Παρέμβαση του Μητροπολίτη Πειραιά εναντίον της ίδρυσης τεμένους στον Βοτανικό

Όπως αναφέρει ο Σεβασμιώτατος, με τον νόμο 3512/2005 δεν αιτιολογείται επαρκώς η αναγκαιότητα κατασκευής του έργου στην περιοχή του Βοτανικού, στο κέντρο της Αθήνας, με παραχώρηση τμήματος κοινοχρήστου χώρου και δη σε μία πόλη που κατ’ εξοχήν στερείται κοινοχρήστων χώρων. Κατά τη νομοθετική λοιπόν χωροθέτηση του συγκεκριμένου έργου, δεν ελήφθη υπόψη η επιβάρυνση του περιβάλλοντος (οικιστικού, πολιτιστικού και ανθρωπογενούς) που θα προκύψει με βεβαιότητα από την κατασκευή και λειτουργία στον συγκεκριμένο χώρο του τεμένους. Ωστόσο, η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου έγινε άνευ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και χωρίς να προκύπτει ότι εξετάστηκαν ή σταθμίστηκαν άλλες εναλλακτικές λύσεις.

Εξάλλου, αναφέρει ο Μητροπολίτης Πειραιά, όπως έχει κριθεί νομολογιακά, η διατήρηση των κοινοχρήστων χώρων και μάλιστα των χώρων πρασίνου αποτελεί πρωταρχικό όρο για την προστασία των πόλεων και των οικισμών, ώστε η μείωσή τους ή η αναίρεση της πολεοδομικής λειτουργίας τους να συνιστά ανεπίτρεπτη επιδείνωση των όρων διαβιώσεως των κατοίκων και υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η σχετική δε ρύθμιση υπόκειται σε ακυρωτικό έλεγχο.

Ο Μητροπολίτης Πειραιά όμως θέτει και μία ακόμα διάσταση στο θέμα, που θεωρούμε ότι είναι πιο σημαντική απʼ όλες. Κι αυτή δεν είναι άλλη από τα όσα διδάσκει ο ισλαμισμός, δηλαδή τον διωγμό των ετεροδόξων και την επιβολή του έναντι οποιουδήποτε τιμήματος. Συγκεκριμένα αναφέρει:

«Η αντίθεση του Ν. 3516/2006 σε σειρά συνταγματικών διατάξεων λόγω της μη θέσπισης περιορισμών όσον αφορά τη λειτουργία του τεμένους είναι απόλυτη. Δυστυχώς τα πρόσφατα γεγονότα με τις βομβιστικές επιθέσεις στη Ν. Υόρκη, στη Βοστώνη, καθώς και η τραγική απαγωγή του Ελληνορθοδόξου Μητροπολίτου Χαλεπίου κ.κ. Παύλου και του Συροϊακωβίτου “Επισκόπου” Ιωάννου καθώς και η εγκληματική σφαγή του Διακόνου και του οδηγού του και η εγκληματική δράση του Ισλάμ σε άλλες περιοχές ανά την υφήλιο αναδεικνύουν έτι περαιτέρω τη σημασία του συγκεκριμένου λόγου. Ο ως άνω νόμος θα έπρεπε να προβαίνει σε αναλυτική πρόβλεψη και ρύθμιση των περιορισμών όσον αφορά τη λειτουργία του, ρύθμιση η οποία δεν μπορεί παρά να υπερβαίνει τις γενικές ρυθμίσεις δημόσιας τάξης της έννομης τάξης μας. Και τούτο γιατί είναι προφανές, ότι δεδομένου του εξαιρετικά ευαίσθητου χαρακτήρα του ζητήματος δεν μπορεί η νομοθετική εξουσία να αγνοεί ενδεχόμενους κινδύνους τόσο από τη λειτουργία του τζαμιού, στύλος της θρησκευτικής παραδοχής του οποίου είναι ο λεγόμενος Ιερός πόλεμος κατά των απίστων (Τζιχάντ) και η επιβολή της σαρίας (ισλαμικού νόμου). Οι παράγοντες αυτοί οι οποίοι θα καθιστούσαν την περιοχή ιδιαίτερα “εύφλεκτη” επιτάσσουν την αυστηρά προσδιορισμένη ρύθμιση ήδη από τον ως άνω νόμο, η δε απουσία τέτοιων ρυθμίσεων τον καθιστά, όπως και τη σχετική υπουργική απόφαση, αντίθετους στο Σύνταγμα».


Σχολιάστε εδώ