Από την ΔΕΠΑ στο κλείσιμο της ΕΡΤ

Ο Ρωσικός παράγων επέλεξε τελικά να μη υποβάλει δεσμευτική πρόταση εφόσον τα μηνύματα από τις Βρυξέλλες ήταν σαφή και εφόσον η Ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να εγγυηθεί ότι η αναμενόμενη αντίθεση των Βρυξελλών, με πρόσχημα τον «ανταγωνισμό», θα μπορούσε να αγνοηθεί.

Το γεγονός μάλιστα ότι η αντίθεση αυτή των Βρυξελλών δεν εκδηλωνόταν επισήμως πριν την υποβολή των προτάσεων, ενείχε τον κίνδυνο για τη Ρωσική πλευρά να την εμπλέξει σε μια ευρύτερη αντιπαράθεση για την παρουσία και το ρόλο της Gazprom στην Ευρώπη όπως ακριβώς επιδιώκεται συστηματικά από την Αμερικανική πλευρά. Η Μόσχα προτίμησε να αποφύγει μια τέτοια εμπλοκή και να αναδιπλωθεί.

Το θέμα όμως που δημιουργείται υπερβαίνει κατά πολύ τη ΔΕΠΑ και τους όρους αποκρατικοποιήσεώς της. Ειδικότερα, τίθεται το θέμα της δυνατότητας της χώρας να συνάψει στρατηγικές θέσεις με μια μεγάλη δύναμη της περιοχής, όπως είναι η Ρωσία, η πολιτική και το βάρος της οποίας έχουν ιδιαίτερη οικονομική και στρατηγική σημασία για την Ελλάδα. Από πότε και πάνω σε ποιο θεσμικό υπόβαθρο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέκτησε δικαίωμα βέτο πάνω σε αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής ενός κυρίαρχου κράτους – μέλους; Το προβαλλόμενο πρόσχημα του δήθεν «ελεύθερου ανταγωνισμού» δεν μπορεί να είναι επιλεκτικό. Όταν η ίδια η Γερμανία, από την οποία προέρχεται ο αρμόδιος για θέματα ενέργειας Έτινγκερ, συνδέεται άμεσα με τη Ρωσία με ολόκληρο αγωγό φυσικού αερίου, χωρίς να τίθεται θέμα ελεύθερου ανταγωνισμού.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί κατά της χώρας μια ανεπίτρεπτη πολιτική, επικαλούμενη τον περιβόητο «ανταγωνισμό»! Ένα άλλο θλιβερό παράδειγμα είναι τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Παρά τις ολέθριες ευθύνες της Ελληνικής πλευράς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέβαλε επίσης στο σημερινό κατάντημα μίας από τις λίγες βιομηχανίες που απέμειναν στη χώρα, αντιτασσόμενη συστηματικά σε κάθε ιδέα βιώσιμης λύσεως.

Είναι όμως η πρώτη φορά που παρεμβαίνει απροκάλυπτα, σε θέματα κυριαρχίας και εξωτερικών σχέσεων, σε παρασκηνιακή συμπαιγνία με τον Αμερικανικό παράγοντα.

Η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση με την κρυφή προσδοκία ότι η ανάδυση ενός Ευρωπαϊκού πόλου, στον οποίο θα είχε ενεργό και ισότιμη συμμετοχή, θα μετρίαζε την εξάρτηση από τον Αμερικανικό πόλο. Αναμετρά όμως κανείς τη διάψευση των Ευρωπαϊκών προσδοκιών, πρώτον, με την κατεύθυνση που πήρε η Ευρωπαϊκή Ένωση και με το θλιβερό Μνημόνιο και, δεύτερον, με την αξιοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως από τον Αμερικανικό παράγοντα ως ενός είδους οικονομικού ΝΑΤΟ.

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα δεν πρέπει να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή ως πεπρωμένο και ν’ αποδειχθεί σιωπηρά ρόλο κράτους περιορισμένης κυριαρχίας. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει, πέρα από τα οικονομικά προβλήματα, και άλλα δύσκολα εθνικά θέματα και θέματα εθνικής ασφάλειας. Η παραίτησή της από την άσκηση μιας πολυδιάστατης πολιτικής στρατηγικών σχέσεων, θα την απομόνωνε επικίνδυνα και θα την εγκλώβιζε σε επιλογές και επιταγές άλλων.

Πριν καταλαγιάσει ο θόρυβος για τη ΔΕΠΑ, ξέσπασε ξαφνικά ο σάλος για το κλείσιμο της ΕΡΤ, που ενέτεινε την κρίση και τους κλυδωνισμούς στην τρικομματική κυβέρνηση. Τι επιδιώκεται τελικά με την ομολογουμένως ακραία αυτή απόφαση; Η αναδιάρθρωση και η αναμόρφωση, πράγματι, της δημόσιας τηλεοράσεως ή η αντιμετώπιση της ως μιας χρεωκοπημένης και πληθωρικής ΔΕΚΟ, που πρέπει να εκκαθαρισθεί, για να βγουν, μεταξύ άλλων και τα νούμερα των απολύσεων από το δημόσιο που απαιτεί η «τρόικα»;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οποιαδήποτε σκέψη, αν υπάρχει, για κατάλυση της δημόσιας ραδιοτηλεοράσεως είναι απαράδεκτη και αδιανόητη. Η δημόσια ραδιοτηλεόραση είναι συστατικό στοιχείο της δημοκρατίας, της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Δεν μπορούν αυτά να αφεθούν σε ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά συμφέροντα, που ενεργούν με κριτήρια εμπορευματικότητας και ανταγωνισμού ιδιωτικών επιρροών και ολιγαρχικών συμφερόντων. Αντιθέτως η δημόσια ραδιοτηλεόραση πρέπει με την ποιότητα και το πρότυπο που προβάλλει, να γίνεται αναφορά και να δίνει τον τόνο σε όλα τα μέσα επικοινωνιών.

Κατέκτησε αυτό τον ρόλο η δημόσια ραδιοτηλεόραση; Ασφαλώς όχι. Και εκεί βρίσκεται το πρόβλημα. Όλοι συμφωνούν ότι η σημερινή ΕΡΤ, με το πολύ μικρό ποσοστό τηλεθεάσεως, στο οποίο κατακρημνίσθηκε, το υπεράριθμο προσωπικό, την απουσία σημαντικών παραγωγών, τη χαμηλή αξιοποίηση των μέσων και του δυναμικού που διαθέτει, απαξιώθηκε σε μεγάλο βαθμό και δεν διαδραματίζει το ρόλο που οφείλει να διαδραματίζει ως δημόσια ραδιοτηλεόραση.

Ποιος φταίει γι’ αυτό; Ο πρώτος που φταίει είναι, προφανώς, η άκρατη κομματοκρατία και η συναφής διαφθορά που διέλυσαν τη χώρα. Διέλυσαν, δυστυχώς και την ΕΡΤ, με αλόγιστες κομματικές παρεμβάσεις και χειραγωγήσεις, με αναξιοκρατικές επιλογές και ρουσφετολογικούς διορισμούς, με κομματικούς συντεχνιασμούς και έλλειψη στρατηγικού οράματος.

Ήταν απαραίτητο, για να προωθηθεί μια ριζική αλλαγή, το ακραίο μέτρο του κλεισίματος της ΕΡΤ; Ασφαλώς, όχι. Η ΕΡΤ είναι πρωτ’ απ’ όλα οι άνθρωποι. Υπάρχει στην ΕΡΤ ένα πολύτιμο δυναμικό, που θα ήταν πολύ άδικο να συγχέεται με την κακοδαιμονία της ΕΡΤ, όπου ουσιαστικά την έφερε η κομματοκρατική διαφθορά. Υπάρχει μετά μια αποταμιευμένη πείρα και παράδοση, που είναι πολύτιμο κεφάλαιο και συγκριτικό πλεονέκτημα της ΕΡΤ. Υπάρχει, τέλος, η συνέχεια, η μνήμη, η ιστορία και οι άνθρωποι του πολιτισμού, νεκροί και ζωντανοί, που συνδέθηκαν και δημιούργησαν και εξακολουθούν να δημιουργούν με την ΕΡΤ. Υπάρχει επίσης η άλλη Ελλάδα των αποδήμων Ελλήνων.

Θα έπρεπε γι’ αυτό να αποφευχθεί το κλείσιμο της ΕΡΤ και να ετοιμασθεί προσεκτικά ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο για τη μεταμόρφωση και αναβάθμισή της χωρίς διακοπή της λειτουργίας της. Μέσα στο πνεύμα αυτό, πρέπει να αντιμετωπισθεί η εμπλοκή που δημιουργήθηκε και να εξευρεθεί μια λύση που θα υπηρετεί πράγματι την ιδέα της δημόσιας ραδιοτηλεοράσεως ως δημόσιου αγαθού.


Σχολιάστε εδώ