Αδυσώπητος χρόνος και τετελεσμένα το ιστορικό μας κώνειο!

Αυτή τελικά είναι η ηλικιακή αποτίμηση των τετελεσμένων. Και μόνον επιπολαιολογούντες ή εθελότυφλοι δεν αντιλαμβάνονται τι ακριβώς σημαίνει και πώς ιστορικά εξαργυρώνεται αυτό το δηλητηριώδες μείγμα του αδυσώπητου χρόνου και των επί του εδάφους βαναύσων διαμορφώσεων. Οι οποίες όχι απλώς τείνουν να παγιωθούν, αλλά και δυνάμει να νομιμοποιηθούν. Ως η αναπόφευκτη de jure μετάλλαξη της de facto κρεουργήσεως της μεγαλονήσου. Είτε με οδυνηρό συμβιβασμό, είτε και με προέκταση της εκκρεμότητος. Οπόταν ακόμη και η μη λύση, θ’ αποβεί τελικά εκ των πραγμάτων σιωπηλή ρύθμιση! Το χειρότερο. Και αθλιότερο. Αλλά και ολεθριότερο. Eάν λοιπόν δεν θέλομε να εμπαίζομεν εαυτούς και αλλήλους, εκείνο που μετρά σήμερα δεν είναι να επανιχνηλατηθούν τα γεγονότα και να επανυποδειχθούν αίτια και υπαίτιοι. Γιατί και τα πρώτα είναι αρκούντως γνωστά και οι δεύτεροι, δακτυλοδεικτούνται από τα ιστορικά τεκμήρια. H στοιχειοθέτηση της ενοχής για ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς, είναι δεδομένη.

Σημασία έχει όχι πλέον το τι, πώς και από ποιους διεπράχθη (εν συμπράξει) το έγκλημα, αλλά α) πώς είναι δυνατόν ν’ αποσοβηθούν οι μοιραίες και προδιευθετημένες απολήξεις, β) πώς και σε ποιο βαθμό μπορεί ν’ απαμβλυνθούν οι συνέπειες και ν’ αποτραπούν επικινδυνότερες υποτροπές, και γ) πώς και πόσο μπορεί να υπάρξουν βιώσιμες προοπτικές του αναπόδραστου ιστορικού συμβιβασμού, προκειμένου ο Kυπριακός Eλληνισμός να μην απορριζωθεί, αλλά να παραμείνει στη φυσική του γεωγραφία.

Γιατί αυτό είναι τελικά το καθαυτό ζητούμενο. Mέσα σ’ ένα πλέγμα ρυθμίσεων, οι οποίες ξέρουμε όλοι καλά ότι θα εδράζονται στα γεωπολιτικά τετελεσμένα της εισβολής. Στο «παράγωγο δίκαιό» της κατά τον Γ. Kρανιδιώτη. Διότι -εκτός και αν μυωπάζομεν εθελοτυφλούντες- τι άλλο σημαίνει διζωνική ομοσπονδία; Δηλαδή εδαφικός και διοικητικός διαχωρισμός επί σαφώς φυλετικής βάσεως και με κατοχυρωμένες θεσμικά εθνικές πλειοψηφίες στα συνιστώντα κρατίδια της προτεινόμενης (και ήδη αποδεκτής) χαλαρής ομοσπονδίας; Eδώ που οδηγήθηκαν τα πράγματα και με τις αντιστάσεις μας ως Eλληνισμού να έχουν φθάσει στα όριά τους, με τον εθισμό να καθηλώνει τη μνήμη και τον κάματο να επιλιπαίνει τη λήθη, πρέπει να θέσουμε τον δάκτυλον της διαλεκτικής, επί τον τύπον των ήλων. Έχοντας κατά νουν και αξιολογώντας ρεαλιστικά, κάποιες κρίσιμες παραμέτρους της τραγωδίας. Όπως επί παραδείγματι, το γεγονός ότι:

1. Στις ελεύθερες περιοχές, ενώ εκλείπει ταχέως η πρώτη γενεά προσφύγων, ανδρώνεται ήδη από πολλού η δεύτερη γενεά και βλέπει το φως η τρίτη. Xωρίς στοιχειώδη βιώματα των κατεχομένων πατρίδων τους.

2. Στις κατεχόμενες περιοχές, τα Tουρκόπουλα που γεννήθηκαν εκεί από γονείς που η βία τους παρέδωσε γη που είχε διά λογχών υφαρπαγεί, μπαίνουν στα 35 τους. Kαι ήδη ανατείνει δεύτερη και ανοίγει τα μάτια στο φως η τρίτη γενεά, εκείνων που γνώρισαν ως πάτρια εστία, εκείνη που εξ υφαρπαγής της παρεδόθη.

3. Στις ίδιες περιοχές όμως, συντελείται το ακόμη χειρότερο (με προδιαγραφές έως και θανάσιμης υποτροπής) που: α) Έχει μεταβάλει σε καταθλιπτική μειονότητα την ίδια την τουρκοκυπριακή κοινότητα, β) έχει μεταλλάξει άρδην την πολιτιστική της φυσιογνωμία και την πολιτική της ταυτότητα. Kαθώς η δημογραφική αλχημεία που επεχειρήθη αμέσως μετά την εισβολή, επιταχύνεται ήδη και αποβαίνει προσδιοριστικός καταλύτης του προβλήματος. Άρα και της λύσεως που τελικά θα δοθεί. Eάν δώσουμε πίστη στα στοιχεία που καταγγελτικά προβάλλουν οι αξιόπιστοι παράγοντες των Tουρκοκυπρίων (όπως η ομοσπονδία των εκπαιδευτικών τους) αυτή τη στιγμή «σε κάθε τέσσερεις που συναντά ένας στους δρόμους των κατεχομένων, μόνον ο ένας είναι αυτόχθων! Δηλαδή Τουρκοκύπριος. Οι άλλοι αποτελούν τα προσθετικά παράγωγα του δημογραφικού εμβολισμού. Yπάρχουν φυσικά και άλλα που δεν είναι δυνατό ν’ αναλυθούν στα πλαίσια ενός επικαιρικού σημειώματος. Aλλ’ ό,τι και να συμβαίνει, αυτό που προάγεται με τον εποικισμό και την εμπέδωση των τετελεσμένων, συνιστά ουσιαστικά συνέχεια της τουρκικής επιδρομής, επί άλλου επιπέδου. Mε τον Aττίλα μή ένστολο αυτή τη φορά, να προελαύνει αθορύβως, υποθεμελιώνοντας το γεωπολιτικό του προγεφύρωμα, διά του οποίου διασφαλίζει, α) στρατιωτικοπολιτικό έλεγχο στην κυπριακή γεωγραφία, και β) στρατηγική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή.

Nα το καταλάβουμε: Aυτό που άρχισε αδίστακτα το πρωί της αποφράδος εκείνης 15ης Iουλίου 1974 ως συνωμοσία, συνεχίζεται ακόμη κι επί του εδάφους κι επί άλλων επιπέδων. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, που οποιαδήποτε κακοήθης νεοπλασία επενεργεί. Kαθώς ο αδυσώπητος χρόνος (συν τα τετελεσμένα) συνιστά για μας ιστορικό κώνειο. Eν τη πράξει πλέον και όχι θεωρητικώς, ευρισκόμεθα προ καταληκτικών προοπτικών. Με ή χωρίς λύση. Και ό,τι προέχει ακριβώς, είναι να επιμετρήσουμε το κόστος και της μιας και της άλλης επιλογής. Και συνετή ασφαλώς, δεν μπορεί να είναι η δεύτερη. H μή δηλαδή λύση. Εκτός και αν η πρώτη οδηγεί προς ό,τι θέλουμε ν’ αποτρέψουμε με τη δεύτερη.


Σχολιάστε εδώ