Δημόσια Ραδιοτηλεόραση

Απομάκρυνε επίσης, μάλλον, το ενδεχόμενο να συρθεί η χώρα για το θέμα αυτό σε πρόωρες εκλογές εν μέσω των θερινών διακοπών.

Τι σημαίνει όμως η απόφαση αυτή, πέρα από την αναμενόμενη πολιτική διελκυστίνδα των κομμάτων, που διαγκωνίζονται για την ερμηνεία της με στόχο την αποκόμιση πολιτικού οφέλους;

Το ουσιαστικό θέμα που τίθεται είναι η πραγματική φυσιογνωμία και ο ρόλος της νέας εξαγγελλόμενης δημόσιας ραδιοτηλεοράσεως. Θα είναι μια δημόσια ραδιοτηλεόραση απαλλαγμένη από όσα καταμαρτυρούνται κατά της παλαιάς ΕΡΤ και αναβαθμισμένη στην ποιοτική λειτουργία της και στον δημιουργικό γενικά ρόλο της ή με πρόσχημα την περικοπή της «σπατάλης», θα γίνει ένα φθηνό, περιθωριακό υποκατάστατο, που δεν θα μπορεί να ανταγωνισθεί στην κυριαρχία των ιδιωτικών ραδιοτηλεοράσεων;

Το ερώτημα είναι καίριο, γιατί αυτοί που πήραν την πρωτοβουλία για το κλείσιμο της ΕΡΤ, διαμαρτύρονται ότι στόχος τους δεν ήταν η κατάργηση της δημόσιας ραδιοτηλεοράσεως αλλά η ριζική αντιμετώπιση των ενδημικών προβλημάτων της και η «μεταρρύθμισή» της.

Ποια είναι λοιπόν η επαγγελλόμενη «μεταρρύθμιση»; Το γεγονός ότι η πρωτοβουλία των κινήσεων αφέθηκε στον υπουργό Οικονομικών και ότι η απόφαση συνεδέθη επίσης με τις ανειλημμένες υποχρεώσεις απέναντι στην «τρόικα» για άμεση απόλυση 2.000 δημοσίων υπαλλήλων, δεν είναι ευοίωνες ενδείξεις ενός σωστού χειρισμού του θέματος. Ένας οργανισμός όπως η ΕΡΤ, δεν μπορεί ν’ αντιμετωπίζεται πρωτίστως με όρους αριθμητικής και οικονομίας. Ασφαλώς συνυπολογίζονται και αυτές ως παράμετροι. Η δημόσια όμως ραδιοτηλεόραση επιτελεί από το σύνταγμα μια ορισμένη αποστολή πληροφορήσεως, διαπαιδαγωγήσεως, πολιτισμού και ψυχαγωγίας και πρέπει να έχει στη διάθεσή της τα ελάχιστα αναγκαία μέσα για την επιτέλεση του έργου της.

Οποιαδήποτε εκτροπή ή ανεπάρκεια στην εκπλήρωση της αποστολής της, δεν μπορεί να γίνει πρόσχημα και άλλοθι για τη φαλκίδευση ή υπονόμευση του ρόλου της. Η επέμβαση της πολιτικής εξουσίας, που είναι, άλλωστε, ο μεγάλος υπεύθυνος των παθογενειών της ΕΡΤ, πρέπει να έχει ως στόχο τη διόρθωση των κακώς κειμένων και τη δημιουργία προϋποθέσεων για αξιοκρατική λειτουργία του νέου δημόσιου φορέα και εκπλήρωση της αποστολής του.

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για έναν τέτοιο φορέα; Πρωτ’ απ’ όλα, η διαφύλαξη του άυλου κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει η ΕΡΤ ως πείρα, τεχνογνωσία, παράδοση, ιστορία, μνήμη, πνευματικό και καλλιτεχνικό δυναμικό. Το κεφάλαιο αυτό ταυτίζεται με τη συλλογική μνήμη, την ταυτότητα και την ιστορία της χώρας.

Στο πνεύμα αυτό, η αναπόφευκτη μείωση προσωπικού, πρέπει να γίνει με πνεύμα δικαίου, ανθρωπισμού και αξιοκρατίας. Δεν πρέπει να γίνει θυματοποίηση ανθρώπων με προκαταλήψεις, γενικές καταγγελίες, σκοπιμότητες και υστεροβουλίες.

Κατά δεύτερο λόγο, είναι, ειδικότερα, η διαφύλαξη του δημιουργικού πολιτιστικού ρόλου της νέας ΕΡΤ. Είναι αδιανόητο ν’ αντιμετωπίζεται η συνοπτική κατάργηση των καλλιτεχνικών συνόλων της ΕΡΤ. Όλες οι δημόσιες ραδιοτηλεοράσεις συντηρούν μόνιμα καλλιτεχνικά σχήματα, με τα οποία εμψυχώνουν τις παραγωγές τους και συμμετέχουν ενεργά στην πολιτιστική ζωή της χώρας τους.

Λογικά, στο πλαίσιο μιας αναβαθμισμένης λειτουργίας της δημόσιας ραδιοτηλεοράσεως, θα έπρεπε να εξετασθεί όχι η κατάργηση ή μείωση των καλλιτεχνικών συνόλων αλλά η ενίσχυση τους. Ιδιαίτερα σε τομείς που δεν καλύπτονται από τα υπάρχοντα σύνολα.

Αυτό δεν αφορά, άλλωστε, μόνο τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα. Είναι θέμα που αφορά ολόκληρη την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας και την προσφορά ελάχιστων ευκαιριών στους νέους δημιουργούς μας.

Κατά τρίτο λόγο, είναι το θέμα των παραγωγών. Είναι ευρέως, γνωστό ότι στον τομέα αυτό υπήρξε μια ενδημική παθογένεια στην ΕΡΤ κατά της τελευταίες δεκαετίες. Μειώθηκαν αδικαιολογήτως και κατά το πλείστον εκ του πονηρού οι εσωτερικές παραγωγές και πολλαπλασιάσθηκαν, με πολλαπλάσιο κόστος, οι εξωτερικές παραγωγές.

Προφανώς, πρέπει στον τομέα αυτό να παρθούν αυστηρότατα μέτρα. Να μη αποκλεισθούν οι εξωτερικές παραγωγές, όταν για πρακτικούς αντικειμενικούς λόγους επιβάλλονται, αλλά να τεθούν ως προτεραιότητα και κανόνας οι εσωτερικές παραγωγές. Έτσι θ’ αξιοποιείται δημιουργικά το προσωπικό, θα υλοποιείται ένας μακροπρόθεσμος προγραμματισμός και θα επιτυγχάνεται πολύ μεγαλύτερη παραγωγή με τους ίδιους πόρους.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να τεθεί το έλλειμμα πολιτικής που υπάρχει στη χώρα στον τομέα των τηλεοπτικών παραγωγών. Η εισβολή Τουρκικών τηλεοπτικών ταινιών είναι ένα σύνδρομο αυτού του ελλείμματος. Μια νέα αναβαθμισμένη ΕΡΤ θα μπορούσε να καλύψει εν μέρει αυτό το κενό. Χρειάζονται όμως πιο δραστικά μέτρα. Ένας τρόπος θα ήταν η δημιουργία ενός Εθνικού Κέντρου Τηλεοπτικών Παραγωγών ανάλογο με εκείνο του κινηματογράφου. Το κέντρο αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει είτε ως ανεξάρτητος οργανισμός είτε ως θυγατρικός οργανισμός της νέας ΕΡΤ και να συντονίσει ένα στρατηγικό σχεδιασμό και προγραμματισμό στον τομέα των τηλεοπτικών παραγωγών.

Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι οι πόροι με τους οποίους θα κληθεί ο νέος φορέας να επιτελέσει το έργο του. Αυτό θα είναι και δείγμα γραφής για τις υπάρχουσες πραγματικές προθέσεις. Η κυβέρνηση έσπευσε να καταργήσει την εισφορά υπέρ της ΕΡΤ. Η εισφορά όμως αυτή αντιπροσωπεύει το 95% σχεδόν των εσόδων της ΕΡΤ. Θα αντικατασταθεί το ποσό αυτό με κονδύλι του προϋπολογισμού ή θα κληθεί η νέα ΕΡΤ να επιβιώσει με τα έσοδα διαφημίσεων; Εάν στις σκέψεις των κυβερνώντων υπάρχει το τελευταίο τότε είναι φανερό ότι ο νέος δημόσιος φορέας οδηγείται συνειδητά σε οικονομικό στραγγαλισμό και σε πλήρη απαξίωση και περιθωριοποίηση. Ένα τέτοιο μέλλον για τη δημόσια ραδιοτηλεόραση δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να γίνει αποδεκτό. Δεν είναι μόνο ανάξιο αλλά και επικίνδυνο για την πολιτική δημοκρατική και πνευματική ζωή της χώρας.


Σχολιάστε εδώ