Ο Ερντογάν δεν πέφτει, αλλά «κονταίνει»

Μια σειρά από λάθος κινήσεις και στρατηγικές, σημάδια μιας ολοένα αυξανόμενης αυτοπεποίθησης που αγγίζει την αλαζονεία, οδήγησαν τον Ερντογάν και το AKP να διαρρήξουν συμμαχίες που αποτελούν τα θεμέλια της ισχύος του. Η απόλυτη κυριαρχία του στο εσωτερικό της Τουρκίας και η ενίσχυση της χώρας σε περιφερειακό επίπεδο οδήγησαν τον Ερντογάν να πιστέψει ότι δεν έχει ανάγκη κανέναν. Η πραγματικότητα ήρθε να τον διαψεύσει πολλαπλά. Κρίσιμο είναι αν θα κάνει ένα βήμα πίσω, θα ρίξει γέφυρες και θα διαπραγματευτεί ένα νέο status quo ή αν θα οδηγήσει τη σύγκρουση στα άκρα, πατώντας στην ευρεία λαϊκή υποστήριξη που απολαμβάνει, εκπροσωπώντας όμως πλέον καθαρά τη μισή Τουρκία απέναντι σε όλους τους άλλους πολίτες της.

Η αλλαγή που έχει συμβεί στην Τουρκία από το 2003 και μετά είναι καταλυτική σε όλα τα επίπεδα. Είναι όμως μια αλλαγή που δεν έφερε μόνος του ο Ερντογάν και το AKP. Στηρίχθηκε από μια ευρεία συμμαχία κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων (κεντρώες φιλελεύθερες δυνάμεις, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες, συντηρητική επαρχία, ισλαμιστές -με κυρίαρχο το κίνημα Γκιουλέν-, εθνικιστές, εργατική τάξη), όπου όλοι, για τους δικούς τους λόγους, είχαν την ίδια στόχευση: Την αποδόμηση του κεμαλικού κατεστημένου που θα επέτρεπε ελευθερία έκφρασης και άσκησης πολιτικών δικαιωμάτων για όλους και μια περισσότερο δίκαια κατανομή του πλούτου και των πόρων της χώρας.

Στη δεκαετία που ακολούθησε το ΑΚΡ, ηγούμενο του συνασπισμού αυτού, έφερε κοσμογονικές αλλαγές. Προώθησε την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, που έφερε την άρση των περιορισμών της ελευθερίας της έκφρασης (της θρησκευτικής συμπεριλαμβανομένης) και της άσκησης πολιτικών δικαιωμάτων που διαχρονικά επέβαλλαν οι κεμαλιστές, ξεδόντιασε το πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο και περιόρισε δραματικά τον ρόλο του στρατού στην πολιτική ζωή της χώρας, άνοιξε την οικονομία της Τουρκίας και την ενέταξε πλήρως στην παγκοσμιοποιημένη αγορά και έβαλε νέα κοινωνικά στρώματα στο οικονομικό παιχνίδι, δημιουργώντας μια νέα μεσαία τάξη στα αστικά κέντρα και μια νέα τάξη μεσαίων επιχειρηματιών στην Ανατολία με θρησκευτικό προσανατολισμό. Ως αποτέλεσμα κυριάρχησε στην τουρκική πολιτική σκηνή, με τη φιλοκεμαλική αντιπολίτευση να φυτοζωεί, την οικονομία να ακμάζει (με τη στήριξη της Δύσης και των κρατών του Κόλπου) και την τουρκική ισχύ σε περιφερειακό επίπεδο σημαντικά ενισχυμένη.

Στο απόγειο της δύναμής του αποφασίζει να συγκρουστεί με όλους

Νιώθοντας στο ζενίθ της δύναμής του, ο Ερντογάν αποφασίζει να διαρρήξει τις σχέσεις του με όσους δεν είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν το όραμά του για την Τουρκία και να επιβάλει μια ατζέντα με ισλαμικά και νεοοθωμανικά χαρακτηριστικά, τόσο στο εσωτερικό όσο στο εξωτερικό της χώρας:

= Κάνει ριζοσπαστικά (για την τουρκική κοινωνία που έχει νεκρούς) βήματα στο Κουρδικό, χωρίς να δίνει λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων στη δημοσιότητα και χωρίς να έχει χτίσει μια ευρεία κοινωνική συμμαχία υπέρ αυτών.

= Αποφασίζει μια σειρά φαραωνικών έργων που αλλάζουν το πρόσωπο της Κωνσταντινούπολης, χωρίς καμία διαβούλευση με την τοπική κοινωνία.

= Προχωράει στην κατασκευή μιας τρίτης (αμφιβόλου χρησιμότητας) γέφυρας στον Βόσπορο και της δίνει το όνομα του Σελίμ Γ’, του σουλτάνου που κατέσφαξε τους Σιίτες και τους Αλεβίτες (θρησκευτική ομάδα που αποτελεί περίπου το 10% του πληθυσμού της χώρας).

= Αποφασίζει ότι δεν του είναι πλέον απαραίτητη η συμμαχία με τα φιλελεύθερα αστικά στρώματα, «καθαρίζει» το κόμμα του από φιλελεύθερα και κεντρώα στοιχεία το 2011 και προχωράει σταδιακά σε μια σειρά από μέτρα (με κυρίαρχες τις νομοθεσίες για την απαγόρευση του αλκοόλ και τους αυστηρότερους όρους στην πρόσβαση στην αντισύλληψη) που επεμβαίνουν στον τρόπο ζωής των πολιτών, επιβάλλοντας μια ισλαμική ατζέντα. Καταστέλλει την ελευθερία του Τύπου (στην Τουρκία είναι φυλακισμένοι περισσότεροι δημοσιογράφοι από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο) και ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στα ΜΜΕ.

= Συγκρούεται με το κίνημα του Φετουλάχ Γκιουλέν, που έπαιξε οργανικό ρόλο στην επικράτηση του ΑΚΡ (τούρκος θρησκευτικός ηγέτης ενός τεράστιου οργανισμού που έχει δικά του σχολεία και κοινωνικές δομές, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, πλήθος πιστών ακολούθων στην τουρκική αστυνομία και γραφειοκρατία, μόνιμα εγκατεστημένος στις ΗΠΑ).

= Δημιουργεί στενές οικονομικές και πολιτικές σχέσεις με τα σουνιτικά κράτη του Κόλπου (Σαουδική Αραβία, Κατάρ), αναπτύσσει ενεργητική εξωτερική πολιτική σε όλο τον ισλαμικό κόσμο και επιδιώκει να αναδειχθεί σε ηγέτη του σουνιτικού ισλάμ, ερχόμενος σε σύγκρουση με τις σιιτικές δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή, (Ιράν, Χεζμπολάχ, Συρία) και ανταγωνιζόμενος παραδοσιακές αραβικές δυνάμεις (όπως η Αίγυπτος) για την πρωτοκαθεδρία στη Μέση Ανατολή.

= Διαρρηγνύει τις σχέσεις του με το Ισραήλ (οι οποίες για τις ΗΠΑ έχουν συστημικού χαρακτήρα σημασία για τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή) και, όταν οι Ισραηλινοί με αμερικανική παρότρυνση απολογούνται για τους θανάτους του «Μαβί Μαρμαρά», «κάνει τον δύσκολο» εξευτελίζοντας, στην ουσία, τον ισραηλινό πρωθυπουργό. Υποστηρίζει με κάθε τρόπο τις ισλαμικές ομάδες της συριακής αντιπολίτευσης, δεν καταφέρνει να λύσει την κρίση σε σύντομο χρόνο (όπως είχε δεσμευθεί στους Αμερικανούς) και στη συνέχεια προσπαθεί να σύρει την Ουάσινγκτον σε στρατιωτική εμπλοκή. Οι Αμερικανοί διαφωνούν κάθετα. Στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον, ο Ομπάμα του ζητά να μην επισκεφθεί τη Γάζα. Ο Ερντογάν τον αψηφά και ανακοινώνει στην κοινή συνέντευξη Τύπου ότι θα προχωρήσει κανονικά με την επίσκεψη.

Το ξέσπασμα των διαδηλώσεων
– Η Τουρκία σε αστάθεια;

Από όλα τα μέτωπα που ο Ερντογάν ανοίγει, το ένα μετά το άλλο, δημόσια αντιδρά πρώτη η νέα μεσαία τάξη των αστικών κέντρων της Τουρκίας και ιδιαίτερα οι νέοι. Ένας ευρύς αυτοσχέδιος συνασπισμός κατεβαίνει στον δρόμο (φοιτητές, οικογενειάρχες, γυναίκες σε μεγάλους αριθμούς -ακάλυπτες, αλλά και με μαντίλα-, συνδικάτα, καλλιτέχνες, οπαδοί ποδοσφαιρικών ομάδων, αριστεροί, εθνικιστές κ.ά.), ο οποίος αποτελεί δημιούργημα των χρόνων της ευμάρειας, της φιλελευθεροποίησης και της ανεμπόδιστης επαφής με τη Δύση που έφερε η διακυβέρνηση Ερντογάν και λανθασμένα ταυτίζεται με τους κεμαλιστές. Οι διαδηλώσεις ξεκινούν από τα σχέδια του ΑΚΡ για την κατασκευή εμπορικού κέντρου στο πάρκο Γκεζί της πλατείας Ταξίμ και εξαιτίας της βίαιης καταστολής από την αστυνομία και τη φίμωση των ΜΜΕ καταλήγουν να πάρουν χαρακτήρα ιδεολογικής σύγκρουσης με το καθεστώς και απαίτησης για τον εκδημοκρατισμό της λειτουργίας του τουρκικού κράτους και της κοινωνίας. Οι διαδηλωτές στην ουσία διακηρύσσουν ότι δεν ξεφορτώθηκαν τους στρατηγούς για να βάλουν στο κεφάλι τους έναν οθωμανό ισλαμιστή σουλτάνο.

Κανείς δεν γνωρίζει μέχρι αυτήν τη στιγμή τον ρόλο που μπορεί να έχουν παίξει, αν όχι στο ξέσπασμα, αλλά στην έκταση που πήραν οι διαμαρτυρίες, όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες και ομάδες με τους οποίους συγκρούστηκε ο Ερντογάν, από τον Γκιουλέν, τους κεμαλιστές και τον στρατό, μέχρι τις ΗΠΑ, τους Ισραηλινούς ή τα αραβικά κράτη.

Το βέβαιο είναι ότι αν η αστάθεια συνεχιστεί, τίθεται σε άμεσο κίνδυνο το «οικονομικό θαύμα» που διασφαλίζει την ομαλότητα στην Τουρκία και την πολιτική κυριαρχία του Ερντογάν. Η αλματώδης τουρκική ανάπτυξη έχει βασιστεί σε βραχυπρόθεσμο εξωτερικό δανεισμό και οι διεθνείς επενδυτές δεν ρισκάρουν τα χρήματά τους όπου δεν υπάρχουν εγγυήσεις σταθερότητας.

Η αντίδραση Ερντογάν, σύγκρουση ή διαπραγμάτευση;

Ο τρόπος με τον οποίο έχει επιλέξει να αντιδράσει μέχρι σήμερα ο τούρκος πρωθυπουργός ρίχνει λάδι στη φωτιά, παρά ηρεμεί τα πράγματα. Στις πρώτες δηλώσεις που έκανε μετά το ξέσπασμα της κρίσης ανέφερε ότι όποιος πίνει έστω και ένα ποτήρι αλκοόλ είναι αλκοολικός και ότι οι κανόνες της θρησκείας δεν μπορούν ποτέ να επιβάλλουν κάτι που δεν είναι καλό. Κατηγόρησε επίσης το twitter ως τη σημαντικότερη απειλή για την κοινωνία. Στη συνέχεια αναχώρησε για επίσκεψη στη Βόρειο Αφρική και από εκεί κατηγόρησε τους διαδηλωτές ως βάνδαλους και πλιατσικολόγους και ισχυρίστηκε ότι ντόπια και ξένα κέντρα θέλουν να ρίξουν την κυβέρνησή του, αδειάζοντας ταυτόχρονα τον τούρκο Πρόεδρο Γκιουλ για τις δηλώσεις συμφιλιωτικού χαρακτήρα στις οποίες είχε προβεί. Με την επιστροφή του, την Παρασκευή τα ξημερώματα, μιλώντας σε συγκεντρωμένους οπαδούς του στο αεροδρόμιο της Πόλης, ανέβασε ακόμη περισσότερο τους τόνους, κατηγορώντας τους διαδηλωτές ως τρομοκράτες και υπεύθυνους για τους νεκρούς που υπάρχουν, δήλωσε ότι δεν θα κάνει πίσω και ότι στο twitter διεξάγεται μια εκστρατεία δυσφήμισης της Τουρκίας, κατηγόρησε τα ντόπια και ξένα «συμφέροντα» και «κέντρα» που θέλουν να τον ρίξουν και διακήρυξε ότι «μόνο ο θεός μπορεί να σταματήσει την άνοδο της Τουρκίας». Οι υποστηρικτές του φώναζαν συνθήματα, ξεκινώντας από το «ο θεός είναι μεγάλος» και καταλήγοντας στο «άφησέ μας να πάμε να διαλύσουμε το Ταξίμ». Την Παρασκευή ο τούρκος πρωθυπουργός, σε ομιλία του σε συνέδριο μπροστά σε πολλούς ευρωπαίους υπουργούς, έψεξε την Ευρωπαϊκή Ένωση για τον τρόπο με τον οποίο έχει φερθεί στην Τουρκία και υποστήριξε ότι σε ευρωπαϊκές χώρες έχει υπάρξει πολύ βιαιότερη καταστολή διαδηλώσεων και ότι κατά την εκκαθάριση της κατάληψης του κινήματος Occupy Wall Street στη Νέα Υόρκη υπήρξαν 17 νεκροί. Άμεση ήταν η αντίδραση της αμερικανικής πρεσβείας, που δήλωσε ότι δεν υπήρξε κανένας νεκρός και του ευρωπαίου Επιτρόπου Φούλε, που δήλωσε απογοητευμένος από την ευκαιρία που έχασε ο Ερντογάν για να απευθυνθεί συμφιλιωτικά προς τον κόσμο που ζητά να ακουστούν τα αιτήματά του.

Να σημειωθεί ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν 3 νεκροί από τις διαδηλώσεις, 4.000 τραυματίες, εκατοντάδες συλλήψεις και η τουρκική αστυνομία έχει αρχίσει να συλλαμβάνει ακόμη και ανθρώπους που έγραψαν στο twitter μηνύματα σχετικά. Ο Λευκός Οίκος, ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, ευρωπαίοι υπουργοί, αξιωματούχοι της Κομισιόν, ευρωβουλευτές, έχουν κάνει δηλώσεις που ζητούν από την τουρκική πολιτική ηγεσία να σεβαστεί το δικαίωμα των πολιτών της στη διαμαρτυρία, να περιορίσει τα μέτρα καταστολής και να διεξαγάγει έρευνα για τη χρήση εκτεταμένης βίας από την αστυνομία.

Την ίδια στιγμή ο Πρόεδρος Γκιουλ προχωρά από την Τετάρτη και μετά σε συνεχόμενες δηλώσεις συμφιλιωτικού χαρακτήρα (δήλωσε ότι υπάρχει πιθανότητα να μην εγκρίνει το νομοσχέδιο για την απαγόρευση του αλκοόλ για λόγους αντισυνταγματικότητας, ότι δεν θα επιτρέψει να ξεκινήσει «κυνήγι μαγισσών» κατά των πολιτών για τα γραφόμενά τους στο twitter και ότι η προσπάθεια μιας ομάδας να καταπιέσει τις άλλες γεννά συγκρούσεις). Ο εκλεκτός των γκιουλενιστών, ο αντιπρόεδρος της Βουλής, Αρίντς, συναντήθηκε με επικεφαλής των διαδηλωτών και προσπάθησε επίσης να πέσουν οι τόνοι, ενώ την Παρασκευή και ο ίδιος ο Φετουλάχ Γκιουλέν προχώρησε σε δηλώσεις, υποστηρίζοντας ότι οι διαδηλώσεις δεν θα πρέπει να αγνοηθούν ή να υποτιμηθούν, ότι ευθύνη έχουν και οι ισλαμιστές («εμείς», όπως ανέφερε) και ότι θα πρέπει η κατάσταση να αντιμετωπιστεί με προσοχή και έξυπνο τρόπο.

Κανείς δεν ξέρει τι σκέφτεται αυτήν τη στιγμή ο τούρκος πρωθυπουργός. Αν θα επιλέξει να πάει τη σύγκρουση στα άκρα, όπως δείχνουν οι μέχρι τώρα κινήσεις του, ή αν θα κάνει μια θεαματική στροφή και θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να περάσει φιλελεύθερου χαρακτήρα συνταγματικές αλλαγές που θα του λύσουν τα χέρια στο Κουρδικό. Αν γίνει αυτό, θα χρειαστεί να «βάλει νερό στο κρασί του» τόσο όσον αφορά την εσωτερική του ατζέντα, όσο και την υπερφιλόδοξη εξωτερική του πολιτική. Στην αντίθετη περίπτωση, οι συγκρούσεις στην πόλη καταγωγής του, το Ριζέ, ανάμεσα σε διαδηλωτές και υποστηρικτές του ΑΚΡ είναι ενδεικτικές για το τι θα συμβεί. Κανείς επίσης δεν γνωρίζει πώς θα επιλέξει να κινηθεί ο διεθνής παράγοντας στο σενάριο αυτό.

Σε κάθε περίπτωση, η ισχύ της Τουρκίας σε περιφερειακό επίπεδο αναμένεται να μειωθεί, γεγονός που αφήνει περιθώρια που η ελληνική διπλωματία οφείλει να εκμεταλλευθεί. Όσον αφορά το Κυπριακό, οι εκτιμήσεις είναι διττές. Μπορεί το πλήγμα στην ισχύ της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή να διευκολύνει την ελληνοκυπριακή πλευρά, αν όμως ο Ερντογάν υποχωρήσει σε άλλα ζητήματα που «καίνε» πολύ περισσότερο τον διεθνή παράγοντα, είναι πιθανόν να απαιτήσει, και ως ένα βαθμό να του δοθούν, ανταλλάγματα στην Κύπρο.


Σχολιάστε εδώ