ΔΥΣΑΡΕΣΚΕΙΑ ΜΑΞΙΜΟΥ ΓΙΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟ
Εκτιμάται ότι η διαφωνία του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος δεν ήταν απαραίτητα με την ίδια την αποδοχή της πρότασης, αλλά με τη δημοσιότητα που δόθηκε και την επιλογή να είναι ο τόπος των συναντήσεων η Αθήνα και η Άγκυρα και όχι μια τρίτη, ουδέτερη τοποθεσία, όπως και με κάποιες πρώτες ιδέες που υπήρξαν, κυρίως από την τουρκική πλευρά, οι συναντήσεις να γίνουν σε πολιτικό και όχι σε υπηρεσιακό επίπεδο. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει και η ερμηνεία ότι γίνεται προσπάθεια η αποδοχή της πρότασης για τις «χιαστί» συναντήσεις που ελήφθη από κοινού, να χρεωθεί κυρίαρχα στον υπουργό Εξωτερικών και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης.
Η επιλογή στην οποία τελικά καταλήγει το υπουργείο Εξωτερικών είναι ο εκπρόσωπος της ελληνικής πλευράς να είναι καθαρά υπηρεσιακός παράγοντας, κατά πάσα πιθανότητα ο γενικός γραμματέας Αναστάσιος Μητσιάλης, γεγονός που θα καθορίσει και το επίπεδο στο οποίο θα κάνει δεκτό το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών τον ελληνοκύπριο διαπραγματευτή.
Η εκτίμηση που κυριαρχεί σε ανθρώπους που παρακολουθούν στενά τις περιπέτειες του Κυπριακού σε βάθος χρόνου, είναι ότι η ελληνική πλευρά δεν έχει σαφή στρατηγική, ότι δεν υπάρχει αυτοδύναμη άποψη της Αθήνας αλλά αντίθετα ακολουθούνται οι επιλογές της σημερινής κυπριακής ηγεσίας. Τόσο στο Μαξίμου, όσο και στο μέγαρο της Βασιλίσσης Σοφίας, η έμφαση δίνεται στην οικονομία και στο εσωτερικό μέτωπο, είτε αυτό είναι η Χρυσή Αυγή, είτε ο σχεδιασμός των συνεχώς διαψευδόμενων αλλά πιθανότατα επικείμενων εκλογών.
Η εξωτερική πολιτική, παρά τα κατά καιρούς επικοινωνιακά πυροτεχνήματα σε ελκυστικά για την κοινή γνώμη ζητήματα, όπως είναι η ΑΟΖ ή η συνεργασία με το Ισραήλ και η υποτιθέμενη ενίσχυση της Ελλάδος έναντι της Τουρκίας, παραμένει για την ηγεσία της ελληνικής κυβέρνησης ζήτημα χαμηλής προτεραιότητας. Ίσως και εκεί να βρίσκεται η εξήγηση στο γιατί εν τέλει έγινε δεκτή μια διαδικασία για την οποία η ελληνική πλευρά εξέφραζε εδώ και μεγάλο διάστημα αντιρρήσεις, καθώς είναι κοινά αποδεκτό ότι ανοίγει την πόρτα για τη σύγκλιση τετραμερούς διάσκεψης, όπου αμυνόμενος και επιτιθέμενος, νόμιμος και παράνομος θα μπουν στην ίδια μοίρα και με ελληνική βούλα.
Παρόλα αυτά η απόφαση της ελληνικής πλευράς να αποδεχθεί εν τέλει το αίτημα της κυπριακής ηγεσίας για τις χιαστί συναντήσεις, που διαφημίστηκε ως κίνηση που θα επιτάχυνε και θα διευκόλυνε σημαντικά τις εξελίξεις στο Κυπριακό, δε φαίνεται να αποδίδει τα αναμενόμενα, τουλάχιστον προς το παρόν. Την Παρασκευή ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ Αλεξάντερ Ντάουνερ ανακοίνωσε ότι υπάρχει χάσμα απόψεων ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή πλευρά για τη μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί στις συνομιλίες, ενώ ήδη από την Πέμπτη στην Αθήνα είχε εκφράσει τον έντονο προβληματισμό του για το ζήτημα αυτό στη συνάντηση με τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Βενιζέλο, όπως και την εκτίμησή του ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά, που φαίνεται και περισσότερο σκληροπυρηνική στις θέσεις της, δε θα συναινέσει στην πρόταση του προέδρου Αναστασιάδη για την Αμμόχωστο.
Την ίδια στιγμή ΕΕ και ΗΠΑ επιθυμούν διακαώς να ευοδωθούν οι διαπραγματεύσεις για λύση, τόσο λόγω των προβλημάτων στη λειτουργία της ΕΕ και στη σχέση της με την Τουρκία που δημιουργεί η μη λύση του Κυπριακού, όσο και προκειμένου να προχωρήσει απρόσκοπτα η εκμετάλλευση των κυπριακών αποθεμάτων υδρογονανθράκων χωρίς τον κίνδυνο έντασης στο τρίγωνο Κύπρου – Ισραήλ – Τουρκίας, την ώρα που στην περιοχή δεν περισσεύουν τα θερμά μέτωπα. Στην κατεύθυνση αυτή η αμερικανική πλευρά εξετάζει όλες τις πιθανές κινήσεις που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν, μεταξύ των οποίων και το διορισμό ειδικού απεσταλμένου του προέδρου των ΗΠΑ για το Κυπριακό.