118 αρχαία ελληνικά νομίσματα μεγάλης αξίας γύρισαν στο σπίτι τους
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρχαιολόγων του υπουργείου Πολιτισμού, τα 118 αρχαία νομίσματα αποτελούν προϊόν λαθρανασκαφής από τη Βόρεια Ελλάδα. Ο πολύτιμος αυτός θησαυρός ήταν κρυμμένος μέσα σε θήκη CD στις αποσκευές του Ελληνοβέλγου και δεσμεύτηκε από τις ελβετικές τελωνειακές αρχές, ενώ ταυτόχρονα ασκήθηκε δίωξη κατά του δράστη για παράνομη εισαγωγή πολιτιστικών αγαθών στην Ελβετία.
Παραλίγο να τα χάσουμε
Η υπόθεση άρχισε να περιπλέκεται όταν, ενώ αρχικά ο ελληνοβέλγος υπήκοος καταδικάστηκε στην Ελβετία για παραβίαση του νόμου περί πολιτιστικών αγαθών, τον Ιούλιο του 2012 το ελβετικό δευτεροβάθμιο ποινικό δικαστήριο αποφάσισε να του αποδοθούν τα 118 νομίσματα, έχοντας αμφιβολίες για την παράνομη εισαγωγή τους στην Ελβετία. Ήταν πλέον θέμα ημερών τα σπάνια αυτά νομίσματα να περιέλθουν και πάλι στην κατοχή του κτηνιάτρου και στη συνέχεια να χαθούν τα ίχνη τους.
Ο αρμόδιες ελληνικές αρχές κινητοποιήθηκαν αμέσως και διόρισαν νομικό παραστάτη προκειμένου να εκπροσωπηθούν τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου στην Ελβετία. Με συντονισμένες ενέργειες το Ελληνικό Δημόσιο κατόρθωσε στις αρχές Οκτωβρίου 2012 να αποδείξει ότι τα νομίσματα είναι προϊόν αρχαιοκαπηλίας και πέτυχε την επιβολή νέας κατάσχεσης των νομισμάτων, αυτήν τη φορά υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, μπλοκάροντας στην κυριολεξία την τελευταία στιγμή την παραλαβή τους στη Ζυρίχη από τον ελληνοβέλγο κτηνίατρο. Ο δρόμος για την επιστροφή των νομισμάτων στην Ελλάδα είχε ανοίξει, παρέμενε όμως πολύ μακρύς, δεδομένου του ότι για την οριστική απόδοση στο Ελληνικό Δημόσιο θα έπρεπε -όπως επιβάλλει το ελβετικό δίκαιο- να αποφανθεί εκ νέου ελβετικό δικαστήριο και στη συνέχεια να υποβληθεί αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ελληνικού δικαστηρίου. Αυτό θα σήμαινε ότι ο επαναπατρισμός θα ολοκληρωνόταν -αν όλα πήγαιναν καλά- το νωρίτερο σε 6 με 8 χρόνια. Η χρονοβόρος αυτή διαδικασία τελικώς αποφεύχθηκε όταν τον Αύγουστο του 2012 η Εισαγγελία Θεσσαλονίκης κίνησε ποινική δίωξη κατά του κτηνιάτρου για παράβαση του νόμου περί αρχαιοτήτων σε βαθμό κακουργήματος και παρέπεμψε την υπόθεση στην τακτική ανάκριση. Ύστερα από εξώδικες διαπραγματεύσεις των συνηγόρων των δυο πλευρών, ο κτηνίατρος συναίνεσε ανέκκλητα και άνευ όρων στην επιστροφή των 188 νομισμάτων στο Ελληνικό Δημόσιο και αναγνώρισε την κυριότητα του τελευταίου στα αρχαία νομίσματα.
Ισχυρό μήνυμα προς τους αρχαιοκάπηλους
Ο γνωστός δικηγόρος Αθηνών και Ζυρίχης, κ. Ηλίας Μπίσιας, ο οποίος είχε αναλάβει εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου στην Ελβετία στην υπόθεση αυτή και έχει χειριστεί στο παρελθόν με επιτυχία σειρά ανάλογων υποθέσεων επαναπατρισμών αρχαιοτήτων από την Ελβετία (άγαλμα Απόλλωνος Λυκείου το 2007, αττική λήκυθος το 2008, κλεμμένες βυζαντινές τοιχογραφίες από τη Στενή Ευβοίας το 2010), παρέλαβε την Παρασκευή από την ελβετική Εισαγγελία στη Ζυρίχη τα νομίσματα και δήλωσε στο «ΠΑΡΟΝ» τα εξής:
«Η επιστροφή στην Ελλάδα των 118 νομισμάτων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας του 5ου και 4ου π.Χ. αιώνα σηματοδοτεί άλλη μία μεγάλη επιτυχία της χώρας μας στον τομέα της προστασίας και διατήρησης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Ο επαναπατρισμός των νομισμάτων ολοκληρώθηκε με απόλυτη επιτυχία, παρά τα σημαντικά νομικά προβλήματα που προέκυψαν στην πορεία της υπόθεσης. Κατορθώσαμε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή να μπλοκάρουμε την παράδοσή τους στον μέχρι τότε κάτοχό τους, να τεκμηριώσουμε ενώπιον των ελβετικών αρχών την ελληνική προέλευση των νομισμάτων, να αποδείξουμε την παράνομη εξαγωγή τους από την Ελλάδα και εν τέλει να πετύχουμε την ανέκκλητη και άνευ όρων απόδοσή τους στο Ελληνικό Δημόσιο. Ο επαναπατρισμός αυτός αποτελεί άλλο ένα σημαντικό πλήγμα κατά της αρχαιοκαπηλίας και της παράνομης διεθνούς διαμετακόμισης ελληνικών πολιτιστικών αγαθών και στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα ότι τα μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι ανεπίδεκτα συναλλαγής και πρέπει να επιστρέφουν εκεί που ανήκουν».
Σημειώνεται ότι ο κτηνίατρος έχει απασχολήσει και στο παρελθόν τις ελληνικές αρχές για αδικήματα που σχετίζονται με αρχαιότητες, ενώ πρόσφατα καταδικάστηκε στη Θεσσαλονίκη για άλλη υπόθεση και πάλι για παράβαση του νόμου περί αρχαιοτήτων (παράνομη κατοχή 1.500 αρχαίων νομισμάτων).