπάρξουν δυνατότητες υπερβάσεων, τότε θα υποστούμε ως Ελληνισμός, τις συνέπειες της αποδυναμώσεως και της αδυναμίας ν’ αποσοβήσουμε μοιραίες καταλήξεις. Ή τουλάχιστον να διασφαλίσουμε βιωσιμότητα στον ιστορικό συμβιβασμό που θα μας επιβληθεί από θέσεως ισχύος. Θέσεως ισχύος των άλλων, έναντι της ιδικής μας καταλυτικής (και καταθλιπτικής) εξασθενήσεως.

Ήδη βρισκόμαστε στα ίχνη μιας δυνάμει τετραμερούς. Ατύπου μεν και τυπικώς ανυπάρκτου. Στην ουσία όμως παρούσαν στο πλέγμα των προοπτικών που κάποια κέντρα ισχύος προμεθοδεύουν.

Υπό το φως αυτών των συνοπτικών επισημάνσεων (και με συνείδηση του γεγονότος ότι αυτά που θα προκύψουν δεν θα είναι αναστρέψιμα) είναι ανάγκη να υπάρξει μια πιο υπεύθυνη διαχείριση των εξελίξεων από πλευράς θεσμικής ηγεσίας και οπωσδήποτε μια σύγκλιση δυνάμεων από πλευράς λαού, ειδικότερα επί των εθνικών ζητημάτων. Ανεξαρτήτως διαφορών και διχοστασιών. Για να μη θρηνήσουμε -όπως συχνά γινόταν- επί εθνικών ερειπίων.

Γιατί αυτό θα συμβεί, εφόσον αφεθούν τα διχαστικά σύνδρομα -που πλεονάζουν ήδη- να κυριαρχήσουν και τελικά να επιβάλουν δυναμικές αυτοκαταστροφής. Την οποίαν τόσο συχνά έχουμε δοκιμάσει. Ώστε να είναι όντως ανεπίτρεπτο (και φυσικά όχι σώφρον) να επανολισθήσουμε στα ίδια και απευκταία. Γιατί θα είμαστε άξιοι της τύχης μας.

Ή καλύτερα του νου μας!…


Σχολιάστε εδώ