Διεθνές Οικονομικό Βαρόμετρο

1

Η γερμανική κυβέρνηση έχει στρέψει την προσοχή της στην ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων με την Κίνα. Καθώς οι γερμανικές εξαγωγές στις χώρες της Ευρωζώνης και γενικά της ΕΕ έχουν δραστικά μειωθεί, συνεπεία της πολιτικής της λιτότητας, η Γερμανία τώρα στρέφεται στην απέραντη αγορά της Κίνας. Έτσι τις τελευταίες ημέρες βρέθηκε στο Βερολίνο ο πρωθυπουργός της Κίνας Λι Κετσιάνγκ με όλο το επιτελείο του για συζητήσεις με την κ. Μέρκελ με θέμα τις εξαγωγές γερμανικών προϊόντων στην Κίνα. Κατά την επίσκεψη αυτή του κινέζου πρωθυπουργού υπογράφηκαν 17 συμφωνίες οικονομικής φύσεως. Μεταξύ αυτών ήταν και μια συμφωνία που προβλέπει την ίδρυση εργοστασίων γερμανικών επιχειρήσεων στην Κίνα. Και πρώτες που θα ιδρύσουν εκεί εργοστάσια είναι η Volkswagen και η BASF. Έτσι η Κίνα θα αποκτήσει τεχνολογία στην κατασκευή αυτοκινήτων και την παραγωγή χημικών προϊόντων. Αυτή η οικονομική επίθεση της Γερμανίας στην Κίνα έχει στόχο την εκμετάλλευση του άφθονου και φτηνού εργατικού δυναμικού της Κίνας. Και η Κίνα προσδοκά τον περιορισμό της ανεργίας, τη βελτίωση των εισοδημάτων του εργατικού δυναμικού και την αύξηση της κατανάλωσης. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας, για να διατηρηθούν στο σημερινό ύψος, πρέπει να υπάρχει συνεχής ροή των πηγών ανάπτυξης. Μέχρι τώρα ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας ήταν οι ΗΠΑ, οι οποίες απορροφούσαν το μεγαλύτερο ποσοστό των κινεζικών εξαγωγών. Έναντι αυτού του πλεονεκτήματος, η κεντρική τράπεζα της Κίνας έκανε επενδύσεις σε δολαριακούς τίτλους, δηλαδή σε ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου και των αμερικανικών επιχειρήσεων. Έτσι τα αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας ήταν όλα σε δολαριακούς τίτλους. Με την τελευταία κρίση προ τετραετίας, που άρχισε η συνεχής κατρακύλα της ισοτιμίας του δολαρίου, η κινεζική κεντρική τράπεζα υπέστη τεράστιες ζημίες και άρχισε πλέον να μειώνει τα αποθέματά της σε δολάρια και να τα μετατρέπει σε ευρώ. Αυτό έγινε αφορμή να περιοριστούν οι εμπορικές συναλλαγές ΗΠΑ – Κίνας. Οι οικονομικοί προσανατολισμοί των χωρών σήμερα χαρακτηρίζονται από μια συνεχή αναπροσαρμογή, ανάλογα με τις διεθνείς συνθήκες που εμφανίζονται στην παραγωγή. Αυτή η αναπροσαρμογή ευνοεί σήμερα την Κίνα. Το βάρος του παραγωγικού έργου έχει συγκεντρωθεί πλέον εκεί.

2

Πολύς λόγος γίνεται για τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που βρέθηκαν στις ΑΟΖ Ισραήλ και Κύπρου. Και τούτο γιατί η Ευρώπη έχει τεράστιες ανάγκες σε ενεργειακές πηγές και έτσι τα κοιτάσματα που ήδη έχουν επισημανθεί και όσα θα βρεθούν στις ελληνικές θάλασσες προσδοκάται ότι θα δώσουν λύση στο ενεργειακό πρόβλημα της ΕΕ, δηλαδή των 27 κρατών-μελών. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που ανακοίνωσε προ ημερών η Eurostat, η κατανάλωση της ΕΕ αποτελείται κατά 35% από πετρέλαιο, 24% από φυσικό αέριο, 17% από στερεά καύσιμα, 14% από πυρηνική ενέργεια (πυρηνικά εργαστήρια) και 14% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επομένως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο καλύπτουν το 60% των ευρωπαϊκών αναγκών. Και αυτό προσδίδει βαρύνουσα σημασία όχι μόνο στα κοιτάσματα που βρέθηκαν σε Κύπρο και Ισραήλ, αλλά και σε αυτά που πιθανολογείται ότι υπάρχουν στην Ελλάδα. Το πιθανό είναι ότι τα αρπακτικά της ΕΕ θα εκμεταλλευτούν τη δεινή θέση στην οποία βρίσκονται η Ελλάδα και η Κύπρος. Η Ελλάδα έχει ήδη υπερχρεωθεί και οι δανειστές μας (δηλαδή η «τρόικα») τρίβουν τα χέρια τους. Και ασφαλώς θα θελήσουν να μας υπερχρεώσουν ακόμη περισσότερο. Έτσι τα οφέλη για την Ελλάδα θα είναι ελάχιστα, αν οι πολιτικοί μας δεν ξυπνήσουν από τη νάρκωση της ευρωλατρείας. Καθόσον αφορά την Κύπρο, η «τρόικα» μαγειρεύει ακόμη τη δανειακή σύμβαση και το Μνημόνιο που θα τη συνοδεύσει. Και καθώς φαίνεται, τα μέτρα που μας υποχρέωσαν να εφαρμόσουμε κι εμείς, ασφαλώς θα οδηγήσουν σε λιτότητα και σε υπερχρέωση την κυπριακή οικονομία. Ο Ελληνισμός επιλέγεται σαν πειραματόζωο μετά το ηχηρό mea culpa (δικό μου λάθος) του ΔΝΤ.

Η κυπριακή κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει καθυστερήσεις στη λήψη μέτρων, προκειμένου να αποφύγει την υπερχρέωσή της και την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Όμως είναι αμφίβολο αν θα τα καταφέρει. Και για τον λόγο αυτό καλό θα είναι να προσέχει ιδιαίτερα τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη χαλεπή ελληνική εμπειρία.


Σχολιάστε εδώ