Ήττα του πολιτικού διαλόγου, θρίαμβος του διαγκωνισμού

ΟΤΙ ΕΚ ΤΩΝ πραγμάτων η Ελλάδα οδηγείται μ’ επιταχυνόμενους ρυθμούς σε συνθήκες οριακής πλέον κρίσεως, είναι πρόδηλο. Και ότι: Πέραν των έως και βαναύσων (και κλιμακούμενων) μνημονιακών δοκιμασιών, η χώρα βιώνει ταυτοχρόνως (και ως αποτέλεσμα όσων συντελούνται) ανάταξη διχαστικών συνδρόμων. Τα οποία, αφενός απομειώνουν τις αντιστάσεις που οι συνθήκες απαιτούν, αφετέρου παροξύνουν τους κινδύνους ευρύτερης διασπάσεως, που καθιστά τη χώρα ευάλωτη σε πλειάδα ορατών επιβουλών.

Χωρίς διάθεση ευχερολόγου ευθυνολογίας (για το ποιοι και πόσο περισσότερο ή λιγότερο χρεώνονται την κακοδαιμονία) να σημειώσουμε ως εξόχως χαρακτηριστικό εν προκειμένω, το γεγονός ότι: Μέχρι σήμερα δεν υπήρξε καμιά επαφή της κυβερνώσας ηγεσίας, με την ηγεσία της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως! Ούτε κι επί άλλων γενικότερα επιπέδων με άλλες δυνάμεις. Ενώ αντιθέτως, βαίνει παροξυνόμενη κατάσταση εμφυλιοπολεμικού διαγκωνισμού, που ευρύνει χάσματα και βαθαίνει το ενδοελληνικό ρήγμα. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και κυρίως με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα και τους πολίτες της, που χειμάζονται από μια ζοφερή καθημερινότητα, χωρίς πολλές προοπτικές ανανήψεως.

Και μπορεί μεν αυτό να φαίνεται ήσσον, ως παρατήρηση ως προς τα δρώμενα. Συνιστά, όμως, ενδεικτικό στοιχείο της εθνικής παθογένειας, η οποία μεταλλάσσεται από οικονομική τραγωδία και σε πολιτική δυσανεξία, με κακοήθεις υποτροπές και μεταστάσεις. Γιατί όταν στο σύνολο πολιτικό γίγνεσθαι, δεν εμφανίζονται ισχνά έστω στοιχεία συγκλίσεων ή τουλάχιστον κάποιες ελπίδες διαλόγου, τότε οι προοπτικές και αν δεν αναιρούνται, οπωσδήποτε πάσχουν.

Εάν λοιπόν δεν θέλουμε να εμπαίζομεν εαυτούς και αλλήλους και αν θέλουμε να πάρουμε τους εαυτούς μας στα σοβαρά, ε, τότε η κατάσταση όπως διαμορφώνεται στο ενδοελληνικό εθνικό τοπίο, δεν εμπνέει καθόλου αισιοδοξία για τα επερχόμενα. Που εμφανίζονται δυσοίωνα όσο ποτέ. Όχι μόνο λόγω των αδυσώπητων προβλημάτων που ανατασσόμενα τείνουν να υποτραπούν, αλλά και λόγω των καταλυτικών εσωτερικών ρηγματώσεων που ευρύνονται. Και οι οποίες-όπως γράφαμε πρόσφατα σ’ αυτές εδώ τις ίδιες στήλες-αποδομούν τις δυνατότητες και αγκυλώνουν τις αντιστάσεις της χώρας. Και σ’ επίπεδο κοινωνικών δομών. Και ως προς την αντιμετώπιση ορατών κινδύνων, αφενός για την εθνική κυριαρχία και αφετέρου για την άσκηση φυσικών δικαιωμάτων στα γεωπολιτικά της όρια. Κάτι που οσονούπω θα υποχρεωθούμε ν’ αντιμετωπίσουμε.

Και όχι μόνον, αλλά και γιατί: Αυτή μας η κατάσταση αποδυναμώσεως, συμπίπτει με καταιγιστικές γεωστρατηγικές διαμορφώσεις στην όμορη μας γεωγραφία. Κάτι που όχι μόνο θα επιδράσει στα καθ’ ημάς, αλλά και δυνατό να μας φέρει προ αδοκήτων εξελίξεων κι ενδεχομένως αιφνιδιασμών. Τη στιγμή που αυτές οι ραγδαίες εξελίξεις, μπορούσαν ν’ αποβούν ευκαιρίες, εάν ως Ελληνισμός μπορούσαμε ν’ αποβούμε κατά τεκμήριον έστω, στρατηγικοί παίκτες. Αντί δηλαδή απαθείς (εξ ανάγκης) θεατές και αποδέκτες των διαμορφώσεων. Γιατί αυτό εν πολλοίς συμβαίνει.

Ο ενδοελληνικός δυστυχώς κερματισμός είναι όντως τραυματικός. Και ανελίσσεται σε όλα τα επίπεδα, με οδυνηρές συνέπειες, που αφορούν την ελάσσονα έστω ενότητα που τα προβλήματα της χώρας απαιτούν, προκειμένου να ενισχυθούν αξιόλογες στρατηγικές αντιστάσεις και ν’ αποσοβηθούν απευκταίοι κίνδυνοι. Οι οποίοι και μπορεί σε δεδομένη στιγμή να οδηγήσουν έως και σε γεωπολιτικούς ακρωτηριασμούς. Εάν υπάρξουν προπαντός-και διαφαίνονται ήδη-τετελεσμένα, τα οποία η Άγκυρα προάγει με μεθοδικότητα και κυρίως με σαφή επιθετική αδιστακτότητα.

Όρα μαζικές παραβιάσεις εναερίου και θαλάσσιου χώρου. Εάν αυτά συνειδητοποιηθούν επαρκώς (αντί να επικαλύπτονται από τη βάναυση-λόγω ετεροβαρών μνημονιακών πολιτικών-καθημερινότητα των Ελλήνων) τότε θα γίνουν αντιληπτές και οι εκτροπές που ενεδρεύουν. Και οι οποίες δεν είναι δυνατόν ν’ αποσοβηθούν, με τέτοια κατάσταση πραγμάτων, όπως αυτή που διαμορφώνεται στο εσωτερικό μας μέτωπο. Στο οποίο τα έως κι εμφυλιοπολεμικά σύνδρομα επικυριαρχούν και αποβαίνουν προσδιοριστικός δείκτης του ελληνικού γίγνεσθαι. Και κατ’ ακρίβειαν συντελεστής προβλεπτών υποτροπών. Που εάν δεν αποσοβηθούν, θα οδηγήσουν σε ολέθρια παράγωγα.

Όσο και αν αυτές οι επισημάνσεις μπορεί να φαίνονται άκρως πεσιμιστικές (και όντως είναι) η κατάσταση όπως διαμορφώνεται, δεν αφήνει πολλά περιθώρια ευοίωνων διεξόδων από τις παντελώς σχεδόν αδιέξοδες προοπτικές. Γιατί το πολιτικο-κομματικό παιχνίδι, γίνεται ολοένα και πιο τραχύ. Ενώ οι βασικοί του δείκτες το επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο. Πράγμα που: Ενώ καθιστά τις ελληνικές παθογένειες καθαυτό κακοήθεις, δεν παρέχει τουλάχιστον υπολογίσιμες ελπίδες αποτρεπτικών δυνατοτήτων για την τραυματική κακοδαιμονία της χώρας. Γιατί και μόνον οι ανατασσόμενοι αριθμοί των ανεργιακών μεγεθών, συνιστούν αφεαυτών θανάσιμο βρόχο στον ελληνικό τράχηλο, που περισφίγγεται με βάναυσους ρυθμούς. Αναπαράγοντας τα χειρότερα. Τα οποία οι εθνικές αντοχές είναι δύσκολο-αν όχι αδύνατο-ν’ απορροφήσουν και ν’ αντεπεξέλθουν. Όταν μάλιστα ήδη προαγγέλλεται νέο μνημονιακό πακέτο.

Οι αναφορές για τον κοινωνικό ιστό που έχει διαρραγεί και τις αντιστάσεις που αποδομούνται, δεν είναι πλέον θεωρητικά σήματα κινδύνου που διαβιβάζουν οι τραυματικές συνέπειες της χρεοκοπικής κατολισθήσεως. Είναι αντιθέτως επελαύνουσες πραγματικότητες κι επιταχυνόμενες ολισθήσεις. Που μόνο με ανανεωμένη και ισχυρή βούληση της σύνολης κοινωνίας, αλλά κυρίως με την εθνική συναντίληψη των διαχειριστών της πολιτικής ζωής και της εξουσίας, είναι δυνατόν να υπάρξουν υπερβάσεις. Που να οδηγούν από την αδυσώπητη πτωχευτική κατιούσα, προς την ανάνηψη και την ευκταία ολική, αν είναι δυνατόν, επαναφορά. Όχι ασφαλώς στην προϊούσα κατάσταση πραγμάτων που εξέθρεψε την παρακμιακή εκτροπή, αλλά στην αποκατάσταση κι επιπέδου ζωής και αξιακών δυναμικών που έχουν ακρωτηριασθεί. Ανυπεράσπιστες μπροστά στην επέλαση της συστημικής διαφθοράς και στην απαξίωση κάθε περιεχομένου των.


Σχολιάστε εδώ