Και δεύτερο «Mea culpa» του ΔΝΤ

Ότι δηλαδή το ΔΝΤ δεν εξετίμησε σωστά τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και το μέγεθος των μέτρων όσον αφορά τη σκληρότητά τους. Έτσι λοιπόν αναγνωρίζει ότι η συνταγή που έδωσε για την ελληνική οικονομία και τη στήριξή της ήταν εξαρχής λανθασμένη και θα είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα. Ίσως είναι η πρώτη φορά που το ΔΝΤ παραδέχεται ότι η επέμβασή του είναι καταστροφή. Και δυστυχώς αυτό έχει αποδειχθεί σε όλες τις περιπτώσεις επέμβασης του ΔΝΤ για στήριξη μιας οικονομίας. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Πρόκειται πράγματι για λάθη του ΔΝΤ ή το σύστημα θέλει την εξόντωση των ασθενών οικονομιών; Είναι γνωστό πλέον από την εμπειρία και τη μελέτη των επεμβάσεων ότι η μεθοδολογία που ακολουθεί το ΔΝΤ είναι ομοιόμορφη σε όλες τις περιπτώσεις και σε όλες τις χώρες, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει η κάθε οικονομία. Γι’ αυτό και οι επεμβάσεις του ΔΝΤ θεωρούνται και είναι καταστρεπτικές. Στην περίπτωση της Ελλάδος το βάρος της στήριξης της οικονομίας μας ανέλαβε η «τρόικα», δηλαδή η ΕΕ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Αλλά από την αρχή δηλώθηκε ότι τα μέτρα και γενικά η συνταγή στήριξης της ελληνικής οικονομίας θα βασιστούν στην τεχνογνωσία του ΔΝΤ. Ας δούμε όμως ποια είναι αυτή η τεχνογνωσία του ΔΝΤ. Ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς (πριν του απονεμηθεί το βραβείο Νόμπελ) είχε υπηρετήσει επί χρόνια στο ΔΝΤ και στην Παγκόσμια Τράπεζα. Σε δύο, δηλαδή, θεμελιώδεις δομές του συστήματος, εξειδικευμένες στην αντιμετώπιση οικονομικών κρίσεων. Μετά την απονομή του βραβείου Νόμπελ, ο Στίγκλιτς ανένηψε και έγινε φιλολαϊκός και φανατικός δημοκράτης. Υπήρξε δε και σύμβουλος του Γ. Παπανδρέου ως πρωθυπουργού. Ο νομπελίστας οικονομολόγος, σε συνέντευξή του, έδωσε τα κύρια χαρακτηριστικά της τυποποιημένης συνταγής που το ΔΝΤ εφαρμόζει σε κάθε ασθενή οικονομία, ανεξάρτητα από τα προβλήματα που αυτή αντιμετωπίζει. Η πρώτη δέσμη μέτρων αναφέρεται στο τρίπτυχο «λιτότητα – μικρότερο κράτος – αποκρατικοποιήσεις». Τα κράτη λοιπόν που αντιμετωπίζουν προβλήματα πρέπει να πετύχουν περιορισμό των κρατικών δαπανών, όχι με την περικοπή πολυτελών ή περιττών δαπανών, αλλά με «κούρεμα» των αποδοχών των μισθωτών του Δημοσίου και των συνταξιούχων. Και στη συνέχεια με την κατάργηση των δομών του κοινωνικού κράτους. Επομένως η λιτότητα δεν είναι εφεύρεση της Μέρκελ, αλλά βασικό στοιχείο της συνταγής του ΔΝΤ, που επιδιώκει τη διάλυση του κράτους ως ελεγκτικού μηχανισμού. Και όλες οι παροχές του κράτους προς τους πολίτες πρέπει να ανατίθενται στους ιδιώτες επενδυτές, ώστε να μην υπάρχουν αδρανή κεφάλαια. Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, αυτά τα μέτρα είναι χρονικά, τα πρώτα που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα σύμφωνα με τις υποδείξεις του τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν και των άλλων υπηρεσιακών ηγετικών στελεχών του, που πλασάρονται από το σύστημα ως εμπειρογνώμονες σε θέματα οικονομικών κρίσεων. Και επειδή έχουν «το πεπόνι και το μαχαίρι», ακόμα και πρωθυπουργοί χωρών τούς δέχονται με σεβασμό και υποτέλεια. Έτσι και οι δικοί μας πρωθυπουργοί (Παπαδήμος – Παπανδρέου – Σαμαράς) δέχτηκαν και δέχονται την οποιαδήποτε εισήγηση της «τρόικας» χωρίς αντίρρηση και διαπραγμάτευση. Γιατί όταν συναινείς στην ένταξη της χώρας σου στο ΔΝΤ, είναι λογικό ότι αποδέχεσαι όλους τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται. Και πρέπει να σημειώσουμε ότι με τις αποκρατικοποιήσεις αφενός μεν δίδεται κερδοφόρος διέξοδος στα αδρανούντα κερδοσκοπικά κεφάλαια, αφετέρου προκαλείται και η διάλυση του κράτους. Να γιατί με τόση λύσσα η «τρόικα» επιμένει να τηρήσει η χώρα μας τις δεσμεύσεις της.

Η δεύτερη δέσμη μέτρων που περιέχει η συνταγή είναι αυτή που αναφέρεται στην απελευθέρωση της κυκλοφορίας συναλλάγματος και κεφαλαίων. Σε όσα κράτη ζητούν την υπαγωγή τους στο ΔΝΤ, πρέπει αμέσως να καθιερωθεί νομοθετικά η απελευθέρωση κεφαλαίων και συναλλάγματος. Και αυτό σημαίνει ότι κατεδαφίζεται ο μηχανισμός προστασίας της εγχώριας παραγωγικής μηχανής, και επίσης της προστασίας του εθνικού νομίσματος. Η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωζώνης εφήρμοζε την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και συναλλάγματος, δεδομένου ότι η αρχή αυτή αποτελεί μια από τις βασικές αρχές από τις οποίες διέπεται η λειτουργία της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Επομένως ο μηχανισμός προστασίας της εγχώριας παραγωγικής μηχανής κατεδαφίστηκε από την ένταξη της Ελλάδος στην τότε ΕΟΚ, δηλαδή από 1-1-1981. Ύστερα από αυτό κανένας Έλληνας δεν μπορεί να ελεγχθεί, ούτε και να θεωρηθεί παραβάτης για εξαγωγή χρηματικού κεφαλαίου από την Ελλάδα, σε οποιαδήποτε χώρα και σε οποιοδήποτε νόμισμα. Εκείνο που ελέγχεται είναι «το πόθεν έσχες» των χρημάτων που εξήχθησαν και η καταβολή των τυχόν οφειλομένων φόρων. Επομένως η κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να επιβάλει παρακράτηση στα επανερχόμενα ελληνικά κεφάλαια που βρίσκονται στο εξωτερικό παρά μόνο εάν ερευνήσει το «πόθεν έσχες» και την νόμιμη φορολόγησή τους στην Ελλάδα. Για να επιβάλει έκτακτη εισφορά στα επαναπατριζόμενα κεφάλαια πρέπει να προϋπάρχει νόμος επιβολής έκτακτης εισφοράς στη μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία, όπως για παράδειγμα έγινε στη Γαλλία με πρόσφατο νόμο για τη φορολόγηση της μεγάλης περιουσίας. Με τα δεδομένα αυτά η συνταγή του ΔΝΤ, καθόσον αφορά το συγκεκριμένο σημείο, δεν προέβλεπε κανένα σχετικό μέτρο.

Η τρίτη δέσμη μέτρων της συνταγής του ΔΝΤ αναφέρεται στη λειτουργία της αγοράς και στον καθορισμό των τιμών καταναλωτή. Υποτίθεται ότι η Ελλάδα είχε εφαρμόσει την αρχή της ελεύθερης αγοράς με την ιδιομορφία της διατήρησης ορισμένων κλειστών επαγγελμάτων. Γι’ αυτό και μια δέσμευση της χώρας μας είναι η απελευθέρωση των επαγγελμάτων αυτών. Και ασφαλώς υπάρχει σχετική ελληνική δέσμευση. Γεγονός είναι ότι σε ορισμένα επαγγέλματα που παραμένουν κλειστά, δεν μπορούν να ισχύσουν οι κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού. Και παρέμειναν κλειστά από λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Ενώ πολλά κλειστά επαγγέλματα πρέπει να παραμένουν σε κατάσταση προστατευτισμού για λόγους προστασίας των πολιτών. Και κυρίως τα επαγγέλματα εκείνα τα οποία αποκτώνται σε συνάρτηση με τα προσόντα τα οποία πρέπει να κατέχει ο ασκών το επάγγελμα. Να δούμε πώς θα μπορέσει η κυβέρνηση να ξετυλίξει το κουβάρι της απελευθέρωσης όλων των κλειστών επαγγελμάτων. Και εκεί που υπάρχει τεράστιο ενδιαφέρον για την προστασία της δημόσιας υγείας είναι ο κλάδος της υγείας. Εδώ υπάρχει μια πληθώρα προβλημάτων που δεν μπορούν να οδηγήσουν στην απελευθέρωση. Και τούτο γιατί το κράτος δεν είναι σε θέση να ελέγξει όλο το φάσμα των όσων συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Την ανεπάρκεια κρατικού ελέγχου την κατήγγειλε δημόσια και ο πρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, μιλώντας στα ΜΜΕ για τα μέτρα που έλαβε το υπουργείο Υγείας, για να προωθήσει τα γενόσημα φάρμακα. Είπε, λοιπόν, ο πρόεδρος ότι ναι μεν κυκλοφορούν στο εξωτερικό, αλλά εκεί γίνεται έλεγχος για τη σύνθεσή τους. Υπάρχει εδώ κράτος για να ελέγξει τα φάρμακα όσον αφορά τη σύνθεσή τους; Με την ασυδοσία που κυριαρχεί, ο έλληνας καταναλωτής είναι ενδεχόμενο τελικά να παίρνει φάρμακο αγνώστου περιεκτικότητας και με αυξημένο βαθμό επικινδυνότητας. Οι απαντήσεις, βέβαια, του υπουργού Υγείας είχαν τη συνηθισμένη κυβερνητική φαιδρότητα. Το δεύτερο πακέτο μέτρων αφορά την απελευθέρωση των τιμών στην ελεύθερη πλέον αγορά. Αυτή η αύξηση των τιμών, για λόγους παραπλάνησης των καταναλωτών, αποκαλείται «προσαρμογή τιμών στον ανταγωνισμό». Στην ουσία όμως οι αυξήσεις τιμών στις παροχές των ΔΕΚΟ γίνονται για να παρουσιάζουν αυτές κέρδη και να μπορεί η κυβέρνηση να τις πωλήσει ευκολότερα. Τα πετρελαιοειδή, το νερό, το φως, τα διόδια, τα εισιτήρια στις συγκοινωνίες, όλα αυτά και πολλά άλλα έχουν αυξηθεί για να διευκολύνουν τις αποκρατικοποιήσεις.

Η τέταρτη δέσμη μέτρων της συνταγής προβλέπει το άνοιγμα της οικονομίας. Με αυτή την ονομασία εννοούν κυρίως την απελευθέρωση των εισαγωγών. Και επειδή η απόλυτη ελευθερία στις εισαγωγές θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο το ισοζύγιο πληρωμών της χώρας, αλλά εξαρθρώνει εντελώς και την παραγωγική της μηχανή. Από το 1945, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόνιμη επιδίωξη των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών ήταν η απελευθέρωση των εισαγωγών, την οποία προσπάθησαν να πετύχουν με την ίδρυση το 1946 του «Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας». Επεδίωκαν να μην υπάρχουν μηχανισμοί προστασίας της παραγωγής των μικρών και ασθενών οικονομιών, για να μπορούν οι γιγαντιαίες επιχειρήσεις να έχουν και γιγαντιαίες πωλήσεις. Και είναι φυσικό όλοι οι μηχανισμοί του συστήματος, όπως είναι και το ΔΝΤ, να υπηρετούν αυτόν τον σκοπό.

Από τα παραπάνω προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι τα δύο λάθη που αναγνωρίζει το ΔΝΤ στη συνταγή για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας είναι εσκεμμένες ενέργειες, που αναφέρονται μέσα σε όλες τις συνταγές που εφαρμόζει το ΔΝΤ, σε όλες τις οικονομίες που ζητούν τη στήριξή του με δάνεια. Και αυτά ασφαλώς τα ήξερε ο Γ. Παπανδρέου όταν ανήγγειλε από το Καστελλόριζο την υπαγωγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ. Και όμως το αποφάσισε, γι’ αυτό οι πολιτικές ευθύνες του είναι τεράστιες.


Σχολιάστε εδώ