Κυβέρνηση του γράψε-σβήσε-ξαναγράψε
Η δήλωση αυτή είναι αποδεικτική ότι και η παρούσα δικομματική κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες μνημονιακές, δεν διαθέτουν κανένα σχέδιο αντιμετώπισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζει στα πλαίσια της κρίσης και των Μνημονίων η χώρα μας. Αυτό έχει οδηγήσει σε ένα συνεχές «είπα-ξείπα» όσον αφορά τα μέτρα, και «γράψε-σβήσε» στα διάφορα νομοσχέδια που κατατίθενται στη Βουλή. Τα παραδείγματα είναι πολυάριθμα, ας περιοριστούμε όμως στα πλέον πρόσφατα.
Το υπουργείο Οικονομικών είχε ανακοινώσει ότι στο πολυνομοσχέδιο θα υπήρχε διάταξη για την κατάργηση των αποδείξεων των δαπανών από την 1-1-2014. Μέσα σε δύο ημέρες σβήστηκε από το νομοσχέδιο η σχετική διάταξη, καθώς το υπουργείο των Οικονομικών εκτίμησε ότι για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής θα πρέπει να διατηρηθούν οι αποδείξεις.
Αν το θέμα των αποδείξεων είναι παρωνυχίδα στη δημοσιονομική πολιτική, το πολυνομοσχέδιο διαψεύδει παλαιότερες υποσχέσεις του πρωθυπουργού κ. Σαμαρά και του υπουργού Οικονομικών κ. Στουρνάρα. Και οι δύο αυτοί ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, πολλές φορές στο παρελθόν μας είχαν διαβεβαιώσει ότι δεν πρόκειται να ληφθούν άλλα μέτρα φορολογικής αφαίμαξης και μείωσης των μισθών και των συντάξεων.
Στο πολυνομοσχέδιο, λοιπόν, περιέχονται πάρα πολλά μέτρα ισοδύναμα αποτελέσματος. Δηλαδή μέτρα που προκαλούν μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών. Για παράδειγμα αναφέρουμε την αύξηση της προείσπραξης φόρων από το 2014. Όλες οι διατάξεις του πολυνομοσχεδίου που αφορούν τη φορολογία στην ουσία είναι διατάξεις που προβλέπουν αύξηση του φορολογικού βάρους. Με λίγα λόγια είναι συγκαλυμμένη προσπάθεια της κυβέρνησης για εφαρμογή νέων μέτρων αύξησης των φορολογικών εσόδων και μείωσης του διαθεσίμου εισοδήματος των πολιτών. Και αυτό δεν παρατηρείται μόνο στον δημοσιονομικό τομέα, αλλά και στο άλλο φαρμακερό μέτρο των απολύσεων. Στο θέμα των απολύσεων, οι παλινωδίες της κυβέρνησης είναι συνεχείς και πολλαπλές. Το κράτος είναι υπό διάλυση και λόγω ελλείψεως προσωπικού σχεδόν σε όλες τις υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Και όμως τίθεται θέμα απολύσεων και μείωσης του προσωπικού για λόγους οικονομιών. Και εδώ συνεχώς αλλάζει η μεθοδολογία και τα κριτήρια της κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Ένα όμως είναι αληθές. Γίνονται και προσλήψεις ημετέρων, για να συγκρατηθούν ορισμένοι ψηφοφόροι των δύο κομμάτων που ασκούν την εξουσία. Είναι μια πολιτική παλαιοκομματική που ασφαλώς δεν αρμόζει σε μια σύγχρονη κυβέρνηση.
Εάν περισσεύουν δημόσιοι υπάλληλοι, ας καθοριστούν τα κριτήρια για την έξοδό τους. Εάν όμως δεν περισσεύουν δεν είναι δυνατόν και δεν είναι ανεκτό να απολύονται ικανότατοι και έμπειροι υπάλληλοι.
Πώς θα μπορέσει ο κρατικός μηχανισμός να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις και στις αρμοδιότητές του; Ελέχθη και πάρα πολύ σωστά ότι δεν θα μπορεί ο εισπρακτικός μηχανισμός του υπουργείου Οικονομικών, μετά τρία χρόνια, να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Το πολυδαίδαλο φορολογικό σύστημα, η απειρία των νέων υπαλλήλων και η μείωση προσωπικού από τη σύμπτυξη των ΔΟΥ, θα εξαρθρώσει εντελώς τον μηχανισμό είσπραξης.
Πέραν αυτών όμως τα έσοδα του κράτους θα μειωθούν και από την αύξηση της ύφεσης, συνεπεία των απολύσεων και των δυσβάστακτων φορολογικών βαρών. Γιατί αγνοούνται αυτά τα αυτονόητα;
Η μεγάλη αντίφαση της κυβερνητικής πολιτικής είναι ότι ανακοινώνει προσήλωση στην ανάπτυξη και στον περιορισμό της ανεργίας, ενώ τα μέτρα που λαβαίνει τροφοδοτούν την ύφεση, απομακρύνουν την ανάπτυξη και αυξάνουν την ανεργία. Και είναι απορίας άξιον με ποια λογική σκέψη ο πρωθυπουργός δείχνει αισιόδοξος για ανάπτυξη και μάλιστα στο άμεσο μέλλον, τη στιγμή που ο ίδιος εγγυήθηκε προσωπικά στην «τρόικα» για την άμεση και εις το ακέραιο εφαρμογή του μέτρου των απολύσεων στο δημόσιο τομέα. Ανεργία, απολύσεις, αύξηση της φορολογίας δεν οδηγούν στην ανάπτυξη. Αυτά άραγε δεν τα γνωρίζουν οι κυβερνώντες; Και αν δεν τα γνωρίζουν πρέπει να σταματήσουν να μας κυβερνάνε.
Ασφαλώς θα τα γνωρίζουν, αλλά υπάρχουν δυνάμεις που τους επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό και έτσι δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν τα αποτελέσματα των ενεργειών τους. Εμφανίζονται υπέρμαχοι της εκπλήρωσης των δεσμεύσεων της Ελλάδος απέναντι στην «τρόικα», εφαρμόζουν λάθος μέτρα μνημονιακά ή όχι, και μόνο μια υπόδειξη της «τρόικας» την αγνοούν σκανδαλωδώς. Όλοι οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, συνιστούν στην κυβέρνηση να εισπράξει υπέρ του δημοσίου χρήματα από αυτούς που πλούτισαν παρανόμως και παράλληλα να λάβει μέτρα περιορισμού της φοροδιαφυγής. Στον τομέα αυτό η κυβέρνηση κωφεύει. Και όλο το βάρος ακόμη για την πολυπόθητη δημοσιονομική εξυγίανση το σηκώνουν τα γνωστά υποζύγια, μισθωτοί, συνταξιούχοι και ιδιοκτήτες ακινήτων.
Η κυβέρνηση συνεχώς αυξάνει το φορολογικό βάρος και η μοναδική της επιδίωξη είναι η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση. Και τούτο γιατί όλοι οι παράγοντες του πολιτικού μας συστήματος (βουλευτές, υπουργοί, διοικητές ΔΕΚΟ και τραπεζών) συχνά-πυκνά πραγματοποιούν συνεστιάσεις και γι’ αυτό έχουν σκοτωθεί να πείσουν την «τρόικα» να συγκατατεθεί στη μείωση του συντελεστή του ΦΠΑ στην εστίαση. Η σχετική απόφαση αναμένεται να είναι θετική και θα ανακοινωθεί τον Σεπτέμβριο. Οπότε ο τουρισμός ελάχιστα έχει να ωφεληθεί. Και πέραν αυτού στο θέμα της τόνωσης της τουριστικής μας κίνησης θα πρέπει να τονίσουμε ότι ένα μεγάλο μέρος των αλλοδαπών επισκεπτών είναι πολίτες χαμηλού ή ανύπαρκτου εισοδήματος. Και στην Ελλάδα έρχονται με την προοπτική να κάνουν διακοπές, κοιμώμενοι στις παραλίες των νησιών και τρώγοντας ένα μήλο την ημέρα. Αυτά τόνισε προ ημερών σε σχετική ραδιοφωνική εκπομπή και ο πρόεδρος των ξενοδόχων της Ρόδου. Μήπως η κυβέρνηση θα έπρεπε να περιορίσει αυτόν τον αλητοτουρισμό, όπως το έχουν κάνει ήδη πάρα πολλά κράτη; Βέβαια πρέπει να τονίσουμε ότι ο τουρισμός είναι πράξη εξομοιούμενη με εξαγωγή. Γιατί είναι κατανάλωση ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών από ξένους και επομένως πρέπει να υπάρχουν διευκολύνσεις, αλλά μέχρις ενός ορίου.
Η κυβέρνηση στο θέμα αυτό προσπάθησε να πείσει την «τρόικα», αλλά παρά το γεγονός ότι το μέτρο του ΦΠΑ στην εστίαση είναι η παρωνυχίδα των μέτρων του Μνημονίου, η «τρόικα» προς το παρόν δεν έδωσε τη συγκατάθεσή της. Και έτσι δεν δόθηκε η ευκαιρία στην κυβέρνηση να προβάλει μια επιτυχία στις τάχα διαπραγματεύσεις με τους δανειστές μας. Το δυστύχημα με τις κυβερνήσεις Παπανδρέου – Παπαδήμου – Σαμαρά, είναι ότι δεν έχουν μέχρι τώρα καταφέρει να λάβουν έστω και ένα μέτρο υπέρ του λαού.
Όλα όσα έχουν εφαρμόσει είναι εναντίον του. Για τους εαυτούς τους όμως και για τα «δικά τους παιδιά» λαβαίνουν μέτρα ευεργετικά. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Προ ημερών αποφασίστηκε ότι για τις μετακινήσεις στο εξωτερικό του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και ορισμένων υπουργών, θα διατίθεται το πρωθυπουργικό αεροσκάφος. Ενώ σε περιόδους σαν τη σημερινή, θα έπρεπε η κυβέρνηση να δώσει πρώτη το παράδειγμα ότι συμπάσχει με το δράμα που παίζεται σε βάρος του ελληνισμού. Στο πρόσφατο πολυνομοσχέδιο η κυβέρνηση προσπάθησε να περάσει διάταξη υπέρ αυτών που απασχολούνται στα πολιτικά γραφεία των βουλευτών και των υπουργών. Ευτυχώς κάτω από την αντίδραση των ΜΜΕ, η διάταξη αυτή απεσύρθη, αλλά πολύ φοβούμαστε ότι ευκαιρίας δοθείσης θα επανέλθει.
Ο πρώην βουλευτής και υπουργός Χρήστος Παπουτσής διορίστηκε εκπρόσωπος της Ελλάδος στην Παγκόσμια Τράπεζα. Με ποια προσόντα επελέγη ο κ. Παπουτσής και ποιες είναι οι επιδόσεις του στον οικονομικό τομέα; Έχουμε τη γνώμη ότι ο κ. Σαμαράς θέλει να δώσει αβάντες στο ΠΑΣΟΚ, για να κερδίσει ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και νομίζει, πλανώμενος ως συνήθως, ο κ. Σαμαράς ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ανακόψει το ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά πρέπει να κατανοήσει ότι αυτή τη στιγμή ο χώρος που καταλαμβάνει το ΠΑΣΟΚ είναι ο χώρος της Ακροδεξιάς και επομένως δεν μπορεί να αγρεύσει ψήφους από την Κεντροαριστερά.
Ο κ. Σαμαράς ονειρεύεται και νέα θητεία στην εξουσία. Αυτό όμως θα το αποφασίσει ο λαός και όχι οι ξένοι αξιωματούχοι που επισκέπτονται την Ελλάδα συνεχώς για τη στήριξη της παρούσης κυβέρνησης. Τώρα περιμένουμε την επίσκεψη του κ. Σόιμπλε. Και το φλέγον πρόβλημα που θα συζητηθεί φαίνεται ότι θα είναι το «κούρεμα» του χρέους, ώστε να καταστεί αυτό βιώσιμο. Η ηγεσία του ΔΝΤ επιμένει ότι ένα δεύτερο «κούρεμα» του χρέους είναι αναγκαίο. Και αυτό ακριβώς είναι το σωστό. Η ηγεσία όμως της Γερμανίας εν όψει των εκλογών του προσεχούς Σεπτεμβρίου στη χώρα αυτή, απορρίπτει την ιδέα του «κουρέματος». Ο κ. Σόιμπλε μέχρι τώρα έχει τηρήσει ανθελληνική στάση. Και αυτό το γνωρίζει ο ελληνικός λαός. Και απορούμε με ποιο σκεπτικό η κυβέρνηση απηύθυνε πρόσκληση επίσκεψης. Και θα είναι υποχρεωμένη να εγκωμιάζει τις όποιες απόψεις έχει μέχρι τώρα δημοσιοποιήσει ο κ. Σόιμπλε για τα ελληνικά θέματα. Μήπως πρόκειται ο Γερμανός να κάνει στροφή υπέρ της Ελλάδος; Αυτό φυσικά θα είναι επιτυχία και ευχόμαστε η κυβέρνηση να το επιτύχει με υλοποίηση μέτρων που θα προκαλέσουν σύντομη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.