Η αιφνίδια αμφισβήτηση του Ερντογάν στην Τουρκία
Σ’ ένα δεύτερο μεγάλο μέτωπο, που ήταν το βαθύ κεμαλικό κράτος, με την εξουσία των στρατηγών, ο Ερντογάν κατόρθωσε να κερδίσει σταδιακά την αναμέτρηση και να παρουσιασθεί ως ο αναμορφωτής του πολιτικού συστήματος, που το απήλλαξε από την κηδεμονία των στρατηγών.
Στο τρίτο μεγάλο μέτωπο, το Κουρδικό, ο Ερντογάν ανέλαβε μια τολμηρή πρωτοβουλία, στον δρόμο που είχε χαράξει ο Πρόεδρος Οζάλ στη δεκαετία του ’90. Ο Ερντογάν διεπίστωσε ότι η στρατιωτική λύση του προβλήματος είναι πρακτικά ανέφικτη. Αντελήφθη επιπλέον ότι με ανοικτή τη μεγάλη πληγή του Κουρδικού, η Τουρκία δεν μπορεί να αναπτύξει στην περιοχή οποιαδήποτε μεγάλη στρατηγική. Αντιθέτως, διατρέχει τον κίνδυνο το Κουρδικό να αξιοποιηθεί από άλλες δυνάμεις για την καθήλωση και την αποδυνάμωσή της.
Η στρατηγική συγκυρία στην περιοχή άλλαξε δραματικά μετά την Αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ και την αυτονόμηση του Κουρδιστάν του βορείου Ιράκ, υπό Αμερικανική αιγίδα. Η παραδοσιακή Τουρκική πολιτική της συμμαχίας με το Ιράκ και το Ιράν για την από κοινού και αλληλέγγυα καταστολή κάθε Κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος κατέρρευσε. Η αυτόνομη Κουρδική περιοχή του βορείου Ιράκ προστατεύεται ουσιαστικά από την Αμερικανική πολιτική. Η κοινή αντικουρδική δράση Άγκυρας και Τεχεράνης είναι επίσης προβληματική, λόγω της αντιπαραθέσεως μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν.
Τα πλούσια ενεργειακά κοιτάσματα του βορείου Ιράκ ενισχύουν την Κουρδική αυτονομία και αποτελούν από μόνα τους ένα μεγάλο στρατηγικό παράγοντα, που ασκεί διεθνή πίεση για την εξαγωγή τους μέσω Τουρκίας, εφόσον η διαμάχη του βορείου Ιράκ με τη Βαγδάτη δεν επιτρέπει την εξαγωγή τους από την Ιρακινή Βασόρα.
Η δημιουργία, τέλος, μιας δεύτερης αυτόνομης Κουρδικής περιοχής στη Συρία, ως αποτέλεσμα του διεξαγομένου εκεί πολέμου, εντείνει εκ των πραγμάτων την πίεση στην Τουρκία να προχωρήσει εγκαίρως στην εξεύρεση μιας διευθετήσεως με τους δικούς της Κούρδους.
Ακολουθώντας τις Αμερικανικές συμβουλές για επωφελή συνύπαρξη και συνεργασία με την Αυτόνομη Κουρδική περιοχή του Βορείου Ιράκ, ο Τούρκος πρωθυπουργός ακολούθησε πολιτική οικονομικής διεισδύσεως και οικονομικής εξαρτήσεως του Βορείου Ιράκ από την Τουρκία. Ανέλαβε επίσης μια τολμηρή πολιτική συνεννοήσεως με το PΚΚ, επιδιώκοντας να προσεταιρισθεί τελικά τον Κουρδικό παράγοντα στην περιοχή, να τον καταστήσει τουρκικό χαρτί και να τον συνδυάσει με μια νέα επεκτατική πολιτική, κατά πρώτο λόγο στο πλούσιο σε πετρέλαιο Βόρειο Ιράκ.
Η σημερινή συμφωνία μεταξύ Τουρκικής κυβερνήσεως και του εγκλείστου Κούρδου ηγέτη Οτσαλάν έχει ως βάση την αναγνώριση της εθνικής ταυτότητας των Κούρδων και την κατοχύρωσή της στο Τουρκικό σύνταγμα, το οποίο δεν θα αναφέρεται εφεξής μόνο σε Τούρκους πολίτες, αλλά σε «πολίτες της Τουρκίας». Έχει επίσης ως βάση την αναγνώριση περιορισμένης τοπικής αυτονομίας.
Τι δεν πήγε καλά, τελικά, με τον Ερντογάν και οδήγησε στη σημερινή μαζική αναταραχή;
Θα πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να παρατηρήσει κανείς ότι η συμφωνία με τους Κούρδους και η επακόλουθη νηνεμία στο μέτωπο της «τρομοκρατίας», κατέστησε ευκολότερες τις άλλες δημοκρατικές κινητοποιήσεις, χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο να καταγγελθούν ότι ταυτίζονται με τον Κουρδικό «εχθρό» και την «τρομοκρατία».
Ο κύριος όμως λόγος για το ξεσήκωμα των νέων και των Δυτικότροπων στρωμάτων της χώρας είναι ο φόβος ενός υφέρποντος εξισλαμισμού της κοινωνίας. Ο φόβος αυτός ενισχύθηκε προσφάτως από μια σειρά πρωτοβουλίες του Τούρκου πρωθυπουργού, που φέρθηκε υπεροπτικά και υποτίμησε τις αντιδράσεις. Οι πρωτοβουλίες αυτές, έστω και αν φαίνονται ότι έχουν περιθωριακό χαρακτήρα, εξελήφθησαν ως συμβολικές και χαρακτηριστικές κινήσεις μιας Ισλαμιστικής ημερήσιας διατάξεως από εκείνους που ανησυχούν και υποπτεύονται ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός προωθεί συστηματικά την επιστροφή της Τουρκίας σε Ισλαμιστικά πρότυπα.
Μια απ’ αυτές τις κινήσεις αφορούσε την μπύρα και το αλκοόλ. Μια άλλη τις περιπτύξεις και το φιλί σε δημόσιο χώρο, αλλά και στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Μια άλλη είναι η επονομασία της τρίτης σχεδιαζόμενης γέφυρας στο Βόσπορο ως γέφυρας του σουλτάνου Σελίμ. Ο τελευταίος επισύρει την απέχθεια των Αλεβιτών της Τουρκίας, λόγω των μαζικών σφαγών που διέπραξε σε βάρος τους. Μια άλλη, τέλος, είναι το σχέδιο καταστροφής μέρους του περίφημου πάρκου, κοντά στην πλατεία Ταξίμ, για την ανοικοδόμηση παλαιού Οθωμανικού μνημειακού κτιρίου, που θα λειτουργήσει ως εμπορικό κέντρο και μουσείο.
Η προοπτική να μεταπηδήσει το 2014 ο Ερντογάν στην Προεδρία, με τη βοήθεια ενός νέου συντάγματος, στα μέτρα του, ενέτεινε τους φόβους των ανησυχούντων. Κοντά σ’ αυτά, προστέθηκαν και εξωτερικοί λόγοι. Συγκεκριμένα, ο πόλεμος στη Συρία, που ενίσχυσαν τον έντονα Σουνιτικό χαρακτήρα του καθεστώτος, γεγονός που ανησυχεί ιδιαίτερα τη μεγάλη μειονότητα των Αλεβιτών της Τουρκίας, περίπου 25 εκατ. Οι τελευταίοι είδαν με μεγάλη ανησυχία την Τουρκική κυβέρνηση να συντάσσεται στη Συρία με τους Σουνίτες, που υποστηρίζονται από το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία, κατά των Αλαουιτών της Συρίας, που είναι ομόδοξοι με τους Αλεβίτες.
Οι αντιθέσεις δεν προέρχονται μόνο από το εσωτερικό. Η υπεροψία Ερντογάν και ορισμένες κινήσεις του, έχουν ενοχλήσει σφόδρα και τους Αμερικανούς. Του χρεώνουν, πρωτ’ απ’ όλα, το αδιέξοδο στη Συρία λόγω της ταυτίσεώς του με τους ακραίους Σουνίτες, που δεν αποτελούν αξιόπιστη εναλλακτική λύση. Του χρεώνουν επίσης την επαμφοτερίζουσα πολιτική του με το Ιράν και την πολιτική του, βεβαίως, με τη Χαμάς στη Γάζα. Συμμερίζονται, τέλος, τους φόβους ότι εάν εκλεγεί Πρόεδρος, με αυξημένες εξουσίες, μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο Ισλαμιστής και ανεξέλεγκτος και να αποτελέσει σοβαρό πρόβλημα για την Αμερικανική πολιτική.
Μετά τις κινητοποιήσεις το σκηνικό αλλάζει σημαντικά στην Τουρκία και θα είναι δύσκολο για τον Ερντογάν να αποκαταστήσει την προηγούμενη τάξη πραγμάτων.