Διά χειρός…
…του Κώστα Ιορδανίδη από την ανάλυσή του στην «Καθημερινή» με τίτλο «Έλλειμμα συνθέσεως».
Χωρίς σαφή φυσιογνωμία η ΝΔ
«Το πρόβλημα της αθρόας διαρροής οπαδών της λαϊκής Δεξιάς προς τη Χρυσή Αυγή εμπίπτει θεωρητικώς στην αποκλειστική ευθύνη της ΝΔ και του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Η ΝΔ –και η Κεντροδεξιά εν γένει από τη δεκαετία του ʼ50– υπήρξε μία παράταξη, όπου επιχειρούνταν διαρκώς μία σύνθεση και ισορροπία μεταξύ της πλειοψηφίας οπαδών της παραδοσιακής Δεξιάς και των φιλελευθέρων, που υστερούσαν σαφώς αριθμητικά, αλλά ήσαν σαφώς δυναμικότεροι, περισσότερο εναρμονισμένοι με τις επικρατούσες τάσεις διεθνώς και ως εκ τούτου δημιουργικότεροι. Ο εκάστοτε ηγέτης της ΝΔ επετύγχανε μία σύνθεση των δύο αυτών –αντιτιθέμενων– στοιχείων που κατά τη φύση του έκλινε προς τη μία ή την άλλη πλευρά.
Επί της αρχηγίας του κ. Σαμαρά, η όποια απόπειρα συνθέσεως αυτών των δύο συστατικών στοιχείων της ΝΔ εγκατελείφθη. Σε πρώτη φάση συντάχθηκε απολύτως με τη λαϊκή Δεξιά, απορρίπτοντας το Μνημόνιο και στη δεύτερη με τους φιλελευθέρους της ΝΔ που είχαν στηρίξει την υποψηφιότητα της κ. Ντόρας Μπακογιάννη στον αγώνα διαδοχής στην ηγεσία του κόμματος.
Προσπάθησε ο κ. Σαμαράς να καλύψει το έλλειμμα που προέκυψε στον χώρο της λαϊκής Δεξιάς με την ένταξη δύο νέων πολιτικών προερχομένων από τον ΛΑΟΣ, αλλά αυτό δεν παρεμπόδισε την αθρόα προσχώρηση των παραδοσιακών ψηφοφόρων στη Χρυσή Αυγή, διότι αντιμετωπίσθηκε ως τακτικισμός, ως μία ποδοσφαιρική μεταγραφή, περίπου. Αυτό βεβαίως δεν μειώνει την αξία των εν λόγω πολιτικών, αλλά δεν είναι ασφαλώς και το ζητούμενο.
Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κόμμα πλέον δίχως σαφή φυσιογνωμία που προέρχεται από τη σύνθεση των δύο βασικών συστατικών στοιχείων της, της λαϊκής Δεξιάς και των φιλελευθέρων. Διαταραχθείσης της ισορροπίας έχει εκλείψει η δυνατότητα απαγκιστρώσεων των παραδοσιακών δεξιών που προσχώρησαν στη Χρυσή Αυγή. Αυτό είναι το μείζον πρόβλημα».
***
…του ομότιμου καθηγητή Κοινωνιολογίας στο LSE κ. Νίκου Μαντέλη από το άρθρο του στο «Βήμα» με τίτλο «Γελοίες κοκορομαχίες περί “νεκρής γλώσσας”».
Αλλαγή τρόπου διαδικασίας των Αρχαίων
«Σίγουρα η διαμάχη γύρω από το αν η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών θα έπρεπε να είναι υποχρεωτική για όλους τους μαθητές είναι ουσιαστική. Αλλά βρίσκω ακόμη πιο ουσιαστικό τον προβληματισμό γύρω από τον τρόπο διδασκαλίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί η πλειονότητα των μαθητών αδιαφορεί για το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών. Μήπως πρέπει να βρούμε νέους τρόπους διδασκαλίας – τρόπους διδασκαλίας που θα κάνουν τους διδασκομένους να αγαπήσουν, να ενδιαφερθούν και να αξιολογήσουν με κριτικό, ουσιαστικό τρόπο τα θαυμαστά επιτεύγματα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού; Ίσως ένας από αυτούς τους τρόπους είναι να συγχωνεύσει κανείς ή να φέρει πιο κοντά το γλωσσικό/γραμματολογικό με το ιστορικό κομμάτι της διδασκαλίας. Έτσι τα αναλυόμενα κείμενα δεν θα παρουσιάζονται «ξεκάρφωτα», εκτός συγκεκριμένου πολιτικού και πολιτιστικού πλαισίου.
Είναι περίεργο που αυτό το πρόβλημα δεν φαίνεται να απασχολεί σοβαρά ούτε το πολιτικοθρησκευτικό κατεστημένο ούτε τα ΜΜΕ που, αντί να διαμορφώνουν, διαμορφώνονται από τους αμπελοφιλοσοφούντες, παντογνώστες πολιτικούς και τους αρχαιομανείς υπερπατριώτες που μονοπωλούν καθημερινά τα παράθυρα της τηλεόρασης».
***
…του Γιάννη Μαρίνου από το σχόλιό του στο «Βήμα».
Απλά πράγματα…
«Αν, κυρία Ρεπούση, οι μαθητές των σχολείων μας δεν διδαχθούν ότι το νερό στην αρχαία ελληνική λέγεται ύδωρ, δεν μπορούν να καταλάβουν από πού προέρχονται λέξεις όπως υδατογραφία, υδροπλάνο, υδραγωγείο, υδατοκαλλιέργεια, εταιρεία υδάτων κ.ο.κ. και γιʼ αυτό κατέστη αναγκαία η παπαγαλία. Απομνημονεύουν χωρίς να καταλαβαίνουν, όπως ακριβώς οι φανατικοί οπαδοί κομμάτων εκφωνούν συνθήματα χωρίς να καταλαβαίνουν τι εννοούν. Αυτό θέλετε;».