ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΝΙΞΑΝΕ ΤΩΡΑ ΘΑ ΜΑΣ ΓΛΙΤΩΣΟΥΝ ΕΧΟΥΝ ΣΩΣΙΒΙΑ ΠΟΛΛΑ, ΓΙΑ ΜΑΣ ΘΑ ΤΑ ΦΟΥΣΚΩΣΟΥΝ

Ήταν απαρηγόρητος
ο γέρος στήν καλύβα
ανάσαινε, πνιγότανε
απ’ τον καυτό τόν λίβα.
•••
Ο μήν ήταν Ιούνιος
καί τροπική η ζέστη
οι τοίχοι ξεφλουδίζανε
απ’ τόν λευκό ασβέστη.
•••
Η γραία αναδίπλωνε
πετσέτες καί σεντόνια
αδειάζοντας στήν κεφαλή
κουβάδες καί μπιτόνια.
•••
Ο Έλληνας ερωτικά
τήν ζέστη αγαπάει
τήν θέλει εργαλείο του
καί πάντα τήν ρωτάει:
•••
Ζέστη γλυκιά, ομορφονιά
μήν παίρνεις τήν δροσούλα
σε μιάν Ελλάδα πού ποθούν
όλοι νά δούνε τσούλα.
•••
Είσαι τό ιδεώδες μας
τά ρούχα μας στεγνώνεις
γλιτώνουμε τά κάρβουνα
-ζέστη μήν μάς πληγώνεις.
•••
Αν συνεχίσεις ζέστη μου
νά γίνεσαι μαγκάλι
κανίβαλοι θά γίνουμε
καί ηφαιστείου αγκάλη.
•••
Θέλω νά είσαι Ελληνίς
μα μήν τό παρακάνεις.
Στις τράπεζες μήν υπακούς
τής φρίκης καί τής πλάνης.
•••
Η ζέστη όταν άκουσε
τόν λογισμό τής γραίας
έβαλε γιά κατάθεση
εκατομμύρια γαίας.
•••
Άκουσε τό Γερμανιστάν
γι’ αυτές τίς καταθέσεις
κι αμέσως προετοίμασε
δολιοφθόρες θέσεις.
•••
Με ειδικούς μηχανισμούς
π’ άσκησε τσάτρα πάτρα
πήρε τήν Χώρα ολόκληρη
κομπολογίου χάντρα.
•••
Ακόμα και τούς τάφους μας
τούς άρπαξε κι εκείνους
διότι γαίες ήτανε
στά χέρια κάθε κτήνους.
•••
Καί έτσι κατηφόρισαν
οι Ούννοι καί οι Γότθοι
καί πήγανε περίπατο
οι δόξες καί οι πόθοι.
•••
Κι ο γέρος καί η γραία του
μουτζώνανε τήν ζέστη
όπου από Παράδεισος
κόλαση εκατέστη.
•••
Καί δούλευε τών Γερμανών
τώρα τό καμουτσίκι
σε μία Χώρα λιόντισσα
πού έγινε κατσίκι.
•••
Νά μήν ξεχάστε Έλληνες
ότι έτσι θά γίνει.
Στα φαρμακεία βρίσκονται
αρσενικό, στρυχνίνη.
………………………………
………………………………
Οι παγωμένοι -μέσα και έξω- κάτοικοι του Βορά
ονειρεύονται ήλιους και παραλίες.
Έρχονται… Ανεβείτε στα βουνά. Στις σπηλιές.


Σχολιάστε εδώ