ΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΗΠΑ ΕΒΑΛΑΝ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΤΑ ΧΗΜΙΚΑ

Κυρίαρχο ρόλο έπαιξε η κοινή γνώμη σε Ευρώπη και Αμερική που δεν είναι διατεθειμένη να στηρίξει οποιαδήποτε κίνηση ρισκάρει μακροπρόθεσμη στρατιωτική εμπλοκή. Το προηγούμενο του Αφγανιστάν και του Ιράκ και η εσωστρέφεια που πάντα οι οικονομικές κρίσεις προκαλούν στοιχίζουν τους λαούς της Δύσης απέναντι σε μια μελλοντική επέμβαση. Είναι επομένως πολύ δύσκολο για τον Πρόεδρο Ομπάμα (ο οποίος προσπάθησε επί διετία να μείνει μακριά από το συριακό μέτωπο), όχι μόνο να πείσει το Κογκρέσο να υπερψηφίσει την πρότασή του, αλλά και να βρει πρόθυμους ευρωπαίους ηγέτες να τον ακολουθήσουν.

Δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε επίσης πόσο σημαντικό είναι το συριακό χημικό οπλοστάσιο όχι μόνο για τους Αμερικανούς, αλλά και για τους Ρώσους (παρότι είναι αυτοί που κυρίως εξόπλισαν τον Άσαντ με χημικά). Η Μόσχα αγωνιά μήπως τα χημικά πέσουν στα χέρια των ισλαμιστών ανταρτών και χρησιμοποιηθούν ακόμη και για επιθέσεις σε ρωσικό έδαφος από τσετσένους αυτονομιστές. Φαίνεται λοιπόν ότι με δεδομένη την αυξανόμενη διεθνή αστάθεια, οι δύο ισχυρότερες χώρες στον κόσμο αποπειρώνται να έρθουν σε ένα modus vivendi για τα όπλα μαζικής καταστροφής. Στόχος να βρεθεί μια φόρμουλα (που θα ισχύσει και σε άλλες περιπτώσεις πέραν των χημικών της Συρίας) ώστε να τεθούν υπό διεθνή (στην ουσία αμερικανικό και ρωσικό) έλεγχο.

Την ίδια στιγμή αρχίζουν να δημιουργούνται ελπίδες ότι τώρα που Αμερική και Ρωσία ξεκινάνε μια άμεση και ρεαλιστική διαπραγμάτευση, υπάρχουν ελπίδες για μια κάποια ομαλοποίηση της κατάστασης στη Συρία. Στους κερδισμένους ο Άσαντ που, αν το ρώσικο σχέδιο προχωρήσει, ισχυροποιεί τη θέση του σε όποιο σχεδιασμό για την επόμενη μέρα. Χαμένοι Σαουδική Αραβία, Κατάρ και Τουρκία που ενίσχυσαν με κάθε τρόπο τους ισλαμιστές αντάρτες και πόνταραν στην πτώση του καθεστώτος Άσαντ, την οποία και υποσχέθηκαν στους Αμερικανούς ότι θα επιτύγχαναν σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Τα τελευταία γεγονότα

Μετά την κατάθεση της ρωσικής πρότασης για την παράδοση του χημικού οπλοστασίου του καθεστώτος Άσαντ σε διεθνή έλεγχο και την καταστροφή του, ο Πρόεδρος Ομπάμα ανακοίνωσε την Τετάρτη σε τηλεοπτικό του μήνυμα ότι αναβάλει, προς το παρόν, όλες τις διαδικασίες για τη διενέργεια στρατιωτικής επίθεσης εναντίον της Δαμασκού προκειμένου να ευοδωθεί η υπό εξέλιξη διπλωματική προσπάθεια.

Στη συνέχεια οι υπουργοί εξωτερικών ΗΠΑ και Ρωσίας, Κέρι και Λαβρόφ (συνοδευόμενοι από εξειδικευμένα επιτελεία), και ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου για το Συριακό, Μπραχίμι, συναντήθηκαν την Πέμπτη στη Γενεύη σε μια διαπραγμάτευση για την ακριβή διαδικασία με την οποία θα τεθεί σε διεθνή έλεγχο το συριακό χημικό οπλοστάσιο. Την ίδια ημέρα το καθεστώς της Δαμασκού ανακοίνωσε ότι προσχωρεί στη διεθνή συνθήκη κατά των χημικών όπλων. Σύμφωνα με τα ισχύοντα πρέπει να περάσει ένας μήνας για να επισημοποιηθεί η προσχώρηση αυτή και δίνεται συνολική διορία 60 ημερών προκειμένου να γίνει λεπτομερής καταγραφή τού ποια χημικά όπλα έχει το συριακό καθεστώς στα χέρια του και πού ακριβώς βρίσκονται. Ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών όμως ξεκαθάρισε ότι η χώρα του δεν θα στηρίξει οποιαδήποτε λύση δεν εγγυάται την ταχύτητα των διαδικασιών και την πλήρη καταστροφή του χημικού οπλοστασίου του Άσαντ.

Ενώ η διαπραγμάτευση για τα χημικά συνεχιζόταν, την Παρασκευή Κέρι και Λαβρόφ ανακοίνωσαν σε κοινή συνέντευξη Τύπου ότι θα ξανασυναντηθούν στη Νέα Υόρκη στα τέλη του μήνα προκειμένου να διαπραγματευθούν μια νέα διεθνή διάσκεψη για τη λύση του συριακού εμφυλίου, με τον αμερικανό υπουργό να τονίζει ότι η πραγματοποίηση της συνάντησης αυτής θα εξαρτηθεί από την πορεία των διαπραγματεύσεων για τα χημικά όπλα.

Δεν θα πρέπει στις εξελίξεις αυτές να διαφύγει την προσοχή μας το άρθρο που έστειλε ο Βλαντιμίρ Πούτιν στους «Τάιμς» της Νέας Υόρκης και δημοσιεύτηκε την Τετάρτη, με το οποίο επιχείρησε να αντικρούσει το διάγγελμα Ομπάμα και να παρέμβει στον αμερικανικό δημόσιο διάλογο. Να σημειωθεί ότι τη δημοσίευση του άρθρου χειρίστηκε η εξαιρετικά ισχυρή αμερικανική εταιρεία δημοσίων σχέσεων Ketchum, η οποία στο παρελθόν έχει αναλάβει και πολλά, αμφισβητούμενα, projects για την αμερικανική κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή ο Μπασάρ Άσαντ προχωρά σε καταιγισμό συνεντεύξεων σε δυτικά Μέσα και υπάρχουν φήμες ότι επανέφερε στο πλευρό του τον παλιό του σύμβουλο επικοινωνίας, Μπουθάινα Σααμπάν, που τον είχε βοηθήσει να δημιουργήσει, πριν από το 2011, το προφίλ του ανανεωτή δυτικότροπου ηγέτη. Είναι σαφές λοιπόν ότι το μέλλον της Συρίας θα κριθεί εξίσου στα πεδία μάχης του εμφυλίου και στις οθόνες των τηλεοράσεων και τις σελίδες των εφημερίδων της Δύσης.

Αγκάθια για μια μελλοντική διάσκεψη για τη λύση του εμφυλίου

Δύο ήταν μέχρι σήμερα τα ζητήματα που έκαναν μια διεθνή διάσκεψη για τη λύση του συριακού εμφυλίου σχεδόν αδύνατη: Οι Αμερικανοί δεν δέχονταν τη συμμετοχή του Ιράν, για την οποία οι Ρώσοι επέμεναν. Το Ιράν είναι ο κύριος και κοντινότερος σύμμαχος του Άσαντ και θεωρείται από την Ουάσινγκτον και το Τελ Αβίβ ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ασφάλεια του Ισραήλ. Παρότι η ανάμειξη του Ιράν στη Συρία τού κοστίζει κρίσιμους πόρους που είναι απαραίτητοι για την ανάκαμψη της χειμαζόμενης ιρανικής οικονομίας (που ήταν και η κύρια δέσμευση του νεοεκλεγέντος Προέδρου Ρουχανί), όσο η ένταση μένει υψηλή, το ζήτημα αυτό θα μένει στον αποκλειστικό, σχεδόν, χειρισμό των σκληροπυρηνικών Φρουρών της Επανάστασης. Σε όποια περίπτωση όμως είναι μη ρεαλιστική η εκτίμηση ότι θα μπορούσε να βρεθεί κάποια λύση στον συριακό εμφύλιο χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των Ιρανών. Επιπλέον, οι Ρώσοι δεν δέχονταν τη συμμετοχή της συριακής αντιπολίτευσης, όντας εξαιρετικά καχύποπτοι για τις ισλαμιστικές ομάδες που αποτελούν κομμάτι της και την ανάμειξη των κρατών του Κόλπου. Καθώς όμως η κρίση κλιμακώνεται, πιθανά οι δυο παλιοί αντίπαλοι του ψυχρού πολέμου να είναι περισσότερο έτοιμοι για αμοιβαίες υποχωρήσεις.

Κερδισμένοι και χαμένοι

Αναλυτές στις ΗΠΑ ανησυχούν ότι η πρόσφατη εξέλιξη επιβραβεύει το καθεστώς Άσαντ για τη χρήση χημικών όπλων στην οποία προέβη, καθώς με το ρωσικό σχέδιο ισχυροποίησε σημαντικά τη θέση του. Σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση έρχεται ο Ερντογάν στην Τουρκία, ο οποίος αντιμετωπίζει την αντίθεση της κοινής γνώμης στην πολιτική του στο Συριακό (ακόμη και των δικών του ψηφοφόρων), κατηγορείται από την αντιπολίτευση ότι κινδυνεύει να εμπλέξει την Τουρκία σε μια αιματηρή διαμάχη που θα έχει απτές επιπτώσεις για τη χώρα και τους πολίτες της, και είχε στηρίξει όλες του τις ελπίδες σε μια αμερικανική στρατιωτική επέμβαση. Την ίδια στιγμή το ξέσπασμα νέου κύματος διαδηλώσεων στις τουρκικές πόλεις μετά τον θάνατο διαδηλωτή στην Αντιόχεια και η ανακοίνωση του PKK ότι σταματά την απόσυρση των πολεμιστών του από την Τουρκία, κάνουν τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για τον τούρκο πρωθυπουργό. Σημαντική είναι η ανησυχία σε Σαουδική Αραβία και Κατάρ, που μετά τη χημική επίθεση αύξησαν τις αποστολές όπλων στη συριακή αντιπολίτευση εξοπλίζοντάς την και με αντιαρματικά (χωρίς όμως, χάρη στην αμερικανική πίεση, να έχουν δώσει στους αντάρτες τα αντιαεροπορικά όπλα που με αγωνία ζητούν), καθώς Ριάντ και Ντόχα βλέπουν το επίκεντρο της διαπραγμάτευσης να μεταφέρεται προς τη Μόσχα, την Τεχεράνη και τη Δαμασκό και να χάνουν τον στρατηγικό ρόλο που είχαν κερδίσει, παρά τις αμερικανικές διαβεβαιώσεις για το αντίθετο. Τέλος, η ισραηλινή κυβέρνηση παραμένει σιωπηλή, παρά την έντονη κινητοποίηση του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ υπέρ της στρατιωτικής επέμβασης, καθώς στην Ιερουσαλήμ υπάρχουν εκτιμήσεις ότι μια δυτική στρατιωτική εμπλοκή θα είχε τον κίνδυνο της διάχυσης της σύγκρουσης και στο Ισραήλ.


Σχολιάστε εδώ