Διά χειρός…
… του Θανάση Καρτερού, από το σχόλιό του στην «Αυγή» με τίτλο «Μνήμη Φλωράκη»:
Τι δεν είπε…
«Προχωράμε μπροστά έχοντας εμπιστοσύνη στη δύναμη των ιδεών μας, της οργάνωσής μας, στη δύναμη των αποφάσεων του 19ου Συνεδρίου. Έχουμε παρακαταθήκη τους αγώνες ηρωικών γενιών που πέρασαν, της γενιάς του Χαρίλαου Φλωράκη, της Αντίστασης, του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, των μετέπειτα αγώνων του λαού μας. Στηριζόμαστε στη δύναμη, τη ζωντάνια, την ορμή και την αποφασιστικότητα της νέας γενιάς.
Αυτή είναι αυτούσια η δήλωση του Δημήτρη Κουτσούμπα στο μνημόσυνο για τον Χαρίλαο Φλωράκη. Μιλώντας δηλαδή πάνω από τον τάφο του Χαρίλαου δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να πει μια λέξη για τον Χαρίλαο ως επαναστάτη πολιτικό – μόνο για τον ηρωισμό της γενιάς του. Κουβέντα για την πολιτική του, για τη στάση του σε χαλεπούς καιρούς, αλλά και σε καιρούς με τις πρωτόγνωρες δυσκολίες της νομιμότητας. Κουβέντα για την τακτική του ΚΚΕ επί Φλωράκη, για τον τρόπο με τον οποίο ο σκληρός εκείνος καπετάνιος αντιλαμβανόταν την πολιτική και την παρέμβαση του ΚΚΕ στις εξελίξεις, είπε ναι και ποτέ δεν έκανε πίσω απʼ αυτό στη συγκρότηση της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
Και φυσικά δεν επιχείρησε να εξηγήσει γιατί και πώς όλα τα στοιχεία της στρατηγικής και τακτικής του ΚΚΕ την περίοδο του Φλωράκη θεωρήθηκαν λάθος, κατεδαφίστηκαν και θεωρούνται σήμερα το άκρον άωτον του οπορτουνισμού».
***
…του Θέμου Αναστασιάδη, από το σχόλιό του στο «Πρώτο Θέμα» του:
Όχι δικαστήρια λόγου και σκέψης
«ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙ ΝΑ ΛΕΩ Ο,ΤΙ ΓΟΥΣΤΑΡΩ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΟΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Χιλιάδες χρόνια τώρα ζήσαμε με το βασικό αξίωμά της, ότι Δημοκρατία είναι το καθεστώς όπου μπορείς να κάνεις ό,τι θες αρκεί να μη θίγεις κανέναν άλλο, έτσι απλά. Άπαξ και τον θίξεις, παρεμβαίνει ο νόμος… όταν παρεμβαίνει. Αυτή τη θεμελιώδη αντίληψη θέλουν να τη διαστρέψουν τύπου “Δημοκρατία είναι το καθεστώς όπου μπορείς να ΛΕΣ Ο,ΤΙ ΘΕΣ αρκεί να μη ΘΙΓΕΤΑΙ ο άλλος”! Υπάρχει τεράστια διαφορά, μια που… δεν υπάρχει περίπτωση να πεις κάτι ενδιαφέρον, διαφορετικό, επαναστατικό, αντιδραστικό ή απλά βλακώδες χωρίς να ΘΙΓΕΙ ή να νομίζει ότι θίγεται κάποιος τρίτος. Με το σκεπτικό του νομοθέτη, ακόμη και το κλασικό κάργα ελληνικό “ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;” μπορεί να θεωρηθεί ρατσιστικό αν απευθύνεται σε άτομο διαφορετικού χρώματος, εθνότητας, ντοπιολαλιάς, ποδοσφαιρικής ομάδας ή οποιασδήποτε άλλης διάκρισης.
Tο βασικό θέμα είναι ότι το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, στην ευγενή προσπάθειά του να προστατεύει τα δικαιώματα μειονοτήτων, παράνομων ή μη, που ασφαλώς χρήζουν προστασίας, ΘΙΓΕΙ ΔΥΣΑΝΑΛΟΓΑ τα δικαιώματα ΟΛΩΝ, δεξιών, αριστερών, τρελών και κρυπτοφοβικών, στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. Κι αυτό, πέρα από αντισυνταγματικό, είναι και ανεπίτρεπτο. ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΝΟΜΟ ΠΟΥ ΝΑ ΜΑΣ ΛΕΕΙ ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΥ ΘΑ ΕΚΦΡΑΖΟΜΑΣΤΕ ΚΙ ΩΣ ΠΟΥ ΘΑ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ. Δικαστήρια ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΣΚΕΨΗΣ, ΚΟΚΚΙΝΑ Ή ΜΑΥΡΑ, ΝΑ ΤΑ ΠΑΤΕ ΑΛΛΟΥ! Ας εργαστούν, λοιπόν, πάνω σε έναν άλλο, νορμάλ αντιρατσιστικό νόμο, ή γενικότερο αντι-εγκληματικό νόμο, και αν τους περισσέψει ποτέ χρόνος, ας ασχοληθούν και με κανέναν αναπτυξιακό…».
***
…του ολλανδού συγγραφέα και βετεράνου δημοσιογράφου Χέιρτ Μακ, από τη συνέντευξή του στον συντάκτη της «Καθημερινής» Ηλία Μαγκλίνη:
Αφαίμαξη σʼ όλους…
«Θυμίζουν (οι λύσεις που έχουν δοκιμασθεί) ιατρική του δεκάτου ενάτου αιώνα. Η ίδια θεραπεία σε όλους τους ασθενείς, ανεξαρτήτως της ιδιαιτερότητας της κατάστασης του καθενός. Αφαίμαξη σε όλους! Ήταν πολύ αισιόδοξοι οι τροϊκανοί ότι τα μέτρα λιτότητας θα απέδιδαν γρήγορα και εύκολα. Προφανώς και χρειάζονταν κάποια τέτοια μέτρα, αλλά μόνο με τέτοια μέτρα δεν θα πας πουθενά, ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, με εύθραυστους θεσμούς. Πέρα λοιπόν από το γενικό ευρωπαϊκό πρόβλημα, πρέπει να κοιτάξεις προσεκτικά το ιδιαίτερο πρόβλημα που έχει κάθε χώρα, την κουλτούρα της, την κοινωνία της. Δεν αλλάζουν κάποια πράγματα από τη μία μέρα στην άλλη. Γιʼ αυτό πρέπει να δείξεις πώς θα ξεκινήσουν έργα υποδομής, πώς μπορούν να ληφθούν πρωτοβουλίες επιχειρηματικές, προγράμματα ενέργειας, πάταξη της φοροδιαφυγής κ.λπ. Βεβαίως, δεν ευθύνεται για τα πάντα η κ. Μέρκελ. Οι Έλληνες είναι θύματα των πολιτικών τους πρωτίστως».
«Ίσως να ήταν καλύτερα στο ξεκίνημα της κρίσης, να άφηναν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει και μετά να τη βοηθήσουν. Θα έχανε βέβαια πολλά χρήματα η Μπούντενσμπανκ. Ο λόγος που σώθηκε η Ελλάδα, ήταν επειδή η Μπούντενσμπανκ είχε επενδύσει στην Ελλάδα. Μην ξεχνάτε και τις συμφωνίες σε θέμα εξοπλισμού με τη Γερμανία. Όμως θα είχε καθορίσει το τοπίο και θα ξεκινούσαμε απʼ το σημείο μηδέν».