ΔΕΠΑ, ελληνο-αμερικανικές σχέσεις και ελληνικά συμφέροντα

Είναι προφανές ότι οι δημόσιες ενεργειακές εταιρείες αποτελούν εργαλεία πολιτικής και εθνικής στρατηγικής.

Διαπιστώνουμε όμως με λύπη ότι τα αυτονόητα αυτά ερωτήματα παραμερίζονται με τη λογική της πολιτικής των Μνημονίων. Επιβάλλεται στη χώρα το αδιάκριτο ξεπούλημα των στρατηγικών της υποδομών, ακόμη και εκείνων που είναι συνυφασμένες με τον γεωπολιτικό της ρόλο και τις διεθνείς της σχέσεις.

Αντικείμενο των συζητήσεων και της συνακόλουθης διαμάχης για τη ΔΕΠΑ είναι το ερώτημα αν τελικά οι ΗΠΑ, είτε ευθέως είτε μέσω Ευρωπαϊκής Ενώσεως, θα θέσουν ενός είδους βέτο για τη μη πώληση της ΔΕΠΑ στη Ρωσική Gazprom, η οποία προσφέρει μέχρι σήμερα το υψηλότερο τίμημα για την απόκτησή της. Οι προβαλλόμενοι λόγοι είναι οι γνωστοί. Ότι, δηλαδή, δεν πρέπει να ενισχυθεί η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία και ότι δεν πρέπει να δημιουργηθούν συνθήκες μονοπωλίου, που πλήττουν, υποτίθεται, τον λεγόμενο ελεύθερο ανταγωνισμό.

Ο πραγματικός λόγος, βεβαίως, δεν είναι άλλος από την πάγια πολιτική των ΗΠΑ να αντιμετωπίζουν τη Ρωσία ως γεωπολιτικό ανταγωνιστή και να επιδιώκουν να κρατούν υπό έλεγχο την ανάπτυξη στρατηγικών σχέσεων συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και Δυτικής Ευρώπης. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για την περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Στο πλαίσιο αυτό, αντιμετωπίζουν με καχυποψία και απροκάλυπτη εχθρότητα οποιαδήποτε κίνηση της Ελλάδος να προωθήσει σχέσεις στρατηγικής συνεργασίας με τη Ρωσία. Οι τελευταίες όμως είναι απαραίτητες για την Ελλάδα για λόγους ισορροπίας δυνάμεων στην περιοχή αλλά και για λόγους επωφελούς οικονομικής συνεργασίας.

Είναι γνωστή από το πρόσφατο παρελθόν η εντονότατη αντίδραση των ΗΠΑ στις δύο αποφάσεις της κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή να συνεργασθεί με τη Ρωσία για τον λεγόμενο Νότιο Αγωγό φυσικού αερίου και για την αγορά 480 τεθωρακισμένων μάχης (ΤΟΜΑ), τύπου BMP3.

Το θλιβερό αυτό προηγούμενο δείχνει μια άκρως μονομερή και μονόπλευρη αντίληψη των Ελληνο-Αμερικανικών σχέσεων, που δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τα Ελληνικά συμφέροντα. Η μονομέρεια της Αμερικανικής πολιτικής έναντι της Ελλάδος δεν εκδηλώνεται, άλλωστε, μόνο στο θέμα των σχέσεων Ελλάδος και Ρωσίας. Εκδηλώνεται επίσης σ’ όλο το φάσμα των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων, ακόμη και στο θέμα των Σκοπίων.

Δεν ωφελεί η συγκάλυψη του θέματος για λόγους αμφιλεγόμενης διπλωματικής δεοντολογίας. Η Ελλάδα, στο πλαίσιο των φιλικών της σχέσεων με τις ΗΠΑ, μπορεί και πρέπει να θέτει ευθέως το δίκαιο των εθνικών της θεμάτων και των εθνικών συμφερόντων της, ώστε να κινητοποιεί στο πλευρό της και τους φίλους της στις ΗΠΑ.

Προσφάτως, ετέθη θέμα ματαιώσεως της επισκέψεως του Έλληνα πρωθυπουργού στην Ουάσινγκτον γιατί δεν κατέστη δυνατόν να καθορισθεί συνάντηση με τον Αμερικανό Πρόεδρο Ομπάμα. Ομολογουμένως, η συνάντηση στην Ουάσινγκτον με τον Αμερικανό Πρόεδρο δεν μπορεί να είναι δευτερογενής και να προκύπτει ως παράγωγο κάποιου άλλου γεγονότος, όσο σημαντικό και αν είναι αυτό. Προφανώς, θα έπρεπε να διασφαλισθεί η συνάντηση με τον Αμερικανό Πρόεδρο πριν από οποιαδήποτε ανακοίνωση.

Ανεξάρτητα όμως από αυτό, φαίνεται πως, για άλλη μια φορά, η πρόσκληση στην Ουάσινγκτον χρησιμοποιείται ως μέσο και ως όπλο πιέσεων για την απόσπαση υποχωρήσεων από την Ελλάδα σε ζωτικά θέματα που την αφορούν.

Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκε τρεις φορές τη γειτονική Τουρκία μέσα σε ένα δίμηνο. Ο Αμερικανός Πρόεδρος επέλεξε την Τουρκία για την πρώτη του επίσκεψη στο εξωτερικό. Δέχθηκε επίσης προσφάτως στον Λευκό Οίκο, μετά βαΐων και κλάδων, τον Τούρκο πρωθυπουργό. Προφανώς, η κατάσταση στην περιοχή, με τον εμφύλιο στη Συρία και την ένταση με το Ιράν, είναι ένας ιδιαίτερος λόγος που φέρνει στο προσκήνιο την Τουρκία και τον ρόλο της.

Στην Ουάσινγκτον όμως δεν συζητήθηκαν μόνο τα θέματα αυτά. Συζητήθηκαν επίσης το Κυπριακό, τα ενεργειακά αποθέματα στην ΑΟΖ της Κύπρου και της Ελλάδος και οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θέματα που αφορούν άμεσα την Ελλάδα.

Η Τουρκία έχει αναπτύξει επίσης στρατηγικές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας. Δεν αντιμετώπισε όμως καμία ουσιαστική Αμερικανική αντίδραση. Αντιθέτως, θεωρείται κομβική χώρα για την ανάπτυξη εναλλακτικών αγωγών ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης, όπως ο σχεδιαζόμενος αγωγός Nabucco.

Η Ελλάδα συμμετέχει στον αγωγό TAP, που σχεδιάζεται να μεταφέρει φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν στην Ευρώπη, εάν τελικά υπερισχύσει του ανταγωνιστικού του Nabucco. Πρόκειται σαφώς για αγωγό εναλλακτικού ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης. Δεν φαίνεται όμως ότι είναι αρκετός για να αποτρέψει τις Αμερικανικές πιέσεις στην Ελλάδα για τη ΔΕΠΑ, που διοχετεύονται για λόγους σκοπιμότητας μέσω της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και ειδικότερα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η Ελλάδα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποχωρήσει σε τέτοιου είδους παράλογες και απαράδεκτες πιέσεις. Θα ήταν καλύτερα να διατηρούσε τη ΔΕΠΑ υπό κρατικό έλεγχο. Εφόσον όμως προχωρεί στην ιδιωτικοποίησή της, είναι λογικό να προσβλέπει στο υψηλότερο τίμημα και στην ανάπτυξη των στρατηγικών της σχέσεων με μια μεγάλη φιλική χώρα της περιοχής, που είναι πολλαπλώς σημαντική γι’ αυτήν.

Η Ελλάδα βρίσκεται από την ίδια τη γεωπολιτική της θέση στο κέντρο ευρύτερων ανταγωνισμών και αντιθέσεων. Βρίσκεται όμως επίσης στο επίκεντρο βλέψεων και διεκδικήσεων σε βάρος της. Πρέπει, ασφαλώς, να λαμβάνει υπ’ όψιν τους ευρύτερους ανταγωνισμούς, αλλά και να οργανώνει επίσης, με τις σχέσεις που αναπτύσσει και τις ισορροπίες που τηρεί, την εθνική της άμυνα και την προάσπιση των ζωτικών της συμφερόντων.


Σχολιάστε εδώ