Για να μη βρεθούμε ακάλυπτοι στη στρατηγική θύελλα!

Και ο Ελληνισμός, ούτε μεταξύ των πρώτων μπορεί να είναι, ούτε και (δυστυχώς) μέσα στους δεύτερους. Όχι φυσικά λόγω μεγεθών, αλλά λόγω εγγενών αδυναμιών, οι οποίες αναδύονται από την καταθλιπτική χρεωκοπική κατιούσα στην οποία και τα δυο του κρατικά κέντρα (Ελλάς και Κύπρος) βρίσκονται.

Τώρα δηλαδή που θα είχαμε και ρόλο και προοπτικές που θ’ απέρρεαν από τα γεωστρατηγικά μας πλεονεκτήματα, δυστυχώς αποβαίνομεν έρμαια των εξελίξεων. Οι οποίες και μας προσδιορίζουν αντί να τις ελέγχουμε και να τις μετατρέπουμε σε στρατηγικές ευκαιρίες. Η αλήθεια. Η οποία όσο πικρή και αν φαίνεται, αυτή τελικά είναι. Αλλά βεβαίως στη δεινή θέση που βρισκόμαστε, δεν πρέπει να δέσουμε τα χέρια και μοιρολατρικά ν’ αφεθούμε στις δυναμικές που αναδύονται και στις θύελλες που πνέουν γύρω μας. Οφείλουμε αντιθέτως να διαχειρισθούμε στρατηγικά τα γεγονότα και να κάνουμε το παν, ώστε να επιτύχουμε τα καλύτερα υπό τις περιστάσεις. Αφού όμως αποφύγουμε πρώτα, τα χειρότερα. Τα οποία κι έχουμε από αυτές τις ίδιες στήλες επισημάνει σε προηγούμενή μας ανάλυση. Όπου χονδρικά τονίζαμε ότι: Ούτε ν’ απεμπλακούμε είναι δυνατόν από τα περιρρέοντα. Ούτε όμως και θα ήτο σοφό να εμπλακούμε αποβαίνοντας μέρος των αντιθέσεων.

Γιατί στην πρώτη περίπτωση, θ’ αντιμετωπίσουμε την μήνιν των ισχυρών στρατηγικών κέντρων που αλωνίζουν στην περιοχή και προσπαθούν να την ελέγξουν απόλυτα. Στην δε δεύτερη, θα υποστούμε την τυφλή οργή των Αράβων, ή τουλάχιστον μέρους του αραβικού κι ευρύτερα μουσουλμανικού τόξου. Κι αυτό θα είχε συνέπειες, δεδομένων των κρισίμων εκκρεμοτήτων όσον αφορά μείζονα εθνικά μας ζητήματα. Του Κυπριακού πρωταρχικά. Του οποίου, η αχίλλειος πτέρνα περνά από το ενδεχόμενο αναγνωρίσεως του κατοχικού μορφώματος. Και ταυτοχρόνως των προβλημάτων που συνάπτονται προς τα αιγαιωτικά και τις άλλες παραμέτρους των ελληνο-τουρκικών. Κυρίως όσον αφορά την άσκηση φυσικών δικαιωμάτων στην εθνική γεωγραφία. Όπως αυτά των ΑΟΖ και συναφή ζητήματα.

Αυτά όλα εν συνόψει μεν, αλλά δίδουν άμεσα και αδρά μηνύματα και για κινδύνους που υφέρπουν και για εκείνα που πρέπει ν’ αποσοβηθούν, εάν πρόκειται να μη βρεθούμε προ αιφνιδιασμών. Οι οποίοι και θ’ αφορούν κυοφορούμενα τετελεσμένα, τα οποία εξωφθάλμως προάγονται από την Άγκυρα. Και η Άγκυρα παρεμπιπτόντως, είναι από τους βασικούς παίκτες σ’ αυτή την πολυαίμακτη σκακιέρα. Να μη μας διαφεύγει. Να μη το υποτιμούμε, αλλά βεβαίως και να μη το υπερτιμούμε.

Το θέμα είναι ότι: Την επόμενη μέρα των εξελίξεων και με το καταστάλαγμα των γεωπολιτικών αναταράξεων, τα δικά μας αυτά ζητήματα, να μη βρεθούν επί κενού. Να μην υποστούμε αδόκητους ακρωτηριασμούς.

Είτε όσον αφορά εδαφικές παραμέτρους. Όρα Κύπρος. Είτε σχετικά με δικαιώματα που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας στον θαλάσσιο ελληνικό χώρο. Που υφίσταται ήδη άδηλες επιδρομικές πιέσεις, τόσο με τις καθημερινές παραβιάσεις του εναερίου και θαλάσσιου χώρου, όσο και με την εκδήλωση προθέσεων για υφαρπαγή ΑΟΖ. Όπως οι ενέργειες της Άγκυρας στο Καστελλόριζο.

Αυτά έχουν να κάμουν σε μεγάλο βαθμό και με τρίτους. Την Αίγυπτο και τη Λιβύη για παράδειγμα. Τη Συρία, τον Λίβανο και άλλους, όσον αφορά ειδικότερα τα κυπριακά κοιτάσματα. Γύρω από τα οποία θα υπάρξουν και τριβές και άδηλες ακόμη επεμβάσεις. Κι επομένως, αυτά που αυτή τη στιγμή συμβαίνουν, δεν είναι τίποτα μπροστά σ’ αυτά που συνέπονται ως φυσικά τους παράγωγα.

Εάν λοιπόν επρόκειτο να συνοψίσουμε αυτούς τους προβληματισμούς, θα ελέγαμε ότι: Απαιτείται από πλευράς μας (Αθήνας και Λευκωσίας ως των δύο κρατικών κέντρων του Ελληνισμού) άσκηση στρατηγικής ισορροπίας επί κενού και χωρίς καθόλου δίχτυ ασφαλείας! Που απαιτεί, συνεμπλοκή τέτοια που να μη μας εκθέτει (και να μας θυματοποιεί) αλλά και απεμπλοκή στον βαθμό που δεν θα δίδει λαβή παρεξηγήσεων στους επελαύνοντες παίκτες σ’ αυτή την πολυαίμακτη σκακιέρα…


Σχολιάστε εδώ